ΑΘΗΝΑ
11:36
|
23.04.2024
Αντιμέτωπες με δράστες ενδοοικογενειακής βίας που υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας ερχονται σε πολλες περιπτώσεις γυναίκες που επιχειρούν να καταγγείλουν την κακοποίησή τους στη Γαλλία.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Στα τέλη Ιανουαρίου, μια 28χρονη γυναίκα βρέθηκε στραγγαλισμένη σε διαμέρισμα που μοιραζόταν με τον σύντροφό της και αστυνομικό Αρνώ Μπονφουά (Arnaud Bonnefoy) στην πόλη του Παρισιού. Ο κύριος ύποπτος για τη γυναικοκτονία, ο οποίος παρά την παρελθοντική του καταδίκη για ἀσκηση ενδοοικογενειακής βίας, υπηρετούσε στο αστυνομικό τμήμα Blanc-Mesnil, έκτοτε αγνοείται. 

Πρόκειται για την 12η γυναικοκτονία που καταγράφεται από την αρχή του έτους στη Γαλλία, όπου υπολογίζεται ότι κάθε τρεις ημέρες μια γυναίκα δολοφονείται από πρώην ή νυν σύντροφο.  

Όπως υπενθυμίζει δημοσίευμα του France24, o ίδιος αστυνομικός είχε τεθεί προσωρινά υπό κράτηση τον Οκτώβριο του 2019 κατηγορούμενος για άσκηση βίας κατά της συντρόφου του. Ωστόσο, αντί της ποινικής δίωξης, του δόθηκε η επιλογή να παρακολουθήσει ένα μάθημα ευαισθητοποίησης και του έγινε μια απλή σύσταση, η οποία δεν καταγράφηκε καν στο ποινικό του μητρώο. 

«Έχει στην κατοχή του το υπηρεσιακό του όπλο και ένα μαύρο σακίδιο. Ο αστυνομικός οδηγεί ένα λευκό Peugeot 208 σε κακή κατάσταση και είναι πιθανό να ταξιδεύει σε όλη τη χώρα» αναφέρει ολιγόλογη ανακοίνωση του αρχηγείου της αστυνομίας του Παρισιού που εκδόθηκε στις 10 Φεβρουαρίου, με τα εξαιρετικά αργά αντανακλαστικά των αρχὠν να δημιουργούν ερωτήματα για την ανάληψη δράσης περισσότερες από δέκα ημέρες μετά την γυναικοκτονία.

Το γεγονός, μάλιστα, ότι παρά το ιστορικό του και τις κατηγορίες που τον βάρυναν επιτράπηκε στον εν λόγω αστυνομικό να επιστρέψει στην υπηρεσία του, έχει επαναφέρει στη χώρα τη συζήτηση σχετικά με την ισόνομη δίωξη μελών των δυνάμεων ασφαλείας και το κατά πόσον είναι αποδεκτό να συνεχίζουν να χειρίζονται καταγγελίες άλλων θυμάτων όταν οι ίδιοι έχουν κατηγορηθεί. 

«Ό,τι δεν καταγράφεται είναι σαν να μην υπάρχει»

Μετά την αποκάλυψη ότι αστυνομικός, στον οποίο κατά το παρελθόν είναι επιβληθεί ποινή οκτώ μηνών με αναστολή για ενδοοικογενειακή βία, είχε συντάξει μια δυσανάγνωστη αναφορά που δεν διαβιβάστηκε ποτέ σωστά στις δικαστικές αρχές για την υπόθεση της Σαϊνέζ Νταούντ (Chahinez Daoud), οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των δικαιωμάτων των γυναικών απαίτησαν από το υπουργείο Εσωτερικών τη σύσταση ενός μητρώου με τα ονοματεπώνυμα όλων των μελών των δυνάμεων ασφαλείας που έχουν κατηγορηθεί για άσκηση ενδοοικογενειακής βίας.

Σημειώνεται ότι η Σ. Νταούντ δολοφονήθηκε από τον πρώην σύζυγό της στις 4 Μαΐου 2021, δύο μήνες μετά την υποβολή σχετικής καταγγελίας, με τις αρχές να περιορίζονται σε πειθαρχικό έλεγχο του υπεύθυνου αξιωματικού και πέντε συναδέλφων του για «διοικητικές παραλείψεις». Από την πλευρά του, στον απόηχο των αντιδράσεων για τη γυναικοκτονία, ο υπουργός Εσωτερικών, Ζεράρ Νταρμανέν (Gérald Darmanin) ισχυρίστηκε  σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Parisien ότι στο εξής κάθε αστυνομικός που βαρύνεται με κατηγορίες για άσκηση ενδοοικογενειακή βία δεν θα πρέπει πλέον να έρχεται σε επαφή με το κοινό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Γαλλία δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που να αποδεικνύουν πόσοι αστυνομικοί ή χωροφύλακες υπήρξαν δράστες ενδοοικογενειακής βίας. Το 2016, η Εθνική Ομοσπονδία Αλληλεγγύης Γυναικών κατέγραψε 115 τηλεφωνήματα στην εθνική γραμμή βοήθειας (3919) από συζύγους αστυνομικών ή χωροφυλάκων που είχαν πέσει θύματα βιασμού, με τον αριθμό να εγείρει έντονη ανησυχία, καθώς κατά τη διάρκεια ολόκληρου του έτους το επάγγελμα του δράστη καταγράφηκε σε μόλις 1.210 κλήσεις, σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα Liberation.

«Το πρόβλημα είναι ο κώδικας της σιωπής», αναφέρει μιλώντας στο France24 η Στεφανί Λαμί (Stéphanie Lamy), συνιδρύτρια της οργάνωσης Abandon de Famille – Tolérance Zero που δραστηριοποιείται στην καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών. 

«Η ενδοοικογενειακή βία δεν αναγνωρίζεται από την αστυνομία ως πρόβλημα του συστήματος, παρόλο που είναι» σημειώνει η ακτιβίστρια, προσθέτοντας πως «αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε την καταγραφή. Έχει να κάνει με την ευαισθητοποίηση και τη δυνατότητα να εντοπίζονται όσοι εμπλέκονται σε υποθέσεις βίας κατά των γυναικών, ακριβώς για να συνειδητοποιήσουμε την έκταση του φαινομένου».

«Ό,τι δεν καταγράφεται δεν μετράει» καταλήγει η εκπρόσωπος της οργάνωσης.

«Εγώ είμαι ο νόμος»

Η μόνη περίπτωση να γνωστοποιηθεί η εμπλοκή ενός αστυνομικού σε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας στη Γαλλία, προϋποθέτει την υποβολή καταγγελίας εναντίον του. Η εξέλιξη, ωστόσο, της υπόθεσης και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις του εγκλήματός του στον χώρο εργασίας του εξαρτώνται από την κατά περίπτωση ευελιξία του κρατικού μηχανισμού, καθώς ακόμη δεν υπάρχουν αυτόματες διαδικασίες ή πρωτόκολλα. 

Την ίδια ώρα, τα θύματα αποθαρρύνονται από την διαδικασία της καταγγελίας και στοχοποιούνται με σκοπό τον εκφοβισμό τους, «πόσω μάλλον όταν ο δράστης είναι μέλος της αστυνομίας», όπως αναφέρει η Σοφί Μπουτμπούλ (Sophie Boutboul) συγγραφέας της έρευνας Silence, on cogne για τα θύματα ενδοοικογενειακής κακοποίησης από αστυνομικούς. 

«Οι αστυνομικοί ή οι χωροφύλακες θα πουν πράγματα όπως “εγώ είμαι ο νόμος” ή “είναι ο λόγος σου ενάντια στον δικό μου” ή ότι η καταγγελία του θύματος θα καταλήξει απλώς στο γραφείο τους, ή ότι έχουν άδεια, είναι ορκωτοί και γνωρίζουν τον εισαγγελέα. Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα που άκουσα στις μαρτυρίες που συγκέντρωσα» υπογραμμίζει η ερευνήτρια.

Υπενθυμίζεται πως το φθινόπωρο του 2021, χιλιάδες γυναίκες αποκάλυψαν μέσω αναρτήσεων στο Twitter υπό στο hashtag  #DoublePeine την κακομεταχείριση που υφίστανται τα θύματα και την απαράδεκτη αντιμετώπιση των καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης από τις γαλλικές αστυνομικές αρχές στις ελάχιστες περιπτώσεις που οι κακοποιημένες γυναίκες και θηλυκότητες προσφεύγουν στα αστυνομικά τμήματα. 

Παράλληλα, η πιθανότητα μια καταγγελία να γίνει δεκτή από την εισαγγελία, σε περίπτωση που το θύμα καταφέρει να προχωρήσει σε αυτή, αγγίζει οριακά το 20%. Σε περίπτωση που γίνει αυτό, και παρά την ενδεχόμενη καταδικαστική απόφαση, τα μελη των δυνάμεων ασφαλείας δεν απομακρύνονται από την υπηρεσία τους, όπως απέδειξαν οι περιπτώσεις του Α. Μπονφουά και του αξιωματικού που ήταν υπεύθυνος για την καταγγελία της Σ. Νταούντ.

«Υπάρχει επίσης προνομιακή μεταχείριση για τους κατηγορούμενους. Μπορεί να είναι η πρόσβαση σε τηλέφωνο, η διαγραφή ορισμένων εγγράφων κατά τη διαδικασία, η υποβάθμιση των γεγονότων…» επισημαίνει η Σ. Μπουτμπούλ, υπογραμμίζοντας πως η ευνοϊκή αντιμετώπιση επεκτείνεται και στην αλλοίωση του ποινικού μητρώου των κατηγορουμένων.

«Είδα πολλές καταδίκες που δεν είχαν καταχωρηθεί στο ποινικό μητρώο ενός αξιωματικού. Και ακόμη και όταν καταγράφονται, εναπόκειται στην ιεραρχία να το χειριστεί. Οι προϊστάμενοι των τμημάτων, οι επίτροποι, οι επικεφαλής των ταξιαρχιών βρίσκονται με μια πολιτική κατά περίπτωση και με όλη την ευθύνη στους ώμους τους, όταν κάποιος από το προσωπικό τους εμπλέκεται για ενδοοικογενειακή βία» καταλήγει η ίδια.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ναυάγιο στη Μάγχη: Τουλάχιστον 5 νεκροί-Φόβοι για περισσότερους

Ο Ιρλανδός ΥΠΕΞ κατηγορεί το Ισραήλ για προσπάθεια υπονόμευσης της UNRWA

ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Ανακοινώθηκαν οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές

Στέιτ Ντιπάρτμεντ: Εκθέτει κυβέρνηση Μητσοτάκη για αστυνομική βία και υποκλοπές

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα