Κατ’ αρχάς το προφανές. Τίποτα από όσα επικυρώνει η έρευνα των Λύτρα και Τσιόδρα δεν ήταν αναπάντεχο, όλα είχαν επισημανθεί – και ακόμα περισσότερα. Η ΜΕΘ στο Αγρίνιο είχαμε μάθει πως είχε “100% θνητότητα“, η ΜΕΘ Πύργου δεν είχε 100%, αλλά μόνο 63%, το οποίο κατά τη διοίκηση του νοσοκομείου, ήταν “κοντά στο μέσο όρο των υπολοίπων ΜΕΘ ανά την Ελλάδα”. Το οποίο συνάδει με την εκτίμηση των Λύτρα και Τσιόδρα και είναι από μόνο του ποσοστό τεράστιο για χώρα της Δυτικής Ευρώπης. Στη Σουηδία για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, στο πρώτο κύμα ήταν 23%, στην Δανία 35% και στη Λομβαρδία που κατελήφθη εξαπίνης είχε φτάσει το 49% τον Μάρτιο-Μάιο…
Το IMEdD είχε ασχοληθεί επισταμένως με το θέμα της θνητότητας από COVID-19. O Θανάσης Τρομπούκης π.χ. σε μια εξαιρετική έρευνα, είχε επισημάνει τον τεράστιο αριθμό ανθρώπων που είχαν πεθάνει από COVID-19 εκτός ΜΕΘ, κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας τον Οκτώβριο – Δεκέμβριο του 2020, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως:
…επτά στους δέκα ασθενείς (2.954) που κατέληξαν από την COVID-19 ήταν εκτός ΜΕΘ, ενώ εντός ΜΕΘ καταγράφηκαν 1.322 θάνατοι διασωληνωμένων ασθενών, δηλαδή το 30,9% των 4.276 συνολικών θανάτων εκείνο το διάστημα
Ενώ σε άλλο άρθρο, το οποίο ποσοτικοποιούσε την υποστελέχωση των ΜΕΘ, επεσήμανε κάτι, που όπως αναδεικνυόταν και από το ρεπορτάζ, ήταν κοινός τόπος ήδη από την πρώτη εμπειρία της Ιταλίας:
…όσο αυξάνεται η πληρότητα των κλινών, τόσο αυξάνεται η θνησιμότητα από την πανδημία (θάνατοι/100 χιλιάδες τοπικού πληθυσμού) στην εκάστοτε περιοχή
Παρόλα αυτά το ότι η περιλάλητη έρευνα υπογράφεται και από τον σύμβουλο του πρωθυπουργού, έχει βαρύνουσα σημασία. Σημαίνει πως λογικά ο πρωθυπουργός θα έπρεπε τουλάχιστον να ξέρει τι θέματα να αποφεύγει, και τι ισχυρισμούς να μην κάνει.
Εις ώτα μη ακουόντων
Έχουμε λοιπόν το εξής ακατανόητο σκηνικό: Λίγες ημέρες πριν δημοσιευθεί το άρθρο των Λύτρα & Τσιόδρα, έρευνα που έχει κοινοποιηθεί κατά τα λεγόμενα των ερευνητών – και δεν υπάρχει κανένας λόγος να το αμφισβητήσει κανείς αυτό – σε “ανώτατο” κυβερνητικό επίπεδο από τα τέλη Μαΐου, ο πρωθυπουργός στη Βουλή είπε από του βήματος της Βουλής, τα εξής κατά λέξη:
“Υπάρχουν σήμερα ασθενείς διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ; Ναι, υπάρχουν. Είναι σε κρεβάτι με κανονική φροντίδα; Είναι. Έχουμε ενδείξεις ότι έχουμε μεγαλύτερη θνησιμότητα σε αυτούς τους ασθενείς σε σχέση με αυτούς οι οποίοι είναι στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας; Δεν έχω τέτοια ένδειξη. Όχι, δεν έχω, έχετε εσείς; Φέρτε την. Αντί να κουνάτε το χέρι σας επιδεικτικά εάν έχετε εσείς τέτοιες ενδείξεις και τέτοια στοιχεία καταθέστε τα”
Λίγες ημέρες μετά, ο Υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης (τέσσερις λέξεις στη σειρά που προκαλούν ανατριχίλα) έλεγε πως:
“…πράγματι, διασωληνώνεται και κόσμος εκτός ΜΕΘ, διασωληνώνεται όμως με τους όρους που προβλέπουν τα διεθνή πρωτόκολλα. Ασθενείς διασωληνώνονται κατά βάση σε χειρουργικές κλίνες, σε κλίνες ΜΑΦ ή σε ειδικές κλίνες που έχουν τεχνική υποστήριξη, υποστήριξη του υγειονομικού προσωπικού και τους αναπνευστήρες”…”
Αυτά, επαναλαμβάνω, ενώ ήταν υπόψη της κυβέρνησης η έρευνα των Λύτρα και Τσιόδρα που ουσιαστικά τίναζε στο αέρα κάθε παρόμοιο επιχείρημα – εννοώ και πέραν της κοινής λογικής. Γιατί αν έχεις τις τηλεοράσεις στην υπηρεσία σου ακόμα και το ότι ο γάιδαρος δεν πετάει θα πρέπει να τεκμηριωθεί με μελέτη.
Ειρήσθω εν παρόδω πως αν πράγματι ίσχυαν τα όσα απίστευτα ειπώθηκαν από την ηγεσία της χώρας, θα συνιστούσαν ομολογία κατάρρευσης του συστήματος υγείας. Η μόνη περίπτωση η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ να είναι ίσης αποτελεσματικότητας με τη διασωλήνωση εντός ΜΕΘ, είναι να έχουν καταρρεύσει οι ΜΕΘ. Δεν είναι σαφές ότι το κατανοούσε αυτό ο πρωθυπουργός όταν ισχυριζόταν αυτά που ισχυρίστηκε στη βουλή.
Εντωμεταξύ, λίγες εβδομάδες μετά την ενημέρωση της κυβέρνησης περί του άρθρου που υπογράμμιζε την υποβάθμιση των περιφερειακών υποδομών του ΕΣΥ, ο παραλήπτης της προανήγγειλε το κλείσιμο περιφερειακών νοσοκομείων και τη συνένωσή τους.
H ηγεσία δηλαδή της κυβέρνησης και της δημόσιας υγείας, έχοντας στα χέρια της (τουλ΄άχιστον ένα που γνωρίζουμε) απολογισμό του 2ου και 3ου κύματος όχι μόνο δεν έκανε κάτι για να αποφύγει να επαναληφθεί το κακό, έστω και μερικώς, έστω και συμβολικά, για τα μάτια, αλλά επέμενε σε τερατώδεις ανοησίες, εφάμιλλες, αν όχι υπέρτερες της αντιεμβολιαστικής “ψέκας” την οποία καταγγέλλει. Παράλληλα εξήγγειλε μέτρα που θα επιδείνωναν τις ανισότητες και τις ελλείψεις που ο ίδιος ο σύμβουλος του πρωθυπουργού εντόπιζε ως κρίσιμες για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης. Γνωρίζοντας πως αυτή η έρευνα ήταν υπό δημοσίευση σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό!
Η κυβέρνηση μέσω του εκπροσώπου της (και των αλαλαζόντων κυμβάλων της στα ΜΜΕ), ισχυρίζεται πως δεν γνώριζε την μελέτη.
Ενώ βεβαίως πρόθυμοι απολογητές της κυβέρνησης έχουν αρχίσει την αμφισβήτηση της ερευνητικής εργασίας. Αμφισβητηση στην οποία ο κ. Λύτρας απάντησε μάλλον πειστικά.
Κι αν όντως δεν είχαν πάρει χαμπάρι;
Οι επιστήμονες επιμένουν πως είχαν ειδοποιήσει εγκαίρως. Αν και η κεντρική συζήτηση είναι επί του ήσσονος από τα θέματα που ανέδειξε το άρθρο (θυμηθείτε, μιλάμε για την τεκμηρίωση του αν ο κόσμος πεθαίνει διασωληνωμένος έξω από τις ΜΕΘ σε μεγαλύτερο ποσοστό από ότι εντός, θέμα του τύπου “είναι ο Πάπας Καθολικός; Μεγάλη έρευνα του πανεπιστημίου της Κολοπετινίτσας αποδεικνύει πως είναι”), στον βαθμό που αφορά την ειλικρίνεια του πρωθυπουργού γίνεται πολιτικό θέμα. Και γίνεται πολιτικό θέμα ίσως δικαίως, αλλά το πιο ανησυχητικό ενδεχόμενο είναι ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του να λένε αλήθεια. Να έχει τεθεί η έρευνα υπόψη του και του Μαξίμου και να μην την αξιολόγησε κανείς ως σημαντική, να μην μπορεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός να κατανοήσει τι συνέπειες έχει η τεκμηρίωσή της στο τι μπορεί να λεχθεί και τι όχι. Να την είδε και να την ξέχασε βρε αδελφέ.
Έχει ο πρωθυπουργός αντίληψη των παραμέτρων της πανδημίας; Έχει το επιτελείο του; Όταν η κ. Γκάγκα ισχυρίζεται πως ο πρωθυπουργός «έχει ζητήσει να βλέπει όλα τα δεδομένα», τι κάνει ο πρωθυπουργός με τα δεδομένα αυτά; Το γεγονός ότι εδώ και 18 μήνες βλέπει στον ορίζοντα ή διακηρύσσει κατά διαστήματα τη λήξη της πανδημίας – κάτι που αποκλείεται να του είχε πει επιδημιολόγος – ενώ εναλλάξ ψέγει, επίσης σε τακτά διαστήματα, όσους νομίζουν πως η πανδημία τελείωσε, δεν μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε πως παρακολουθεί – ή πάντως κατανοεί – την πανδημική εξέλιξη.
Βέβαια, οι πρωθυπουργοί δεν είναι υποχρεωμένοι να κατανοούν τα πάντα – για αυτό έχουν συμβούλους, υπουργούς, γραμματείς. Στο επιτελικό κράτος μάλιστα του Κυριάκου Μητσοτάκη γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει έλλειψη συμβούλων, στη δε Νέα Δημοκρατία στην Κ.Ο. της και στο κόμμα, υπάρχουν εμπειρότατοι γιατροί. Κανενός η γνώμη δε ζητήθηκε; Κανένας σύμβουλός του δεν βρέθηκε να πει στον πρωθυπουργό ή στον υπουργό υγείας να αποφεύγουν τις κακοτοπιές με δηλώσεις σε θέματα που δεν κατανοούν;
Μπαίνει κανείς στον πειρασμό να σκεφτεί πως ο λόγος των ειδικών σε αυτή την κυβέρνηση είναι και αυτός επικοινωνιακός. Κανένας δεν τους ακούει πραγματικά – όπως είδαμε από την παραμέριση της “επιτροπής ειδικών” κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ή οποία από ένα σημείο και πέρα φαίνεται πως έχει πλέον μόνη αρμοδιότητα την εκ των υστέρων έγκριση ειλημμένων πολιτικών αποφάσεων. Σίγουρα, δεν έχει ούτε είχε λόγο για την επένδυση ή μη στο ΕΣΥ. Όπως είχε δηλώσει και ο Μάκης Βορίδης πρόσφατα, “…Πλέον η επιτροπή απαντά όταν της τίθενται ερωτήματα…” Ο κ. Τσιόδρας απάντησε με την έρευνά που συνυπογράφει σε ερώτημα που δεν του είχε τεθεί.
“Δεν είμαι τεχνοκράτης αλλά παίζω έναν στην τηλεόραση”
Πέραν της δουλειάς του κ. Πιερρακάκη στην ανάπτυξη των συστημάτων του egov, η οποία παρέχει και το μόνο διαπιστευτήριο ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι στην κυβέρνηση που γνωρίζουν να βιδώσουν π.χ. μια βίδα, η διακυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται – εκ των αποτελεσμάτων – πως κατά τα άλλα είναι “τεχνοκρατική” σε δύο και μόνο επίπεδα. Εκείνο των επικοινωνιολόγων / ΜΜΕ και σε εκείνο της εκχώρησης και λεηλασίας του δημόσιου πλούτου. Οι τεχνοκράτες που επικαλείται κατά τα άλλα είναι συνήθως άνθρωποι που εκπροσωπούν ιδιωτικά συμφέροντα και φίλους επιχειρηματίες.
Η κυβέρνηση αυτή θα μείνει στην ιστορία ως η πρώτη που κάθε κρίση την έβλεπε αποκλειστικά ως επικοινωνιακό διακύβευμα και ως ευκαιρία. Η ισχύς της στα ΜΜΕ τη διευκολύνει σε αυτό. Αυτό όμως δημιουργεί σοβαρά ζητήματα εκεί που χρειάζεται να ληφθούν αποφάσεις π.χ. υπεράσπισης της δημόσιας υγείας ή που απαιτούν μια κάποια γνώση.
Μπούσουλας της Νέας Δημοκρατίας για τη δημόσια υγεία είναι η ανοιχτά ομολογημένη πρόθεση εκχώρησης των φιλέτων της μέσω ΣΔΙΤ, ή outsourcing σε ιδιώτες. Μετά από το πανδημικό σοκ, που ανέστειλε προσωρινά τα σχετικά σχέδια, η κυβέρνηση προφανώς θα συνεχίσει την ολοκλήρωση της ατζέντας της, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις της στη δημόσια υγεία. Καμία εισήγηση, κανένας ειδικός, καμία έρευνα δεν θα μπορούσε να την αναγκάσει να επενδύσει στο δημόσιο ΕΣΥ.