Την καλησπέρα μου σε όλες τις απελπιστικά αγανακτισμένες υπάρξεις
Η Ματούλα είχε ένα thing για τα έντομα. Από μικρή της άρεσε να τα παρατηρεί. Μάλιστα λίγο πριν το ψήφισμα της κατάληψης του Γεωπονικού είχε γραφτεί στο σχετικό σεμινάριο Γεωργικής Εντομολογίας. Τα αγαπημένα της ήταν τα μυρμήγκια. Απ’ τα δεκάδες είδη τους εκτιμούσε ιδιαιτέρως τα εκστρατευτικά μυρμήγκια, που είναι γνωστά ως μαραμπούτα ή λεγεωνάριοι. Το συγκεκριμένο είδος χαρακτηρίζεται από μια κάποια επιθετικότητα όταν πεινάει. Η Ματούλα ταυτιζόταν με αυτό. Οι λεγεωνάριοι επιδιδόταν σε στρατηγικές εκστρατείες για την ικανοποίηση των αναγκών της αγέλης τους. Σε αντίθεση με τα περισσότερα μυρμήγκια δεν είχαν μόνιμες φωλιές. Κινούταν αδιάκοπα στον χώρο. Οργάνωναν συνεχείς πορείες, όπως οι συμφοιτητές της.
Στις 8 του Φλεβάρη, η Ματούλα μαζί με εκατοντάδες συνομήλικους της βρέθηκε στην πορεία διαμαρτυρίας για την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων πανεπιστημίων. Τη στιγμή της πορείας δεκάδες αστυνομικά drone διέσχιζαν τους ουρανούς της αθηναϊκής πρωτεύουσας. Όταν υπέπεσαν στην αντίληψή της, εκείνη σήκωσε το βλέμμα στον ουρανό και σκέφτηκε πως κατά την ανάλυση του βιντεοληπτικού υλικού η ίδια και οι συμφοιτητές της θα θύμιζαν περισσότερο στρατιά μυρμηγκιών, παρά ποτάμι απελπιστικά αγανακτισμένων υπάρξεων.
Στην εντομολογία είχε ακούσει αρκετές φορές τον όρο «σύνδρομο των εκστρατευτικών μυρμηγκιών». Εκείνη την μέρα όμως κατάλαβε τις σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις της εκδήλωσής του. Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα συμπεριφορικά τους χαρακτηριστικά. Το γεγονός δηλαδή πως ζουν νομαδικά, οργανώνονται αλληλέγγυα για να αναζητήσουν συλλογικά την τροφή τους. Δεν έχουν αρχηγό, όταν πεινάνε εξοργίζονται και αν εκνευριστούν καταλήγουν να γίνονται πιο άγριοι κοινωνικοί θηρευτές ακόμα κι απ’ τα αρπακτικά ταμεία. Τα χαρακτηριστικά αυτά ανέπτυξε εκείνη την μέρα το φοιτητικό κίνημα με αποτέλεσμα τον άγριο ξυλοδαρμό των μελών του, μπροστά από τη «Μέκκα» της ελληνικής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο.
Εδώ και πέντε περίπου εβδομάδες η Ματούλα καθόταν σ’ αναμμένα κάρβουνα. Όπως τόσες και τόσες άλλες, περίμενε τη μέρα που θα βουλιάξει η Αθήνα. Στο σπίτι της φιλοξενούσε, φιλενάδες από Κρήτη και Θεσσαλονίκη. Μάλιστα κατά τη λήξη της πορείας τις αναζήτησε για να επιστρέψουν μαζί. Βρήκε μόνο την Έλσα, εκεί που η Ξενοφώντος συναντά τη λεωφόρο Αμαλίας. Περνώντας μπροστά απ’ τη βουλή είδαν αγόρια και κορίτσια να κρατούν ένα πανό. «Αύριο θα βουλιάξει η Αθήνα», έλεγε. «Αύριο», σκέφτηκε η Ματούλα. Δεν πρόλαβε όμως να κάνει βήμα. Είδε τη Στέλλα κάτω απ’ την ασπίδα ενός μπάτσου. Στην προσπάθειά του να την απωθήσει, ο μπάτσος παραπάτησε και έπεσε πάνω στην κοπέλα.
Η Ματίνα σκέφτηκε τότε, πως μια αστυνομική αρβύλα αρκούσε για να λιώσει τα μυρμήγκια. Σκέφτηκε μετά πως τα έντομα δεν κολυμπούν και πως αν βουλιάξει η Αθήνα θα πνιγούν μαζί της. Δεν μπορούσε να κάνει τέτοιο δώρο στη χώρα που συνηθίζει να πνίγει όσους δεν χωράνε εντός της. Θυμήθηκε το Έγκλημα στην Πύλο, τις δολοφονίες των Ρομά, του Φύσσα, του Κωστόπουλου, του Γρηγορόπουλου, της Τοπαλούδη, της Γαρυφαλλιάς, της Κάρολαιν. «Ματούλα θα με λιώσει με την ασπίδα του», φώναξε η Στέλλα. Πριν προλάβει να σκεφτεί το οτιδήποτε, αντιλήφθηκε πως η Έλσα είχε βρει τις υπόλοιπες. Όσο περνούσαν τα δευτερόλεπτα, τόσο περισσότερες φιλενάδες μαζευόταν γύρω-γύρω, ώσπου έγιναν περισσότερες από τους μπάτσους και κατάφεραν να φυγαδεύσουν τη Στέλλα. Συσπειρώθηκαν όπως τα μυρμήγκια. Πρόλαβαν να εκκενώσουν το μισοβουλιαγμένο Κοινοβούλιο, πριν πνιγούν μαζί του.
Την επόμενη μέρα τριάντα χιλιάδες άτομα απ’ όλη την Ελλάδα έκαναν την πόλη να βουλιάξει. Οι φοιτητές δεν ήταν μόνοι. Είχαν δίπλα τους σωματεία, οργανώσεις, συλλογικότητες, εργαζομένων, αγροτών, συνδικαλιστικούς φορείς, μέλη ΔΕΠ και καθηγητές. Η Ματίνα συγκλονίστηκε από την ανέλπιστη δύναμη των μυρμηγκιών που κατέλαβαν το κέντρο της Αθήνας. «Όσο έχουμε η μία την άλλη, όλα καλά», σκέφτηκε.
Απ’ το εμπόλεμο αθηναϊκό κέντρο,
Για το Κοσμοδρόμιο,
Η Γειτόνισσα