Τον τελευταίο καιρό φαίνεται όχι έχει γίνει δημοφιλές στους πολιτικούς κύκλους της Δύσης το «ευγενές» άθλημα της ταυρομαχίας. Πάνω που οι φωνές διαμαρτυρίας για τη βάρβαρη αντιμετώπιση των δύστυχων ταύρων κόντευαν να πιάσουν τόπο και να απαγορευθεί εντελώς το βάρβαρο αυτό θέαμα (στην Καταλονία έχουν απαγορευθεί δια νόμου), κάποιοι έχουν βαλθεί να «ζωντανέψουν» την παράδοση, όχι με την κλασική έννοια του όρου, αλλά με όρους τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας.
Να αναφέρουμε πληροφοριακά, ότι ταυρομαχίες διεξάγονται στις μέρες μας στην Ισπανία (πλην της Καταλονίας, όπως προαναφέραμε), στη νότια Γαλλία, στην Πορτογαλία, στο Μεξικό και σε μερικές ακόμη χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ο στόχος των σύγχρονων υποψηφίων ταυρομάχων είναι το θέαμα αυτό να διαδοθεί (αν όχι να επιβληθεί) σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και όχι μόνο… Σκεφτήκαμε, λοιπόν, να τους δώσουμε μερικές χρήσιμες συμβουλές για το πώς να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η δική τους σωματική ακεραιότητα.
Καταρχάς, οι ταυρομαχίες (στα Ισπανικά: corridas) διεξάγονται σε ειδικά διαμορφωμένα αμφιθέατρα με εξέδρες, τις γνωστές μας αρένες (arenas). Στο κέντρο της αρένας βρίσκεται η «πλατεία των ταύρων» (plaza de toros), δηλαδή ο χώρος στον οποίο διεξάγεται η ταυρομαχία. Η «πλατεία» διαθέτει τρεις εισόδους-εξόδους: μία για να εισέρχονται οι ταύροι, μία για τους ταυρομάχους και μία για να απομακρύνουν τους σκοτωμένους ταύρους.
Στην πρώτη φάση της ταυρομαχίας, ο ταύρος εισέρχεται στην «πλατεία» και τον συναντά το «πρώτο κύμα» ταυρομάχων, οι λεγόμενοι «πικαδόρες» (picadores). Η ονομασία τους έχει διπλή σημασία: επί λέξει σημαίνει «αυτοί που κρατούν (χειρίζονται) την πικάδα» (picada), ένα μακρύ κοντάρι με αιχμηρή άκρη, που καρφώνεται στο δέρμα του ταύρου σε μικρό βάθος και σκοπό έχει να το προκαλέσει να γίνει πιο επιθετικός. Επειδή όμως η λέξη προέρχεται από το ισπανικό ρήμα picar (προκαλώ, πικάρω), μπορεί να ερμηνευθεί και ως «αυτός που προκαλεί», «ο προβοκάτορας». Οι picadores είναι έφιπποι και τα άλογά τους είναι προστατευμένα σαν τεθωρακισμένα, ώστε να μη μπορούν – θεωρητικά – να τους διεμβολίσουν οι ταύροι με τα κέρατά τους, ωστόσο έχουν καταγραφεί περιστατικά όπου η όποια θωράκιση πήγε «περίπατο» (και ο picador διέβη τον Αχέροντα).
Στη δεύτερη φάση της ταυρομαχίας εισέρχονται οι λεγόμενοι μπαντεριλιέρος (baderilleros) ή μπαλεστιλιέρος (balestilleros), αφού
(…) baderillas ή balestillas ονομάζονται οι μακρόστενες σαν βέλη (ή σαν σύγχρονοι πύραυλοι μέσου και μικρού βεληνεκούς) ξύλινες βέργες με μεταλλικά άκρα, τα οποία καρφώνονται στο δέρμα του ταύρου, αλλά έχουν την ικανότητα να γαντζώνονται στο εσωτερικό του και να προκαλούν από τη μία έντονο πόνο και από την άλλη έντονη οργή στον ταύρο, που φτάνει ένα βήμα πριν από το να διαλύσει ό,τι βρεθεί στο διάβα του.
Στην τρίτη και τελευταία φάση της ταυρομαχίας, εμφανίζεται ο ματαδόρ (matador), δηλαδή σε κυριολεκτική μετάφραση ο «φονέας» του ζώου. Αυτός στο ένα χέρι κρατάει ένα κόκκινο πανί σε σχήμα καρδιάς, τη μουλέτα (muleta), στηριγμένο σε έναν πήχη που το κρατάει σε απόσταση τουλάχιστον 50 εκατοστών από το σώμα του ταυρομάχου με το χέρι του στην έκταση. Το γεγονός ότι το πανί έχει κόκκινο χρώμα δεν παίζει, επί της ουσίας, κανέναν ρόλο, αφού οι ταύροι έχουν αχρωματοψία, αλλά έτσι απαιτεί η παράδοση, ας πούμε… Στο άλλο χέρι ο ματαδόρ κρατάει το σπαθί με το οποίο τελικά θα σκοτώσει τον δύστυχο ταύρο.
Αρχικά τον προκαλεί με έντονες κινήσεις του πανιού, ώστε ο ταύρος να περνά ολοένα και πιο κοντά από το σώμα του ταυρομάχου και στο τέλος, όταν ο ταύρος έχει ήδη κουραστεί αρκετά από τη συνεχή τρεχάλα, ο matador τον σκοτώνει, χρησιμοποιώντας είτε την τεχνική του volapié (βολαπιέ), όπου ο ίδιος επιτίθεται τρέχοντας προς την πλευρά του ταύρου, είτε με την τεχνική του reciviendo (ρεθιβιέντο = υποδοχή), όπου ο ταυρομάχος στέκεται ακίνητος και περιμένει τον ταύρο να του επιτεθεί, πριν καρφώσει το σπαθί ανάμεσα στα πόδια και στην καρδιά του ζώου. Και στις δύο περιπτώσεις ο ταύρος πρέπει να βρίσκεται με τα κέρατα προτεταμένα προς τη μεριά του ταυρομάχου, να φαίνεται δηλαδή σαν να είναι αυτός ο επιτιθέμενος σε κάθε περίπτωση…
Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, έχουν να κάνουν με τους ταύρους. Οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με τις αρκούδες. Οι οποίες έτσι και κάνετε το λάθος να τις προκαλέσετε και τις ερεθίσετε, θα σας πάρει και θα σας σηκώσει. Στην κυριολεξία, όχι μεταφορικά. Και μετά θα σας αφήσει να πέσετε στο έδαφος με πάταγο, έχοντας για μοναδική χαρά από την όλη διαδικασία, ότι απάλλαξε τον εαυτό της (και το δάσος ολόκληρο) από την ενοχλητική παρουσία σας…
Γι’ αυτό και η μοναδική μας συμβουλή προς τους υποψήφιους ταυρομάχους είναι: ποτέ μη μπερδέψετε έναν ταύρο με μια αρκούδα. Κι αν συναντήσετε στο δάσος μια αρκούδα (γιατί αλλού δεν προβλέπεται, πλέον, να τη συναντήσετε), φροντίστε να έχετε μαζί σας κανένα βάζο μέλι, κανένα μήλο ή φρούτα του δάσους, whatever, που λένε και στο χωριό μου. Κι εσείς θα ζήσετε καλά κι αρκούδα καλύτερα (ή το αντίστροφο, αλλά anyway, όπως επίσης λένε στο χωριό μου)… Προς τι το μίσος κι ο αλληλοσπαραγμός; (Αυτό το έλεγε ο Τσαγανέας, αλλά μ’ αρέσει και το υιοθετώ). Το δάσος μας χωράει όλους, αρκεί να μην προκαλούμε ο ένας τον άλλον. Όσο για τις αρένες, ας καταχωρηθούν μια και καλή στις καλένδες της Ιστορίας, ως μια κακή ανάμνηση του παρελθόντος…
ΥΓ: Οποιαδήποτε σχέση με δρώντα πολιτικά πρόσωπα, χώρες, συμπεριφορές κτλ ελέγχεται…