ΑΘΗΝΑ
20:39
|
22.11.2024
Ευχή όλων, η νέα κυβέρνηση να ορκιστεί πριν τα Χριστούγεννα ώστε να μην κάνει το πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα και πάλι η Μέρκελ.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Οι προγνώσεις επιβεβαιώθηκαν σαφώς: το πολιτικό σκηνικό μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου είναι πρωτοφανές για τη Γερμανία. Ο νικητής των εκλογών, η εδώ και δεκαετίες μεταλλαγμένη Σοσιαλδημοκρατία του SPD, κατάφερε να ξεπεράσει σε σημαντικό βαθμό τη βαθιά κρίση της και να εξασφαλίσει το 25,7% των ψήφων. Το κόμμα που οδήγησε την Άνγκελα Μέρκελ στη 16ετή κυριαρχία της, η Ένωση (Union) των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) με τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) υπέστη ιστορική ήττα παίρνοντας 24,1%, το χειρότερο ποσοστό που έχει πάρει ποτέ. Οι Πράσινοι πέτυχαν, αντίθετα, την καλύτερη εκλογική τους επίδοση (14,8%) σε ομοσπονδιακό επίπεδο από τότε που υπάρχουν.

Οι Φιλελεύθεροι απέδειξαν πως διαχρονικά και παρόλες τις συγκυριακές διακυμάνσεις εκφράζουν περίπου έναν στους δέκα ψηφοφόρους, ενώ το ακροδεξιό AfD με 10% συντηρεί έναν ευρύ πυρήνα ψηφοφόρων. Το αριστερό κόμμα Die Linke τέλος υπέστη σημαντικότατη ήττα και μπήκε στη βουλή μόνο χάρη σε μια ευνοϊκή ρύθμιση του γερμανικού εκλογικού συστήματος και τις βαθιές σχέσεις συγκεκριμένων προσώπων με τους ψηφοφόρους τους. Τέλος, η αποχή κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα, 3 στους 4 ψήφισαν. 

Στατιστικές

Η πολιτική στάση και το ποιους εκπροσωπούν ποια κόμματα φαίνεται από μια σειρά στατιστικών που καταγράφουν τις προτιμήσεις σύμφωνα με κάποια κριτήρια. Τα κριτήρια αυτά είναι η ηλικία των ψηφοφόρων, το φύλο τους και το μορφωτικό τους επίπεδο. Όσον αφορά στο φύλο, την πιο αρμονική σχέση γυναικών προς άντρες εμφανίζει η Χριστιανοδημοκρατία και το κόμμα της Αριστεράς: για κάθε γυναίκα που ψήφισε αυτά τα δύο κόμματα αντιστοιχεί ένας άντρας που έκανε το ίδιο. Τους Σοσιαλδημοκράτες ψήφισε το 27% των γυναικών και το 25% των ανδρών, ενώ στους Πράσινους η διαφορά είναι ίδια: 14% των ανδρών και 16% των γυναικών έδωσαν την ψήφο τους στο κόμμα αυτό. Πιο πολύ απήχηση σε άνδρες έχουν τα κόμματα των Φιλελευθέρων (FDP) και η Εναλλακτική για τη γερμανία (AfD). Τους πρώτους ψήφισαν 13% των ανδρών και 10% των γυναικών, ενώ την ακροδεξιά ψήφισε το 12% των ανδρών και το 8% των γυναικών.

Στις διάφορες ηλικίες παρουσιάζεται η εξής εικόνα: το SPD και η Union (CDU/CSU) έχουν μεγάλη απήχηση στις μεγαλύτερες ηλικίες: στους ψηφοφόρους άνω των 60 ετών τα δύο κόμματα εξασφάλισαν την ψήφο του 33% το καθένα. 9,5% ψήφισε Πράσινους, 8% φιλελεύθερους και AfD, ενώ 4% ψήφισε το κόμμα της Αριστεράς.

Στις ηλικίες 35 ως 60 ετών η εικόνα διαφέρει. Η Σοσιαλδημοκρατία πήρε σε αυτήν ηλικιακή ομάδα 23%, η Χριστιανοδημοκρατία 21%, οι Πράσινοι 17%, οι Φιλελεύθεροι 12%, οι ακροδεξιοί 13,5% και η Αριστερά 4,5%.

Στους νέους 18 με 35 ετών, ομάδα ψηφοφόρων με την ιδιαίτερη δυναμική της το τοπίο είναι σημαντικά διαφορετικό. Εδώ πρώτο κόμμα είναι οι Πράσινοι με 22%. Ακολουθούν οι Φιλελεύθεροι με 18%, ενώ την τρίτη θέση καταλαμβάνουν οι Σοσιαλδημοκράτες με 16% και την μοιράζονται με την ψήφο σε άλλα κόμματα που δεν εισήλθαν στη βουλή. Εδώ μπορεί κανείς να διαπιστώσει τη θέληση της νεολαίας για αλλαγές και για δοκιμές του διαφορετικού. Η Χριστιανοδημοκρατία ψηφίστηκε από νέους σε ποσοστό 12%, η ακροδεξιά πήρε 9,5% και η Αριστερά το καλύτερό της ποσοστό με 8%, σαφώς ανώτερο από τις άλλες δυο ηλικιακές ομάδες.

Τέλος, ενδιαφέρον έχει η ψήφος με βάση το μορφωτικό επίπεδο. Στους ανθρώπους που έχουν κάνει την υποχρεωτική εκπαίδευση και δεν προχώρησαν παραπέρα στο εκπαιδευτικό σύστημα το SPD και η Union (CDU/CSU) εξασφάλισαν 32% των ψήφων έκαστος. Τρίτη δύναμη αναδεικνύεται η ακροδεξιά με 13%. Ακολουθούν οι Πράσινοι με 8%, ενώ οι Φιλελεύθεροι εξασφάλισαν από αυτήν την κοινωνική ομάδα ένα ισχνό 4%. Για την Αριστερά τα πράγματα είναι ακόμα πιο άσχημα: μόνο το 3% των ανθρώπων αυτών εμπιστεύτηκε την ψήφο του στο κόμμα αυτό.

Αντίθετα, σε όσους έχουν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο, 12ετή ή 13ετή σχολική εκπαίδευση και πανεπιστημιακά πτυχία ή έχουν τελειώσει τα αντίστοιχα ΤΕΙ πρώτο κόμμα είναι οι Πράσινοι με 23%. Ακολουθούν Σοσιαλδημοκράτες και Χριστιανοδημοκράτες με 21% και την τέταρτη θέση καταλαμβάνουν οι Φιλελεύθεροι με 13%. Από 6% παίρνουν η Αριστερά και οι ακροδεξιοί.

Η αποχή στη Γερμανία δεν ήταν μεγάλη, όπως έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης. Στη Βαυαρία μάλιστα, το πιο πλούσιο κρατίδιο, σημειώθηκε το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής σε σχέση με την υπόλοιπη Γερμανία που άγγιξε το 80%. Οι Γερμανοί παίρνουν στα σοβαρά την εκλογική διαδικασία, προφανώς γιατί αισθάνονται πως η ψήφος τους έχει αξία. Η συμμετοχή στις εκλογές βρίσκεται σε αναλογία με παράγοντες όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και η κοινωνική τάξη. Έτσι, τα ποσοστά αποχής είναι υψηλότερα (25-35%) στις ηλικίες 20 με 45 ετών και χαμηλότερα στις ηλικίες άνω των 45. Μετά τα 65 όμως σημειώνεται και πάλι σημαντική αύξηση της αποχής (25-30%), ενώ αντίθετα 70% των 18χρονων πάνε και ψηφίζουν. Όσον αφορά στις κοινωνικές τάξεις, οι σχετικές κοινωνιολογικές έρευνες δείχνουν πως η αποχή είναι πιο μεγάλη στα κατώτατα κοινωνικά στρώματα, στους ανειδίκευτους εργάτες και εργάτριες και στους ανέργους, σε ανθρώπους με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο που ζουν σε φτωχές και υποβαθμισμένες περιοχές των πόλεων. Τέλος, δικαίωμα ψήφου δεν έχουν περίπου 10 εκατομμύρια ενήλικες αλλοδαποί μόνιμοι κάτοικοι της χώρας.

Να μας επιτραπεί λοιπόν η γενίκευση: γυναίκα, μορφωμένη και νέα (ή σχετικά νέα) είναι πιθανότατα υποστηρικτής των Πρασίνων, ενώ ο αντίστοιχος άνδρας είναι πιθανά με τους Φιλελεύθερους. Σε αυτούς τους άντρες και τις γυναίκες θα βρούμε και τους υποστηρικτές του Αριστερού κόμματος, ειδικά στις πιο νέες ηλικίες. Σαραντάρηδες άντρες χωρίς αναγκαστικά υψηλό μορφωτικό επίπεδο είναι πιθανόν να ψήφισαν AfD ή να μην πήγαν καθόλου να ψηφίσουν. Οι ηλικιωμένοι συγκεντρώνουν πολλές πιθανότητες να είναι ψηφοφόροι των δυο παραδοσιακών μεγάλων κομμάτων, ανάλογα με το επάγγελμα και τον τόπο κατοικίας. Η Σοσιαλδημοκρατία είναι ισχυρότερη στις πόλεις και η Χριστιανοδημοκρατία στην επαρχία, πάντα όμως γενικεύοντας.

Το νέο τοπίο

Ο Όλαφ Σολτς θα είναι σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο νέος καγκελάριος. Ηγείται του πρώτου κόμματος, απολαμβάνει δημοφιλία, θεωρείται δηλαδή επιθυμητός για τη θέση σε ποσοστό 62%, έναντι 16% του Λάσετ. Το 38% θεωρεί πως η επόμενη κυβέρνηση θα έπρεπε να σχηματιστεί υπό την ηγεσία του και θα έπαιρνε 45% αν υπήρχε άμεση εκλογή Καγκελαρίου από τον λαό. Θα πρέπει να συμβούν εξαιρετικά απρόβλεπτα γεγονότα για να μην πάει στην Καγκελαρία.

Ο Λάσετ από την πλευρά του είναι ο ξεκάθαρος χαμένος των εκλογών. Η κριτική προς το πρόσωπό του εντός του κόμματός του εκφράζεται όλο και πιο πολύ, όλο και πιο ξεκάθαρα και ήδη έχει αρχίσει να γίνεται λόγος για αντικατάστασή του. Ώρα με την ώρα αποδυναμώνονται τα όποια ενδεχόμενα θα υπήρχαν που θα οδηγούσαν σε κυβέρνηση υπό την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών, παρόλο που ακόμα εξακολουθεί να λέγεται πως θα γίνουν διαπραγματεύσεις με Πράσινους και Φιλελεύθερους για σχηματισμό κυβέρνησης.

Αλλά και στο Μόναχο, ο ηγέτης των Χριστιανοκοινωνιστών περιμένει τη σειρά του να μπει στο στόχαστρο της κριτικής όταν ξεκαθαρίσει η κατάσταση σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Το κόμμα του σημείωσε πολύ άσχημο αποτέλεσμα κι έχασε 7% πέφτοντας στο 31,7%. Για πρώτη φορά οι Πράσινοι κέρδισαν εκεί μια μονοεδρική περιφέρεια. Η γερμανική κεντροδεξιά φαίνεται πως θα έχει τέσσερα χρόνια να ανασκουμπωθεί και από τη θέση της αντιπολίτευσης να δει πώς μπορεί μακροπρόθεσμα να αντιστρέψει το κλίμα. Κυβερνά σε μια σειρά από κρατίδια, είναι βαθιά ριζωμένη, εκπροσωπεί συμφέροντα πολλών και μεγάλων μεγεθών. Μένει να δούμε πώς θα ξεπεράσει την κρίση της.

Σε κρίση μπαίνουν και το κόμμα της Αριστεράς καθώς και οι ακροδεξιοί. Οι πρώτοι έχουν να δουν ποιοι παράγοντες συνέβαλαν στο καταστροφικό αποτέλεσμα και υπάρχει διάθεση και ανάγκη για συζήτηση που θα πάει σε βάθος με απρόβλεπτες συνέπειες. Σίγουρο είναι πως η Linke απέτυχε να εκφράσει τον απλό, λαϊκό, μαζικό κόσμο της Αριστεράς, ακόμα και στην πρώην Ανατολική Γερμανία όπου είχε τις μέχρι προχτές γερές βάσεις της. Η πρώην Ανατολική Γερμανία είναι το πεδίο όπου θα ξετυλιχτεί και η κρίση στους κόλπους της AfD. Ενώ το κόμμα έχασε δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017 και δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει ικανοποιητικά το κίνημα των αρνητών του κορονοϊού και των αντιεμβολιαστών, βγήκε πρώτο κόμμα στο ανατολικογερμανικό νότο, στη Θουριγγία και τη Σαξωνία. Αυτό εκτιμάται πως θα ενισχύσει τις πιο ακραίες δυνάμεις, που είναι αυτές οι οποίες πέτυχαν αυτές τις νίκες και θα πυροδοτήσει μια κρίση κατεύθυνσης για το κόμμα. Αναλυτές βλέπουν ως και διάσπαση.

Ο μάγειρας κι οι σερβιτόροι

Ο Σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ είχε πει το 1998 πριν τον σχηματισμό της κυβέρνησής του με τους Πράσινους, πως πρέπει να είναι σαφές ότι το μεγαλύτερο κόμμα στην κυβέρνηση είναι ο μάγειρας και το μικρότερο ο σερβιτόρος. Τη νύχτα της 26ης Σεπτεμβρίου στο Βερολίνο ο Όλαφ Σολτς όταν ρωτήθηκε σχετικά είπε πως ποτέ δε συμμερίστηκε αυτήν την περιγραφή των σχέσεων μέσα σε μια κυβέρνηση συνασπισμού. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ο Σρέντερ είχε πάρει 41% και οι Πράσινοι 6,7%, ενώ τώρα το άθροισμα Πρασίνων και φιλελευθέρων (26,3%) είναι μεγαλύτερο από το 25,7% των Σοσιαλδημοκρατών. Σε αυτήν την κυβέρνηση δε θα υπάρχει μάγειρας και σερβιτόροι. Όλοι θα μαγειρεύουν κι όλοι θα σερβίρουν.

Το 57% των εκλογέων θέλει να δει τους Φιλελεύθερους να βρίσκονται στην νέα κυβέρνηση. Το 55% θέλει τους Πράσινους. Το 28% θα ήθελε το κόμμα της Αριστεράς, αλλά αυτό το σενάριο δεν είναι πλέον εφικτό. Οι άλλοι δύο όμως θα είναι όπως όλα δείχνουν στη νέα κυβέρνηση, υπό τον Σολτς. Σύμφωνα με δημοσκόπηση, το 55% θέλει αυτή τη σύνθεση για τη νέα κυβέρνηση. Ο ίδιος ο Σολτς εκφράζεται θετικά για αυτήν την προοπτική – κάνοντας και την ανάγκη επιθυμία – καθώς όπως είπε στην κρατική τηλεόραση, τα τρία αυτά κόμματα μοιράζονται από κοινού την ιδέα της προόδου.

Για να επιτευχθεί η συμφωνία προς τον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης πρέπει να γεφυρωθούν χάσματα μεταξύ πρώτα των δύο μικρότερων υποψηφίων εταίρων και μετά να κάτσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους Σοσιαλδημοκράτες. Αυτό έχει γίνει σαφές από το βράδυ των εκλογών. Εξάλλου, ο επικεφαλής των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ, δεν απέφυγε να υπενθυμίσει πως τις μεγαλύτερες συγγένειες και συμπτώσεις θέσεων τις έχει το κόμμα του με τους Χριστιανοδημοκράτες. Αυτό καταδεικνύει τη δυσκολία που θα υπάρξει στη διαπραγμάτευση με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους – που μεταξύ τους συγκλίνουν σε αρκετά σημεία – ώστε να βρεθούν κοινοί τόποι για τη διακυβέρνηση της Γερμανίας τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Δύσκολη αποστολή.

Το πιο δύσκολο σημείο θα είναι η φορολογική πολιτική. Οι Πράσινοι είναι υπέρμαχοι μιας πιο μεγάλης φορολόγησης του πλούτου προκειμένου να πετύχουν την ενεργειακή μετάβαση και την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, αλλά και τη χρηματοδότηση προγραμμάτων στήριξης των οικονομικά ασθενέστερων. Οι Φιλελεύθεροι από τη άλλη, θέλουν οριζόντιες φορολογικές μειώσεις, προς όφελος των μεγάλων και μεσαίων εισοδημάτων προκειμένου να καταστήσουν ελκυστικές οικονομικά και προσοδοφόρες τις επενδύσεις. Θέση τους είναι πως πρέπει να τεθούν οικονομικές βάσεις ώστε στη συνέχεια να εξασφαλιστούν οι πόροι προκειμένου να γίνεται οικολογική και κοινωνική πολιτική.

Εδώ όμως, αρχίζουν να ξετυλίγονται και τα κοινά σημεία. Οι Φιλελεύθεροι αναγνωρίζουν πως πρέπει να ληφθούν μέτρα τόσο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, όσο και των κοινωνικών προβλημάτων. Όλοι συμφωνούν σε αυτό, με μια εξαίρεση ίσως τους ακροδεξιούς που φλερτάρουν με την άποψη πως η κλιματική κρίση είναι υπερτονισμένη σε  μια προσπάθεια να χτυπηθεί η Δύση από τους παγκοσμιοποιητές. Ταυτόχρονα, όλοι, πλην του αριστερού κόμματος, συμφωνούν στη διατήρηση των όρων του συμφώνου σταθερότητας σε επίπεδο ΕΕ και των μέτρων λιτότητας στο εσωτερικό της χώρας. Στο πώς προσεγγίζονται όμως, αυτά τα θέματα υπάρχουν μεταξύ Πρασίνων και Φιλελευθέρων διαφορές. Οι Πράσινοι βλέπουν μια χαλάρωση της λιτότητας για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ως στόχο, ενώ οι Φιλελεύθεροι αποκλείουν κάτι τέτοιο. Γι’ αυτούς προέχει η χρηματοοικονομική σταθερότητα και η ενίσχυση της βιομηχανίας. 

Επίσης διαφορές υπάρχουν στο ζήτημα της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης με τους Φιλελεύθερους να τηρούν σκληρή στάση σε ζητήματα χρέους και ενίσχυσης των ασθενέστερων οικονομικά ευρωπαϊκών χωρών, θέματα στα οποία οι Πράσινοι είναι ελαφρά πιο ελαστικοί. Τέλος, κοινό σημείο αποτελεί η θέση της Γερμανίας στον κόσμο. Και οι μεν και οι δε βλέπουν τη Γερμανία ως έναν ισχυρό παίκτη που οφείλει να έχει ισχυρή παρουσία στο ΝΑΤΟ, αν και οι Φιλελεύθεροι θέλουν συμμετοχή σε στρατιωτικές επεμβάσεις μόνο με εντολή του ΟΗΕ, ενώ οι Πράσινοι θεωρούν πως και μια εντολή του ΝΑΤΟ ή της ΕΕ αρκεί. Δε νομίζουμε όμως, πως αυτό θα αποτελέσει το σημείο πάνω στο οποίο θα αποτύχει η διαπραγμάτευση. 

Μια ενδιαφέρουσα πτυχή αποτελεί και το τι θέλουν οι πολίτες σε σχέση με τη συνολική πολιτικο-κοινωνική κατάσταση. Το 40% των πολιτών που ρωτήθηκαν σχετικά θέλουν μια ριζική μεταβολή της χώρας συνολικά. Το 2017 ήταν 19%. Συγκεκριμένες αλλαγές χωρίς να αλλάζει η γενική πορεία θέλει το 51% , που όμως ήταν 68% πριν τέσσερα χρόνια, ενώ το 6% θέλει συνέχεια της τωρινής κατάστασης σε γενικές γραμμές. Το 2017 αυτό το ποσοστό ήταν 11%. Ο κόσμος θέλει αλλαγές μεγάλες ή μικρές. Αυτό θα κρίνει την επιτυχία της νέας κυβέρνησης. 

Οι Σοσιαλδημοκράτες περιμένουν τώρα τα αποτελέσματα των επαφών των δύο μικρότερων υποψηφίων εταίρων ώστε να ξεκινήσει η κύρια διαπραγμάτευση μεταξύ των τριών. Πιέζουν όμως, ώστε η συνολική διαπραγμάτευση να ξεκινήσει εντός αυτής της εβδομάδας. Ευχή όλων, η νέα κυβέρνηση να ορκιστεί πριν τα Χριστούγεννα ώστε να μην κάνει το πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα και πάλι η Μέρκελ. 

*Όλα τα στατιστικά στοιχεία προέρχονται από τη γερμανική κρατική τηλεόραση: https://www.tagesschau.de/wahl/.
Τα επίσημα εκλογικά αποτελέσματα είναι εδώ: https://www.bundeswahlleiter.de/bundestagswahlen/2021/ergebnisse.html

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Μαζική διαδήλωση υπέρ των λαών Παλαιστίνης και Λιβάνου στην Υεμένη

Κρατικό πακέτο στήριξης της ιαπωνικής οικονομίας με 21,9 τρις. γιεν

Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι η Αμερική-Για την ταινία «Ο Μαθητευόμενος»

Καλεσμένος στη Μόσχα ο πρόεδρος της Σενεγάλης

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα