ΑΘΗΝΑ
02:58
|
22.11.2024
Οι αλγόριθμοι καθόρισαν τη σχέση μας με το ίδιο μας το φαγητό.
Τηλέφωνο-αστακός του Σαλβαντόρ Νταλί
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ήταν μια παρέα εικοσάρηδων, τις προάλλες, κορίτσια και αγόρια γιόρταζαν τα 21α γενέθλια ενός από τους φίλους τους και κάποια στιγμή άρχισαν να τραβούν τις αναμενόμενες φωτογραφίες. Μόνο που το έκαναν με μια παλιά κάμερα μίας χρήσης, αν τις θυμάστε. Εκείνες που δεν ήξερες τι θα αποτυπωθεί στο φιλμ παρά μόνο όταν αυτό εμφανιζόταν και τις παραλαμβάναμε από τα χέρια του φωτογράφου στο κατάστημα και πάντα είχαμε ένα ενοχικό ύφος και μια αγωνία για το πώς θα μας κοιτούσε, μην και τυχόν είχαν τραβηχτεί πράγματα τα οποία ήταν πιο μυστικά, πιο ιδιωτικά – άλλωστε, πολλές φορές τα φιλμ αυτά αποτύπωναν κι εξόδους ή πάρτι με κραιπάλες που δεν μπορούσες να διαγράψεις μέσα σε μια στιγμή και να διαλέξεις ποιο καρέ θα ήθελες να κρατήσεις.  Σε ποιο καρέ το ένα μάτι κοίταζε σε άλλη κατεύθυνση από εκείνη που θα έπρεπε, αν βγαίναμε όλοι στη φωτογραφία ή απλά το λαμπατέρ στα δεξιά μας, αν έβγαιναν τελικά οι φωτογραφίες γιατί μπορεί να είχε καεί το φιλμ.

Δεν ξέρω γιατί οι συγκεκριμένοι εικοσάρηδες δεν χρησιμοποίησαν τα κινητά τους, αλλά μια τέτοια κάμερα. Δεν είχα και το χρόνο να τους ρωτήσω. Μπορεί να είναι απλά μια vintage τάση. Όπως ήταν κάποια στιγμή οι πολαρόιντ. Μπορεί να είναι μια απαρχή, μια ανάγκη να αρχίσει να εκφράζεται. Ανάγκη για περισσότερο αυθορμητισμό και λιγότερο έλεγχο στην εικόνα μας. Ανάγκη για περισσότερη σύνδεση με το παρόν και τη στιγμή, να το ζεις παρά να το βλέπεις μετά για να διαλέξεις τον τρόπο που το έζησες με το να επιλέγεις τα πιο φωτογενή, τα πιο καλά στημένα, τα πιο με το ζόρι χαρούμενα ή με το ζόρι σέξι ενσταντανέ.

Ο πολύς κόσμος, βέβαια, με τα κινητά του ασχολείται. Και τις φωτογραφίες που τραβάει με αυτά για να ανεβάσει σε κάποιον λογαριασμό. Και τα κινητά στα εστιατόρια αποτελούν μεγάλο κομμάτι της διάδρασης και της εμπειρίας. Αν και σε λιγότερο βαθμό απ’ ό,τι συνέβαινε, οι άνθρωποι ακόμα θα φωτογραφίσουν το φαγητό τους, θα το ανεβάσουν, θα βάλουν τίτλο, λεζάντα, tag και μετά θα το φάνε. Κι ας έχει κρυώσει. Κι ας σου κάνουν παράπονα ότι το φαγητό είναι κρύο. Σημασία έχει συνήθως το τι θα φαίνεται στα κοινωνικά μας δίκτυα. Ή θα σου ζητήσουν το τάδε πιάτο ή γλυκό που είδαν online (και θα στο δείξουν μάλιστα στο κινητό τους). Κι απογοητεύονται κιόλας αν δεν είναι διαθέσιμο γιατί μπορεί να κοιτάζουν ένα μενού που υπήρχε στο εστιατόριο πριν δύο χρόνια, το οποίο εν τω μεταξύ έχει αλλάξει, όπως συνήθως αλλάζουν και δεν μένουν τα ίδια.

Αλλά κι οι ίδιες οι επιχειρήσεις αυτόν τον πολιτισμό τροφοδοτούν. Πολύ συχνά τα πιάτα είναι έτσι δομημένα και στημένα ώστε να βγαίνουν όσο το δυνατόν καλύτερα στις φωτογραφίες για τα σόσιαλ. Ειδικά τα επιδόρπια. Οι σερβιτόροι πολλές φορές ακούμε από τους σεφ και τους μαιτρ μας ότι το τάδε γλυκό, ας πούμε, είναι το πιο «ινσταγκραμικό μας». Άρα πρέπει να το προωθούμε όσο γίνεται περισσότερο. Πράγμα, βέβαια, που δεν χρειάζεται ιδιαίτερο κόπο καθώς οι πελάτες είναι ήδη ενημερωμένοι κι αποφασισμένοι να το παραγγείλουν. Με το signature γλυκό, συμμετέχουν ίσως στο μύθο ενός γνωστού εστιατορίου. Γίνονται για λίγο κομμάτι της ιστορίας του. Άλλωστε, αυτό ζητά και το ίδιο το εστιατόριο.

Είναι όλα ένας κύκλος. Οι πελάτες τροφοδοτούν το εστιατόριο σε πολιτιστικό επίπεδο.  Αλλά και το εστιατόριο αυτό κάνει. Κι οι οθόνες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο εδώ. Όχι η μεγάλη. Δεν μιλάμε για το δείπνο στον Εξολοθρευτή Άγγελο, ούτε για το κοτόπουλο που έφυγε από τα μαχαιροπίρουνα του Peter Sellers και καρφώθηκε στην τιάρα της κυρίας απέναντι. Η μικρή όμως έπαιξε. Με όλα τα ριάλιτι μαγειρικής και τους σεφ που θριάμβευσαν στις τηλεοράσεις μας. Παγκοσμίως. Η μαγειρική δεν θα ήταν πια η ίδια. Το κοινό στο εξής θα την προσλάμβανε τελείως διαφορετικά. Όλη αυτή η γιγάντωση του μαγειρικού προϊόντος με την αντιστρόφως ανάλογη σμίκρυνση των οθονών στα smartphones μας, είχε ίσως ως αντίκτυπο μια άνευ προηγουμένου τυποποίηση του φαγητού. Μόδες στις πρώτες ύλες, με την παγκοσμιοποιημένη βιομηχανία να δίνει το γενικό πρόσταγμα φυσικά. Μόδες που έρχονται και παρέρχονται. Υλικά από την άλλη άκρη της γης. Κυνήγι για εντυπωσιασμό. Ρίζες από τα βάθη του Αμαζονίου. Ορυκτά μπαχαρικά από τις κορυφές των Ιμαλάϊων. Τυφλά ψάρια από τα βάθη των ωκεανών. Ίδιο στήσιμο στα πιάτα. Αφροί. Λουλούδια.  Πινελιές α λα Πόλοκ. Κομμένα αυτιά α λα Βαν Γκογκ.

Αλλά όχι μόνο αυτό. Το ίδιο το στήσιμο των εστιατορίων, κι ιδιαιτέρως των καφέ, είναι τόσο πολύ επηρεασμένο από τους αλγόριθμους και προσανατολισμένο στην ικανοποίηση των κοινωνικών δικτύων, στο πώς φαίνονται εκεί φωτογραφημένα που τελικά η μοναδικότητα κι η εντοπιότητα ενός μαγαζιού στην Αθήνα να είναι ίδια κι απαράλλαχτη με ένα μαγαζί στην Στοκχόλμη. Οι οθόνες μας, μικρές ή μικρότερες, καθόρισαν και παγίωσαν το τι τρώμε, το πώς το τρώμε, σε τι περιβάλλον το τρώμε και, αν δεν το φάμε, ε, δεν πειράζει. Θα τους κάνουμε όλους να πιστέψουν ότι το φάγαμε.

Ας γυρίσουμε, όμως, στις φωτογραφίες της παρέας. Κομμάτι της δουλειάς του σερβιτόρου είναι να φωτογραφίζει και μια παρέα όταν αυτό του ζητηθεί. Και οι περισσότεροι σερβιτόροι, παραδόξως, το κάνουν με ευχαρίστηση. Παρά τη δουλειά που μπορεί να έχουν εκείνη τη στιγμή και κάτι τέτοιο τους πηγαίνει αρκετά πίσω. Ίσως γιατί χαλαρώνουν για λίγο εκείνη τη στιγμή. Ίσως γιατί χαλαρώνουν οι πελάτες και τους δείχνουν εμπιστοσύνη σε κάτι που είναι από τη φύση του πιο προσωπικό όπως το να πάρεις το κινητό τηλέφωνο του άλλου και να τον βγάλεις μια δυο καλές φωτογραφίες από κάτι που θέλει να θυμάται. Ίσως γιατί κάποιοι σερβιτόροι αισθάνονται και λίγο σκηνοθέτες εκείνη τη στιγμή. Ή ότι επιτέλους έχουν την ευκαιρία να διατηρούν για κάμποσα δευτερόλεπτα παγωμένους κάτι σιχαμένους πελάτες, ωσάν μικροί θεοί, να τους έχουν με παγωμένα χαμόγελα, πετρωμένους, να μην μπορούν να κουνηθούν, ούτε τρίχα. Αλλά δεν το μάθατε από εδώ αυτό.

Επίσης ο φόβος των σερβιτόρων είναι να μην κάνουν photo bombing. Σε κανέναν δεν αρέσει να φαίνεται στη φωτογραφία κάποιων ξένων ανθρώπων, πόσω μάλιστα εν ώρα εργασίας, να κουβαλάει, να ξεφυσάει, να θυμάται αν έδωσε τον λογαριασμό στο τραπέζι 33, τι κρασί του ζήτησε το 45, παγώνουν τα ψάρια στο πάσο, αμάν αυτή η κουζίνα, πόση ώρα θέλει να βγάλει τη σαλάτα του 12. Συγχρόνως όλα αυτά, στην ίδια φάτσα, να φιγουράρει στη σέλφι ενός ερωτευμένου ζευγαριού (ή στη φωτογραφία που κάποιος πελάτης θα ανεβάσει στο Google εκεί που θα γράφει «ο σερβιτόρος άργησε 25΄΄ δευτερόλεπτα να μας πάρει παραγγελία, ενώ το μαγαζί είχε μόνο 93 πελάτες, σχεδόν άδειο, απαράδεκτο»).

Για να σοβαρευτούμε, όμως, ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα είναι για τους σερβιτόρους το τι βλέπει κάποιος στην οθόνη του και, κυρίως, πόσο αυτό ακούγεται. Αν κάποιος πελάτης ακούει το αγαπημένο του συγκρότημα live στη διαπασών ή κάνει βιντεοκλήση  με όλο το μαγαζί να συμμετέχει παρά τη θέλησή του επειδή ακούγεται από όλους ή κάποιος άλλος βλέπει ολόκληρη ταινία λες κι είναι σπίτι του, οι δίπλα πελάτες κι οι πιο δίπλα, παραπονιούνται.  Και με το δίκιο τους. Κι είναι πολύ άχαρο κι άβολο κι αμήχανο κι άθλιο, να πας ως σερβιτόρος σε κάποιον και να του ζητήσεις να χαμηλώσει την ένταση σε αυτό που βλέπει στην οθόνη του κινητού του γιατί μόνο και μόνο δεν έχει ο ίδιος την στοιχειώδη ευγένεια να μην ενοχλεί τους άλλους ή να διαφυλάξει την ιδιωτικότητα του. Είναι, ειλικρινά, ένα από τα χειρότερα πράγματα αυτής της δουλειάς, να πρέπει να μιλήσεις με τόσο άξεστους ανθρώπους.

Ήταν κάποτε ένας τριαντάρης σε ένα fine dining εστιατόριο πρώτο τραπέζι με την πλάτη γυρισμένη στην είσοδο, πολύ νορμάλ, ευγενέστατος, με το κρασί του, όχι απαιτητικός, όχι παράλογα πράγματα, με το λάπτοπ του, business προφανώς, ο οποίος όμως σε όλη αυτή την συνθήκη αποφάσισε στην οθόνη του να δει πορνό. Η οθόνη αυτού του ανθρώπου κατάπιε κάθε λογικό συνειρμό, κάθε λογική εξήγηση. Ελπίζω να απολαύσατε το φαγητό σας. Καλή συνέχεια.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Έτοιμος ο πρώτος Άτλαντας Ανθρώπινων Κυττάρων

Ακυρώθηκε, λόγω χιονοθύελλας, το 10% των πτήσεων στο Παρίσι

Κόντρα Δήμου Αθηναίων και υπουργείου Πολιτισμού για το βρώμικο σιντριβάνι στο Σύνταγμα

Σύλληψη 45χρονου για τη γιάφκα στο Παγκράτι

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα