ΑΘΗΝΑ
01:16
|
22.11.2024
Άλλο ένα επεισόδιο καθημερινής αντιρωσικής υστερίας.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Οι πραγματικά σοβαρές ειδήσεις που “διαφεύγουν” της προσοχής των καθ’ ημάς συστημικών μέσων ενημέρωσης πληθαίνουν ολοένα και περισσότερο – δείγμα κι αυτό του πόσο “ελεύθερη” και “αδέσμευτη” είναι mainstream δημοσιογραφία στα μέρη μας (και όχι μόνο). Την περασμένη εβδομάδα, για την ακρίβεια στις 28 Σεπτεμβρίου, το γερμανικό παράρτημα του YouTube (το οποίο ανήκει στον γνωστό διαδικτυακό κολοσσό Google) αποφάσισε ξαφνικά να κλείσει δύο κανάλια που ανήκουν στο ρωσικό μιντιακό consortium “Russia Today” και εξέπεμπαν μέσω της γνωστής πλατφόρμας, τα RT DE και DFP. Και όχι μόνο τα έκλεισε, αλλά τους στέρησε και το δικαίωμα ανάκτησης του λογαριασμού τους επ’ αόριστον. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι τα δύο κανάλια μετέδωσαν δήθεν ψευδείς πληροφορίες γύρω από την πανδημία της Covid-19, χωρίς ωστόσο να δοθεί στη δημοσιότητα καμία λεπτομέρεια.

Το περιστατικό δεν είναι ακριβώς πρωτοφανές, υπό την έννοια ότι τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζονται, εδώ και μερικά χρόνια, σταθερά με υποτιμητικό τρόπο από τον δυτικό κόσμο. Με πρόφαση το ότι αποτελούν, τάχα, “προπαγανδιστικά εργαλεία του Πούτιν και του καθεστώτος του”, οι… δυτικοί επιφανείς “υπέρμαχοι της ελευθερίας του λόγου”, τόσο σε μιντιακό, όσο και σε κρατικό-διοικητικό επίπεδο έχουν προβεί τα τελευταία χρόνια σε σωρεία πράξεων, που απολύτως κομψά θα ονομάζαμε με τον αγγλικό όρο “unfair”. Στερήσεις διαπιστεύσεων από σημαντικές συνεντεύξεις Τύπου, επιδεικτική τους αγνόηση από πολιτικά πρόσωπα της Δύσης, περιορισμός της κίνησής τους εντός μιας ξένης χώρας, άσκηση βίας από τα “όργανα της τάξης”, είναι μερικά μόνο από τα είδη ταπείνωσης που υπόκεινται οι Ρώσοι δημοσιογράφοι που εργάζονται στο εξωτερικό, απλά και μόνο επειδή… είναι Ρώσοι. Και Ρώσοι σημαίνει, για τους δυτικούς “υπέρμαχους” της ελευθερίας του λόγου, “πράκτορες του Πούτιν” και μάλιστα εξ ορισμού. Έτσι το περιστατικό με το κλείσιμο των δύο καναλιών του RT στη Γερμανία δεν έπεσε ακριβώς ως “κεραυνός εν αιθρία”. Ωστόσο, εάν λάβουμε υπόψη τόσο την τρέχουσα πολιτική συγκυρία στη Γερμανία και τον δυτικό κόσμο εν γένει, αλλά και την ένταση στις σχέσεις τους με τη Ρωσία με διάφορες γεωπολιτικές αφορμές (Ουκρανικό, Συριακό, ρωσικό φυσικό αέριο κ.ο.κ.), η εν λόγω ενέργεια μπορεί να αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, μια αναμενόμενη εξέλιξη, όχι όμως με αυτόν τον ωμό, κυνικό και χωρίς ηθικές αναστολές τρόπο.

Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι τα δύο γερμανόφωνα κανάλια του RT κατείχαν την 4η θέση ως προς τη θεαματικότητα και τον αριθμό των συνδρομητών τους μεταξύ των αντίστοιχων καναλιών του γερμανόφωνου YouTube. Περίπου 700 με 800 χιλιάδες γερμανόφωνοι χρήστες του Διαδικτύου παρακολουθούσαν καθημερινά το διαδικτυακό πρόγραμμα των δύο καναλιών, θεωρώντας τα ασφαλώς αξιόπιστη πηγή για την ενημέρωσή τους. Η ενέργεια του YouTube και της “μαμάς” εταιρείας Google αποτέλεσαν ένα βάρβαρο πλήγμα κατά της ελευθεροτυπίας και, κατά την ταπεινή μου άποψη, όποιος δεν το βλέπει ακριβώς έτσι, κρίνει και πράττει, στην καλύτερη των περιπτώσεων, με δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Η αντίδραση της ρωσικής πλευράς ήταν αναμενόμενη και ιδιαίτερα σκληρή. Η Roskomnadzor, δημόσιος εποπτικός φορέας στον τομέα των μέσων ενημέρωσης, της επικοινωνίας και των τεχνολογιών πληροφορικής, απαίτησε την άμεση επαναφορά των δύο καναλιών στην πλατφόρμα του YouTube και προειδοποίησε ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των δύο επικοινωνιακών κολοσσών με τη ρωσική νομοθεσία θα υποστούν κυρώσεις, όπως μεγάλα χρηματικά πρόστιμα και μεγάλη επιβράδυνση της ροής δεδομένων τους εντός της ρωσικής επικράτειας. Ο ρωσικός εποπτικός φορέας δεν απείλησε σε καμία περίπτωση τον αμερικανικό πολυεθνικό γίγαντα με κλείσιμο (κάτι που θα έδινε, μεταξύ άλλων και επιχειρήματα στην “απέναντι πλευρά” περί δήθεν “παραβίασης της ελευθεροτυπίας” στη Ρωσία), ωστόσο με τα αντίμετρα που προτίθεται να λάβει είναι σε θέση, αφενός να του επιφέρει ισχυρό οικονομικό (και όχι μόνο) πλήγμα, αφετέρου να επιτύχει, κατά κάποιον τρόπο, τη “δυσφήμισή” του στο ρωσικό μιντιακό κοινό και να το μεταστρέψει στη χρήση αντίστοιχων αμιγώς ρωσικών διαδικτυακών πλατφορμών. Και αν με το YouTube τα πράγματα είναι κάπως πιο δύσκολα, επειδή δεν υπάρχει αντίστοιχο ρωσικής παραγωγής “εργαλείο” την παρούσα στιγμή, με τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, αφού οι Ρώσοι χρήστες του ίντερνετ δείχνουν σημαντική προτίμηση στις εγχώριες εναλλακτικές των γνωστών Facebook, Twitter και Instagram, όπως το VΚontakte, το Odnoklassniki, το Telegram κ.ο.κ.

Το αξιοπερίεργο στην όλη υπόθεση, είναι ότι η (μεταβατική, πλέον) γερμανική κυβέρνηση “ένιψε τας χείρας της” και δια του εκπροσώπου Τύπου της, Στέφεν Ζάιμπερτ, δήλωσε ότι “δεν έχει την παραμικρή ανάμιξη” στο κλείσιμο των δύο διαδικτυακών καναλιών του RT. Κάτι που αντιμετωπίστηκε με σαρκασμό από την διευθύντρια του RT και του μιντιακού ομίλου Rossiya Segodnya (“Η Ρωσία σήμερα”) Μαργκαρίτα Σιμονιάν, η οποία σε πρόσφατη τηλεοπτική της εμφάνιση στο τηλεοπτικό κανάλι Rossiya 1 υπενθύμισε τις επανειλημμένες προσπάθειες των γερμανικών κυβερνήσεων να “μπλοκάρουν” την πιστοποίηση της γερμανόφωνης εκδοχής του Russia Today και ότι χρειάστηκε η συνδρομή του γειτονικού Λουξεμβούργου για να δοθεί, τελικά, η άδεια λειτουργίας της εντός της Ε.Ε.

Η παρούσα γερμανική κυβέρνηση μπορεί να… μένει μέχρι να φύγει (κοινώς, μέχρι τη στιγμή που θα γίνει εφικτός ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης, μετά τα αποτελέσματα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών στη χώρα), ωστόσο δεν έπαψε να λειτουργεί όπως και πριν, μέχρι και την τελευταία στιγμή της δικαιοδοσίας της. Και μπορεί εντός της γερμανικής πολιτικής σκηνής να υπάρχει ένα ισχυρό διακομματικό μπλοκ που επιθυμεί ομαλές σχέσεις με τη Ρωσία σε όλα τα επίπεδα (εκφραζόμενο κυρίως από την πλειονότητα του SPD, το Linke, σημαντικό τμήμα του CDU-CSU και, παραδόξως, από το ακροδεξιό AfD), υπάρχει όμως και ένα επιθετικό αντιρωσικό μπλοκ, εκφραζόμενο από το έτερο τμήμα του κυβερνητικού CDU-CSU, τους Πράσινους και το νεοφιλελεύθερο FDP, που προσπαθεί να βάλει φρένο στην ανάπτυξη των γερμανορωσικών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα, αν όχι να τις χειροτερέψει δραματικά, τοποθετώντας τη Ρωσία (όπως κάνουν επίσημα και οι ΗΠΑ) στους “εχθρούς” της Δύσης, με τους οποίους δεν μπορεί να υπάρξει καμία συμφωνία για κανένα διεθνές θέμα, παρά μόνο (σκληρή) αντιπαράθεση.

Το βέβαιο είναι, ότι η γερμανική πλευρά άνοιξε, με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά της, κακή “φάμπρικα”. Αν στην υπόθεση του Nord Stream-2 πρυτάνευσε η λογική και το συμφέρον του γερμανικού λαού (όσο σχετικά και αν κανείς το αντιληφθεί αυτό στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος), η τυχόν επιμονή της γερμανικής πλευράς, αλλά και του αμερικανικού πολυεθνικού διαδικτυακού κολοσσού στην καλλιέργεια της έντασης με τη Ρωσία στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και του διαδικτύου μπορεί να οδηγήσει σε (συμμετρικές ή ασύμμετρες) αντιδράσεις από ρωσικής πλευράς που θα “πονέσουν”.

Είναι, πλέον, πασιφανής όχι μόνο η μεταστροφή της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας σε μια σκληρότερη ρητορική εναντίον της Δύσης, αλλά και η σκληρότερη πρακτική που ακολουθεί πλέον η Ρωσία σε σειρά διεθνών ζητημάτων (με κλασικό παράδειγμα το πρόσφατο “ράλι” στην τιμή του φυσικού αερίου στην “ελεύθερη” αγορά και την παντελή έλλειψη διάθεσης της Ρωσίας να συμπεριφερθεί ως διεθνές “φιλανθρωπικό ίδρυμα”, αφήνοντας τη Δύση στο έλεος των νεοφιλελεύθερων ιδεοληψιών της περί “αυτορρύθμισης” της αγοράς). Και γίνεται πλέον ολοένα και πιο επίκαιρη η (μεταξύ σοβαρού και αστείου) σύγχρονη ρωσική πολιτική ρήση, ότι “όποιος δεν τα βρει με τον Σεργκέι Βίκτοροβιτς (Λαβρόφ, δηλ. τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών), θα βρει μπροστά του τον Σεργκέι Κουζεγκέτοβιτς (Σοϊγκού, τον Ρώσο υπουργό Άμυνας)”. Αυτό το τελευταίο, καλό είναι κάποιοι στη Δύση να μην το ξεχνούν…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Βραζιλία: Κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Λούλα στον προκάτοχό του Ζαΐρ Μπολσονάρου

Σε αποχώρηση αναγκάστηκε ο Ματ Γκάετς-Δεν θα γίνει υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ

Παγκόσμια διάσταση στον πόλεμο της Ουκρανίας βλέπει ο Πούτιν-Παρουσίασε το υπερόπλο Oreshnik (video)

Συγκέντρωση αλληλεγγύης στον Νίκο Ρωμανό στην πλατεία Συντάγματος

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα