Μετά τη δικαστική δικαίωση του Τζόκοβιτς από την αυστραλιανή δικαιοσύνη όλα πλέον δείχνουν ότι η πλευρά που αυθαιρετεί σε αυτήν την υπόθεση είναι η αυστραλιανή κυβέρνηση. Γιατί το κάνει αυτό η κυβέρνηση της Αυστραλίας; Είναι περισσότερο ευαίσθητη στην τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων απ’ ό,τι είναι το αυστραλιανό δικαστήριο που δικαίωσε τον Τζόκοβιτς;
Προσωπικά βρίσκω πειστικές τις εξηγήσεις που δίνει στο άρθρο της στο Κοσμοδρόμιο η Zorica Rašković: Ίσως, λέει, ο Σέρβος πρωταθλητής (δηλωμένα ορθόδοξος, οπαδός των εναλλακτικών θεραπειών κλπ κλπ) θεωρήθηκε εύκολος στόχος προς ευρύτερο παραδειγματισμό των «ανεμβολίαστων». Ή ίσως να είναι κάποιου είδους αντίποινα στη γνώμη που εξέφρασε δημόσια ενάντια στις δραστηριότητες που έχει στη Σερβία η αυστραλιανή εξορυκτική εταιρεία Rio Tinto. Αλλά αυτό που για μένα είναι απολύτως σαφές είναι ότι, όποιος και αν είναι ο λόγος, επιχειρήθηκε στην περίπτωση αυτή αυτό που ονομάζουμε «δολοφονία χαρακτήρα».
Δεν το βρίσκω τυχαίο και προφανώς δεν είναι μοναδικό. Είναι από τις ειρωνείες της ιστορίας ότι η ακύρωση των φιλελεύθερων αξιών γίνεται στις μέρες μας από τις φιλελεύθερες κυβερνήσεις, τα φιλελεύθερα media και τους φιλελεύθερους διανοούμενους. Και το κάνουν χωρίς δισταγμό, χρησιμοποιώντας μεθόδους ολωσδιόλου ολοκληρωτικές. Το ξέρουμε και από άλλες περιπτώσεις, με πιο χαρακτηριστική τη δίωξη εναντίον του Τζούλιαν Ασάνζ.
Παρά τις πολλές διαφορές τους υπάρχει στην περίπτωση του Τζόκοβιτς κάτι κοινό με αυτή του Ασάνζ. Ότι η συκοφαντία θεμελιώθηκε και στις δύο περιπτώσεις όχι τόσο στην αξιοπιστία των εναντίον τους στοιχείων, όσο στην ευλογοφάνειά τους. Φαίνεται πως η δημοκρατική κοινή γνώμη αποδεικνύεται ιδιαίτερα εύπιστη όταν η συκοφαντία περιβάλλεται απ’ αυτό το είδος σύγχρονων προκαταλήψεων που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «δημοκρατικά στερεότυπα».
Το στερεότυπο εναντίον του Ασάνζ βασιζόταν στην «πολιτική ορθότητα». Ο κατηγορούμενος καταγγέλθηκε ως κακοποιητής γυναικών. Και ναι μεν η κατηγορία κατέπεσε σχετικά εύκολα στο δικαστικό επίπεδο, αφού την απέσυρε το ίδιο το υποτιθέμενο θύμα. Άφησε όμως πάνω του τη σκιά της αμφιβολίας. Και αυτό φαίνεται πως ήταν αρκετό για τους διώκτες του. Τώρα, στην περίπτωση Τζόκοβιτς, το στερεότυπο είναι άλλο: καταγγέλλεται σαν ορθόδοξος φονταμενταλιστής, άρα εχθρός της δημοκρατίας και της προόδου· και σαν οπαδός των εναλλακτικών θεραπειών, άρα ανορθολογικός αρνητής της επιστημονικής ιατρικής, ψεκασμένος αντεμβολιαστής. Όποιος τον υπερασπίζεται είναι επίσης εχθρός της δημοκρατίας, ψεκασμένος κλπ.
Εδώ έχουμε κάτι το ιδιαίτερο, που αξίζει να προσεχτεί. Το στερεότυπο εναντίον του Τζόκοβιτς πατάει στον βαθύ «αντιανατολισμό» που διακατέχει το φιλελεύθερο ιδεώδες των τελευταίων δεκαετιών. Δεν είναι της στιγμής, αλλά επιτρέψτε μου μια μικρή παρέκβαση: Θυμάστε τη «Σύγκρουση των Πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντιγκτον στις αρχές της δεκαετίας του 90; Τα πράγματα έχουν προχωρήσει αρκετά από τότε. Από την αμυντική στρατηγική του Χάντιγκτον για οχύρωση της Δύσης έναντι του πολιτισμικού βαρβαρισμού της Ανατολής, έχουμε πλέον περάσει σε μια επιθετική στρατηγική περικύκλωσης, και ει δυνατόν συρρίκνωσης του «ανορθολογικού» και «αντιδημοκρατικού» ορθόδοξου φονταμενταλισμού, κέντρο του οποίου φέρεται να είναι η Ρωσία του Πούτιν.
Είναι η κορύφωση της ιδεολογικής αντεπίθεσης του γερασμένου δυτικού καπιταλισμού, που μετά την πολιτική και πολιτισμική κρίση των 60s και 70s έχει ξαναστηθεί στα πόδια του, στηριγμένος στα αριστερά δεκανίκια του «δικαιωματισμού» και του «περιβαλλοντισμού»· πρόσφατα και του «επιστημονισμού». Είναι μεγάλο θέμα, που νομίζω πως δεν έχει τύχει της απαραίτητης προσοχής, και που χωρίς αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί η επιρροή του ακροδεξιού λαϊκισμού και του ανορθολογικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού στα λαϊκά στρώματα.
Ας μείνουμε όμως στην υπόθεση Τζόκοβιτς και στον προπαγανδιστικό της χειρισμό. Θα έλεγα πως ένα δημοκρατικό αντίδοτο στις επιχειρήσεις «δολοφονίας χαρακτήρων», όπως αυτή κατά του Τζόκοβιτς, είναι όχι μόνο η εξέταση των κατηγοριών υπό το πρίσμα των πραγματικών γεγονότων, αλλά και η ψύχραιμη και ορθολογική εξέταση των υποκείμενων στερεοτύπων στη βάση των οποίων οι κατηγορίες διατυπώνονται. Να μην τα καταπίνουμε αμάσητα.
Δεν είναι αυτό μια ελάχιστη πρόνοια για την πραγματική και ουσιαστική υπεράσπιση των φιλελεύθερων αξιών και του ορθού λόγου;