ΑΘΗΝΑ
20:56
|
19.04.2024
Για άλλη μία φορά ο Ντράγκι τάσσεται στο πλευρό των μεγάλων εισοδημάτων και κόπτεται ώστε να μη μειωθεί ούτε κατ’ ελάχιστον το κέρδος των ολίγων.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η απόρριψη από τα κόμματα της δεξιάς που μετέχουν στην κυβέρνηση της λιποβαρούς πρότασης του δοτού πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι  για την ενίσχυση των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων μέσα από ένα τύποις επίδομα αλληλεγγύης, έριξε και το τελευταίο φύλλο συκής για τη σκοπιμότητα της επιλογής του τεχνοκράτη στο τιμόνι της χώρας και για το πραγματικό περιεχόμενο του προϋπολογισμού.

Η ακύρωση της προβλεπόμενης έκπτωσης φόρου  (247 ευρώ ανά φορολογούμενο, συνολικά 250 εκατ. ευρώ περίπου)  στα εισοδήματα άνω των 75 χιλ. ευρώ για ένα ή δύο χρόνια, προκειμένου να διατεθούν τα, πενιχρά είναι η αλήθεια, έσοδα σε ένα είδος ταμείου αλληλεγγύης, λειτουργούσε τρόπον τινά σαν τα καθρεφτάκια που δίνουν στους ιθαγενείς. Στόχος της ήταν να καθησυχάσει η κυβέρνηση τα συνδικάτα, που όψιμα ανακάλυψαν ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού δεν μεριμνά για τους εργαζόμενους και τα χαμηλά εισοδήματα .

Τα προβλεπόμενα μέτρα δεν είναι εκείνα που θα περίμενε κανείς για ένα «επεκτατικό» νομοσχέδιο 45 δισεκ. ευρώ, που προβλέπει πλήθος επενδύσεων.  Ούτε και ελαφρύνουν τα βάρη που οι αυξήσεις στην τιμή της ενέργειας επισωρεύουν στα αδύναμα και μεσαία  στρώματα. Τα οποία αντιθέτως βάσει το νέου προϋπολογισμού βλέπουν τα όρια συνταξιοδότησης να αυξάνονται και να μειώνεται το περιβόητο κατώτατο εγγυημένο εισόδημα (Reddito di citadinanza), του οποίου τα κριτήρια γίνονται πιο αυστηρά, ενώ στην ουσία με τη νέα ερμηνεία του καθοδηγεί τις μισθολογικές συμβάσεις, νομιμοποιώντας τους μισθούς πείνας. Πρακτικά τα 250 εκατ. αυτά θα έρχονταν να προστεθούν στα άλλα 500 εκατ. ευρώ, που ο Ντράγκι «εξασφάλισε» ως επιπλέον στα ανεπαρκή 2 δισεκ. ευρώ για την ενίσχυση των νοικοκυριών από τη φρενήρη αύξηση των τιμολογίων της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ωστόσο, τα κόμματα της δεξιάς παράταξης, που στηρίζουν την κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Ντράγκι (η Λέγκα, η Forza Italia του Μπερλουσκόνι (με τη συνέργεια και του γνωστού υπονομευτή Ματέο Ρέντσι του Italia Viva) αντιτάχθηκαν σθεναρά στην κατάργηση της φοροαπαλλαγής, την οποία στήριξε το Δημοκρατικό Κόμμα (Pd) και το κεντροαριστερό Leu. Μάλιστα, η αντίθεση του Μπερλουσκόνι ξένισε κάπως, τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός, παρά την εφεκτικότητα ακόμη και των κομμάτων της δεξιάς παράταξης να τον υποστηρίξουν, αλλά και της γενικότερης λαϊκής κατακραυγής, με συλλογή υπογραφών και επιστολές διαμαρτυρίας σε βουλευτές, φιλοδοξεί να «καταλάβει» και την προεδρία της δημοκρατίας και έχει αποδυθεί σε άγρα υποστηρικτών. Στο βαθμό που έχει εξαπολύσει «επίθεση φιλίας» ακόμη και προς το Κίνημα των 5 Αστέρων συντασσόμενος στη διαμαρτυρία τους για το «ψαλίδισμα» του Rdc, αλλά και κολακεύοντάς το, λέγοντας ότι «έδωσε φωνή στην αγανάκτηση» του κόσμου. 

Η δεξιά αποδεικνύει για άλλη μία φορά πως τάσσεται στο πλευρό των μεγάλων εισοδημάτων και κόπτεται ώστε να μη μειωθεί ούτε κατ’ ελάχιστον το κέρδος των ολίγων (καθώς τα εισοδήματα άνω των 75.000 μόλις και αντιστοιχούν στο 2,2% των 41 εκατ. φορολογουμένων-998.000 εισοδήματα) et pereat mundi.

Μεγαλύτερη και πιο αλγεινή αίσθηση όμως προκάλεσε η αντίδραση μέσω Twitter του Κίκο Τέστα πρώην προέδρου της Assoelettrica (ένωση εταιρειών ενέργειας που ανήκουν στην Confindustria). O Τέστα, που φευ προέρχεται από τις τάξεις του πάλαι ποτέ ΙΚΚ, χαρακτήρισε «φορολογική παρενόχληση» την όποια κατάργηση της φοροαπαλλαγής στα εισοδήματα άνω των 4.000 ευρώ-αγνοώντας (ή θέλοντας να αγνοεί) ότι υπό τις παρούσες συνθήκες η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων και νοικοκυριών στην Ιταλία ζουν με εισοδήματα έως 1.500 ευρώ.  Οι επικριτές του, που ήταν πολλοί, τόνισαν πως εκείνο που διαφεύγει από τον πρώην βουλευτή του ΙΚΚ είναι ότι στη δειλή αυτή περικοπή που πρότεινε ο Ντράγκι, εμπεριέχεται μια μορφή αλληλεγγύης από όσους κερδίζουν περισσότερα υπέρ εκείνων που αντιμετωπίζουν μετά και τη ραγδαία αύξηση των τιμών πραγματική οικονομική δυσκολία.

Τα περίπου 247 ευρώ που θα κληθούν να πληρώσουν για ένα ή δύο χρόνια, δηλαδή ποσόν που αντιστοιχεί το πολύ στο 0,3% του εισοδήματός της και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη λιγότερο. Τα εισοδήματα που η δεξιά και ο πρώην κομμουνιστής βουλευτής, υποστηρίζουν καλύπτουν μόλις το 2,2% των φορολογουμένων. Σύμφωνα με τις φορολογικές δηλώσεις, το υπόλοιπο 98% κερδίζει λιγότερα. Μάλιστα, το μέσο εισόδημα των Ιταλών είναι περίπου 21.600 ευρώ το χρόνο και μόλις το 5% των φορολογουμένων ξεπερνά τις 50.000. Όπως υπογραμμίζουν οι φωνές διαμαρτυρίας απέναντι σε αυτή την αναλγησία των πλουσίων και των εκπροσώπων τους, ενώπιον της αδήριτης πραγματικότητας είναι δύσκολο να ισχυρισθεί κανείς ότι όσοι κερδίζουν 75 χιλιάδες ευρώ δεν τα  βγάζουν πέρα και θα πρέπει να τυγχάνουν μίας κάποιας μεγαλύτερης βοήθειας.

Κάπως καλύτερη τύχη πάντως είχε η υπόθεση για την εφάπαξ έκπτωσης φόρου που προβλέπεται το 2022 για τους μισθωτούς έως 35 χιλιάδων ευρώ. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως τα εισοδήματα έως 40.000, αναλογικά θα έχουν μία σχετική μείωση στη φορολογία τους: έως 950 μέχρι τις 40.000, περίπου 98 στο όριο έως 24.000, ενώ το κλιμάκιο 28-29.000 δεν θα έχει κανένα φορολογικό όφελος. Βέβαια, μέχρι πρότινος γινόταν λόγος για να θεσπισθεί ακόμη  υψηλότερο όριο, στις 47 χιλιάδες ευρώ, ως ένας επιπλέον τρόπος να εξισορροπηθεί η παρέμβαση υπέρ των χαμηλότερων εισοδημάτων.

Το όλο εγχείρημα θα χρηματοδοτηθεί με την άντληση 1,5 δισεκ. ευρώ από το «ταμείο»  που θα προκύψει από την εξοικονόμηση πόρων μέσω της εφαρμογής της νέας φορολογίας το πρώτο έτος της υλοποίησής της. Η απόφαση  για την παροχή ενός τέτοιου «φιλοδωρήματος» χαιρετίστηκε από την πλειοψηφία, περισσότερο δε από τη δεξιά που φυσικά είδε ότι δεν πειράχθηκε εισοδηματικά η σημαντική αυτή δεξαμενή των ψηφοφόρων της.

Για άλλη μία φορά αποδεικνύεται περίτρανα η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΕΕ, που ο Ντράγκι ήλθε να επικυρώσει, πρώτα στην Ιταλία και μέσω του κύρους του ίσως και στην υπόλοιπη ΕΕ, εάν επιβεβαιωθούν τελικά οι υποθέσεις που τον θέλουν να μετακομίζει μελλοντικά στην προεδρία των 27 στη θέση της ανεπαρκούς Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν. Η έλευσή του στην ηγεσία της Ιταλίας αποσκοπούσε στο να επιτευχθούν δύο στόχοι: η εκστρατεία του εμβολιασμού και η κατάρτιση ενός προϋπολογισμού που θα ενσωματώνει τις χρυσοφόρες, για τις ιταλικές κι ευρωπαϊκές πολυεθνικές, επενδύσεις  σε ενέργεια, κατασκευές, τηλεπικοινωνίες κλπ και οι καταστροφικές για το συνταξιοδοτικό και την εργασία-που στην ουσία επαναφέρει τους επαίσχυντους «Νόμους Φορνέρο». Μία εργασία που όλο και περισσότερο γίνεται πιο ευέλικτη κι εποχιακή, με εκατοντάδες «πειρατικές» κατά περίπτωση κι επιχείρηση κλαδικές και μισθολογικές συμβάσεις, που προκαλούν πονοκέφαλο στο υπουργείο Εργασίας κι εντείνουν τις εργασιακές διακρίσεις. Παράλληλα, παγιώνονται εν τοις πράγμασιν και οι χαμηλοί μισθοί, εκείνους που επρόκειτο να στηρίξει το πενιχρό μέσο αλληλεγγύης του Ντράγκι, γεγονός που ανάγκασε ακόμη και τις Βρυξέλλες να ζητήσουν την αντιμετώπιση της τάσης αυτής, που θέλει να εξισώνει τους μισθούς με τα «κόστη της επιχείρησης».

Εκείνο που τελικά θα μείνει από τον προϋπολογισμό για να συζητηθεί δεν θα περιλαμβάνει άλλα θετικά για την ευρύτερη κοινωνία μέτρα-πλην από μερικά ψιχία που θα δοθούν για να αντιμετωπισθεί η ασυγκράτητη ακρίβεια και να μην πεθάνουν από την πείνα οι εργαζόμενοι.

Τα εργατικά συνδικάτα παρέμειναν δυσαρεστημένα και προσανατολίζονται σε γενικές απεργίες, που όμως μοιάζουν σε απονενοημένες και σπασμωδικές ενέργειες post festam, «κατόπιν εορτής», που περισσότερο ακολουθούν ασθμαίνοντας τις εξελίξεις παρά «να τις προλαμβάνουν και να τις καθορίζουν», όπως θα ήθελε για το ρόλο τους ο Μάριο Τρόντι- ένας από τους πρωτεργάτες του ιταλικού Οπεραϊσμού, που πρόσφατα έκλεισε τα 90 χρόνια του.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Δύο χρόνια με αναστολή σε κατηγορούμενο για τη φωτιά στο Μάτι

Νεαρός αυτοπυρπολύθηκε έξω από το δικαστήριο που δικάζει τον Τραμπ

Εργασιακό Γολγοθά αντιμετωπίζουν οι νέοι εργαζόμενοι λέει έρευνα του Eteron

Επίθεση χάκερ Anonymous κατά του στρατού του Ισραήλ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα