Η παραδοσιακή συνέντευξη Τύπου του Μάριο Ντράγκι, που όπως κάθε Ιταλός πρωθυπουργός παραχωρεί πριν τις Γιορτές, επεφύλασσε την πολυαναμενόμενη είδηση , έστω και κεκαλυμμένη: ο δότος πρόεδρος της κυβέρνησης, που ως «Μεσσίας» ήλθε στις αρχές του χρόνου για να σώσει την Ιταλία, στην ουσία επιβεβαιώνει την πρόθεσή του να μετοικήσει στο Κυρηνάλιο Μέγαρο, της προεδρίας της Δημοκρατίας.
«Είμαι ένας παππούς στην υπηρεσία των θεσμών, το πεπρωμένο μου δεν έχει καμία σημασία», δήλωσε σε μία αποστροφή της συνέντευξής του ο Ντράγκι, σάμπως σκιαγραφώντας όλη την προσωπική του πορεία και σταδιοδρομία. Μία πορεία που πάντοτε ήταν ταγμένη πράγματι στους θεσμούς, μέσα στους οποίους ανδρώθηκε, γαλουχήθηκε και υπηρέτησε με ιδιαίτερη ζέση και συνέπεια.
Μόνο που οι θεσμοί που υπηρέτησε ο Ντράγκι δεν ήταν πάντοτε οι αμιγώς κρατικοί ή εκείνοι που ωφέλησαν την Ιταλία ή άλλες χώρες. Οι θεσμικές θέσεις στις οποίες ο Ντράγκι σταδιοδρόμησε πάντοτε ήταν σε υπερεθνικές οντότητες (όπως η ΕΚΤ), είτε εκπορεύονταν από τα συμφέροντα υπερεθνικών οντοτήτων (υπεύθυνος της Τράπεζας Ιταλίας για αποκρατικοποιήσεις ή αργότερα διοικητής της και υπάκουος εκτελεστής της ΕΕ) ή μεγαλοστέλεχος χρηματοοικονομικών οργανισμών (Goldman Sachs), που όμως και εκείνοι με τον τρόπο τους αποτελούν «θεσμούς», που οι αποφάσεις τους επηρεάζουν βαθιά και τους κρατικούς θεσμούς.
Ο Ντράγκι είναι αποδεδειγμένα άνθρωπος των θεσμών. Τόσο, που έστω κι εάν υπήρχε μία κάποια αμφιβολία για το εάν θα συναινούσε να μετακινηθεί στην προεδρία, διακυβεύοντας έτσι την επίπλαστη ενότητα της τωρινής πολύχρωμης κυβέρνησης, μόλις οι Financial Times έγραψαν ότι «ο Ντράγκι θα υπηρετούσε καλύτερα την Ιταλία ως πρόεδρος», ο «Σούπερ Μάριο» δεν δίστασε. Το φερέφωνο των υπερεθνικών θεσμών και των αγορών, που μόλις πριν λίγες εβδομάδες κήρυττε το αντίθετο, έδωσε το χρίσμα των όσων υπηρετεί, ανοίγοντας τον δρόμο του Ντράγκι στο Κυρηνάλιο. Άλλωστε οι Financial Times σε όλη την πορεία του Ντράγκι δεν εφείσθη επαίνων: «έτσι ο Μάριο έσωσε την Ιταλία» έγραφαν τον Απρίλιο, μόλις λίγο καιρό αφότου ανέλαβε ο δοτός πρωθυπουργός, «η Ιταλία έχει μία κυβέρνηση που επιτέλους λειτουργεί, έγραφε τον Αύγουστο» κι αφότου φαινόταν ότι εκείνος είχε επιτελέσει τους δύο κύριους στόχους για τον οποίον τον έφεραν στην πρωθυπουργία, καταργώντας τον προκάτοχό του Τζουζέπε Κόντε εν μία νυκτί. Τους εμβολιασμούς και την κατάρτιση βάσει των προϋποθέσεων των Βρυξελλών του Σχεδίου Ανάκαμψης και τον προϋπολογισμό της Ιταλίας.
Φαίνεται πως σύμφωνα με τις αγορές και την ΕΕ, οι δεσμευτικές και αδαμάντινες διατάξεις με τις οποίες «εμβολίασε» το Σχέδιο και τον προϋπολογισμό είναι τέτοιες, που καμία επερχόμενη κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να παρακάμψει ή να τροποποιήσει προσέτι, ώστε οι προστατευτικοί του «θεσμοί» θεωρούν πως ο Ντράγκι δύναται να αναλάβει την προεδρία. Άλλωστε κι εκεί, λόγω των επαυξημένων δυνατοτήτων του Ιταλού προέδρου θα μπορεί να παρεμβαίνει έως και στα κοινοβουλευτικά πράγματα και να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις.
Δεν είναι τυχαίο που ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Λέγκας Τζανκάρλο Τζορτζέτι έκανε λόγο για «ημιπροεδρική» δημοκρατία, προτείνοντας ότι ο Ντράγκι μπορεί να κυβερνήσει και από το Κυρηνάλιο. Κι επιπλέον μπορεί να παραμένει σε εφεδρεία, μετά το πέρας της θητείας της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν να αναλάβει -όπως θρυλείται- την προεδρία της ΕΕ. Άλλωστε και από τη θέση του προέδρου της Ιταλίας θα μπορεί, όπως έκανε όλον αυτόν τον καιρό με τις επαφές του, να προσφέρει με το «κύρος» και την αναγνώρισή του στο εσωτερικό πραγματεύεσθαι της Ευρώπης, που μετά την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ στερείται μίας ισχυρής προσωπικότητας, που να φέρνει στο προσκήνιο και να παίρνει θέση αποφασιστική σε φλέγοντα ζητήματα. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο πως πρόσφατα ο Ντράγκι, περισσότερο απ’ όποιον άλλο ηγέτη μίλησε αυστηρά και εισακούσθηκε περισσότερο απ’ όποιον άλλον τόσο για τον Ερντογάν, όσο και για τον Πούτιν και την Ουκρανία, το ΝΑΤΟ ή τη Λιβύη.
Άρα η θεσμική πόρτα κάθε άλλο παρά κλειστή θα παραμείνει για τον Ντράγκι στην περίπτωση που μετοικήσει στο Κυρηνάλιο. Το μόνο θέμα είναι το ζήτημα της εκλογής του, από ένα Κοινοβούλιο κι ένα σώμα εκλεκτόρων από την κοινωνία πολιτών και τις Περιφέρειες, που θα χρειασθεί μία διευρυμένη πλειοψηφία -η οποία για τον Ντράγκι μπορεί να επιτευχθεί. Και ιδού ο κόμβος: η μετοίκηση του Ντράγκι στην προεδρία τρομοκρατεί πολλούς -ιδιαίτερα ηγέτες και κόμματα που μετέχουν στην πολυσπερμία της νυν κυβέρνησης και δεν βλέπουν ευοίωνα το μέλλον της και το δικό τους.
Εάν φύγει ο Ντράγκι, ποιος μέλλει να είναι ο διάδοχός του; Ποια μπορεί να είναι εκείνη η υπερκομματική προσωπικότητα, που θα εγγυάται μία κατά συνθήκην ενότητα, αλλά ταυτόχρονα δεν θα είναι και τόσο ξένη στην πολιτική, ώστε να μπορεί να αναλαμβάνει πάνω τους ευθύνες και πρωτοβουλίες, εκεί όπου οι αποφάσεις οδηγούνται σε τέλμα; Δύσκολο να βρεις αυτή την εποχή κάποιον, έστω κι εάν ακούγονται ονόματα σαν του παλαίμαχου Τζουλιάνο Αμάτο κλπ. Εάν πάλι ο διάδοχος είναι πολιτικό πρόσωπο μέσα από τα κόμματα η μισαλλοδοξία, ο ανταγωνισμός των κατά συνθήκην συναινετικών αντικρουόμενης ιδεολογίας παρατάξεων θα οδηγήσει σε διάσπασή της και σε πρόωρες εκλογές.
Και είναι η προοπτική των πρόωρων εκλογών αυτό που κατατρομοκρατεί ιδιαίτερα τα πολιτικά κόμματα της χώρας. Πρώτο και καλύτερο το Κίνημα 5 Αστέρων (M5S), του οποίου τα ποσοστά καταβαραθρώνονται, ιδιαίτερα όσο οι αριστερογενείς ψηφοφόροι του επιστρέφουν στο Δημοκρατικό Κόμμα (Pd) του Ενρίκο Λέτα, που έχει αναδεχθεί τρόπον τινά το κύριο θεμέλιο της κυβέρνησης Ντράγκι. Μη έχοντας επιλύσει και τα εσωτερικά του ζητήματα το Κίνημα, διόλου αισθάνεται ήσυχο από τις διαβεβαιώσεις του Ντράγκι πως «έχει στρώσει» την κυβέρνηση και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ώστε να πορεύεται και χωρίς αυτόν. Το Pd είναι το μόνο που ευελπιστεί ότι η δύναμή του, έτσι όπως εκφράζεται στις δημοσκοπήσεις, θα αποτρέψει τα άλλα κόμματα να διασπάσουν και να ρίξουν την κυβέρνηση, ενώ από την άλλη αισθάνεται ανακούφιση που ο Ντράγκι βάζει υποψηφιότητα, ακόμη κι εάν αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα. Και τούτο γιατί το Pd με τον Ντράγκι θα πει «ναι» στην εκλογή προέδρου, όταν αντίθετα στην περίπτωση που είχε να αντιμετωπίσει τη μόνη βέβαιη υποψηφιότητα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τότε το αναπόφευκτο «όχι» του θα οδηγούσε σε έλλειψη πλειοψηφίας, σε αδιέξοδο και εν τέλει σε εκλογές, που ούτως ή άλλως θα σήμαιναν τέλος εποχής για την κυβέρνηση Ντράγκι.
Προς το παρόν, η κεντροδεξιά παράταξη δεν είδε με καλό μάτι την έμμεση υποψηφιότητα του «παππού στην υπηρεσία των θεσμών». Ο κύρια θιγόμενος Σίλβιο Μπερλουσκόνι, μπορεί μεν να σιωπά δημόσια, αλλά στις ευχές του για τα Χριστούγεννα στους ευρωβουλευτές της Forza Italia, υποστήριξε πως είναι χάρις στη δική του πρωτοβουλία που ξεκίνησε η στήριξη στην κυβέρνηση Ντράγκι, τονίζοντας πως αυτή αντιπροσωπεύει μία θετική εμπειρία, που θα ήθελε «να συνεχίσει χωρίς κραδασμούς μέχρι το τέλος της νομοθετικής περιόδου», το 2023. Τη θέση του Μπερλουσκόνι προσυπογράφει και ο Ματέο Σαλβίνι, που βλέπει η Λέγκα του να υποχωρεί απέναντι στο Pd, αλλά και στην ακροδεξιά της Τζόρτζα Μελόνι. «Η κυβέρνηση λειτούργησε καλά, την καθοδηγεί μια προσωπικότητα με κύρος, πρέπει να συνεχίσει, αν αφαιρέσεις το πιο σημαντικό κομμάτι του αύριο, τότε δεν υπάρχει βεβαιότητα», σχολίασε ο Σαλβίνι, καλυπτόμενος πίσω από την προοπτική της «αστάθειας». Γνωρίζοντας όμως καλά ότι και σε περίπτωση πρόωρων εκλογών εάν δεν επιτευχθεί εκλογή προέδρου ή πέσει η κυβέρνηση δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθούν εκλογικές πλειοψηφίες που να τον ξαναφέρουν στην εξουσία -ιδίως με έναν Ντράγκι πρόεδρο (και την ΕΕ) που δεν θα επιτρέψει στη Μελόνι να συμπράξει σε κυβερνητικό σχήμα . Όπως άλλωστε έχει τονίσει οργισμένα εγώ έκανα τόσες υποχωρήσεις για να τον στηρίξω και εκείνος φεύγει;
Το αποφασιστικό βήμα του Μάριο Ντράγκι στον δρόμο προς το Κυρηνάλιο, ενόψει και της καινούργιας συνόδου της κεντρο-ακρο-δεξιάς δημιουργεί νέες συνθήκες και ένα μούδιασμα στους πρωταγωνιστές της παράταξης, που θα ήθελαν τη συνέχειά του στην κυβέρνηση μέχρι το 2023. Η ίδια η Μελόνι εξέφρασε τη στήριξή της και ψήφισε τον προϋπολογισμό του Ντράγκι, αν και τον έψεξε για τη συνέντευξή του και τους «αυτοβαυκαλισμούς», οι οποίοι ήταν «περισσότερο συνέντευξη τέλους θητείας, παρά τέλους του έτους» και για το ότι δεν έχει αναγνωρίσει τα λάθη του “για την αντιμετώπιση (του νέου κύματος) της πανδημίας.
Βέβαια, εν μέρει οι Σαλβίνι και Μελόνι δεν θέλουν να ψηφίσουν για πρόεδρο τον Μπερλουσκόνι κι όπως ενδεικτικά τόνισε το στέλεχος της κεντροδεξιάς Γκαετάνο Κουαλιαρέλα, «δεν θέλουν να τον ψηφίσουν, αλλά δεν ξαίρουν πως να του το πούνε». Εξάλλου, με εμφανή τρόπο τις τελευταίες ημέρες η Μελόνι έδειξε πως θα ήθελε υποψήφια για την προεδρία την πρώην δήμαρχο του Μιλάνου κι υπουργό του Μπερλουσκόνι, Λετίτζια Μοράτι, όμως ο «Καβαλιέρε» εξέφρασε την οργή του για ένα τέτοιο πιθανό άδειασμα του από την πρώην συνεργάτιδά του και την νυν σύμμαχό του.
Το γεγονός όμως παραμένει ότι ο Μάριο Ντράγκι συνεχίζει να υπηρετεί τους θεσμούς, που θέλουν να συνεχίσουν να τους υπηρετεί. Φεύγει ικανοποιημένος για την ατζέντα που εκπλήρωσε, αφήνοντας έναν ολάκερο λαό δυσαρεστημένο: η κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την πανδημία δεν ήρθη, απεναντίας παρατείνεται έως την 31η Μαρτίου. Ο προϋπολογισμός, προσαρμοσμένος απόλυτα στα ασφυκτικά πλαίσια που έχει θέσει η ΕΕ, δεν αφήνει περιθώρια βελτίωσης για τους χαμηλόμισθους, τα όρια των συντάξεων αυξάνονται, το κατώτατο κοινωνικό επίδομα αποκτάται δυσκολότερα, οι εργασιακές σχέσεις καταλύθηκαν. Μόνον όσοι θα διαγουμίσουν τον πακτωλό του Υπερταμείου των Βρυξελλών αισθάνονται ικανοποιημένοι από τον Ντράγκι κι επιθυμούν τη διαιώνισή του σε όποιον θώκο μπορεί να τους χρησιμεύει.
Και αφήνει πίσω του ένα οξύμωρο: ο Ντράγκι ήλθε ως Μεσσίας για να σώσει την Ιταλία από τα «φθαρμένα» κόμματα και τις πολιτικές και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις τους, την πελατειακή τους σχέση με την κοινωνία και τα συμφέροντα κλπ κλπ. Μετά την υλοποίηση της ατζέντας του ο «Σούπερ Μάριο» φεύγει ορίζοντας ως θεματοφύλακές της εκείνους που ουσιαστικά απαξίωσε ως διαχειριστές της πανδημίας και της οικονομίας. Τους αφήνει δε στο χειρότερο σημείο στην έξαρση της μετάλλαξης Όμικρον (πρόσφατα ρεκόρ 36.000 μολύνσεων και 146 θανάτων σε μία ημέρα), με έναν κοινωνικό αναβρασμό λόγω αντιεμβολιαστικού κινήματος, λόγω των οικονομικών κι εργασιακών του μέτρων, λόγω της ανεπάρκειας να αντιμετωπισθεί η ακρίβεια και η άνοδος των τιμών του ρεύματος, να αποδειχθεί ότι το ενάρετο 6% της ανάπτυξης είναι πλασματικό (λόγω του -9% του 2020 λόγω πανδημίας).
Σχεδόν τους παρατάει στην αρχή μίας κατάστασης παρόμοιας με εκείνη που είχε έλθει υποτίθεται να βάλει σε τάξη, αναλαμβάνοντας την Ιταλία. Μήπως τελικά, η απόφαση του Ντράγκι να μεταβεί στην προεδρία δεν είναι παρά μία ένδοξη αποχώρηση προτού αρχίσουν να φαίνονται οι «ρωγμές» στην εικόνα της επιτυχίας του;