ΑΘΗΝΑ
02:05
|
09.05.2024
Ο Ζαΐχ Μπολσονάρου και ο στρατός εξυμνούν τη χούντα του 1964. Μια χωρίς αιδώ εξύμνηση της πιο σκοτεινής περιόδου 21 ετών για τη χώρα.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια υπό την προεδρία του ακροδεξιού Ζαΐχ Μπολσονάρου η 31η Μαρτίου, ημέρα αποφράδα για τη Βραζιλία, που σηματοδοτεί το ιταμό πραξικόπημα του 1964, έχει μονομερώς μετατραπεί σε μία πανηγυρική ημερομηνία για τα φασιστικά κατάλοιπα στον στρατό και στην κοινωνία της χώρας. Η χωρίς αιδώ εξύμνηση, η προσπάθεια αποκάθαρσης και καθαγιασμού μίας εγκληματικής και σκοτεινής περιόδου 21 ετών για τη Βραζιλία, η συστηματική παραποίηση κι αποσιώπηση των ιστορικών συνθηκών, η κοροϊδία κι η προδοσία τόσων και τόσων θυμάτων, προσπάθεια στην οποία αντιθεσμικά φέτος συμμετείχε κι ο ίδιος ο στρατός με ασύλληπτες δηλώσεις του, στόχο έχουν και αυτή τη χρονιά, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2023 να πολώσουν την κοινωνία και να δώσουν αφορμή στον Μπολσονάρου να κηλιδώσει τους αντιπάλους του και τους θεσμούς της χώρας.

Για τον  Μπολσονάρου, η 31η Μαρτίου δεν σηματοδότησε τίποτε: «τι έγινε εκείνη την ημέρα; Ο,τιδήποτε. Η ιστορία δεν καταγράφει ούτε έναν Πρόεδρο της Δημοκρατίας να έχει χάσει την θητεία του αυτήν την ημέρα», δήλωσε με θράσος ο Μπολσονάρου, γιατί γι’ αυτόν η «εκπαραθύρωση» του τότε προέδρου της Δημοκρατίας Ζουάου Γκουλάρτ, ο οποίος έζησε εξόριστος στην Ουρουγουάη, δεν αποτελεί θεσμική εκτροπή.

Κι όχι μόνον αυτό. Χωρίς τη δικτατορία, κατά τον Μπολσονάρου, η χώρα δεν θα είχε «μεγαλουργήσει» και «δεν θα ήταν παρά μία ‘δημοκρατιούλα’ της σειράς» (republiqueta)! Και φυσικά ούτε λόγος για τη μακρόχρονη την αναστολή των πολιτικών και πολιτικών δικαιωμάτων στη χώρα, πέρα ​​από τις διώξεις, τα βασανιστήρια και τον θάνατο αντιπάλων του στρατιωτικού καθεστώτος. Μεταξύ των βασανισθέντων να θυμηθούμε ήταν και η πρώην πρόεδρος Ντζίλμα Ρούσεφ. Ούτως ή άλλως, ο Μπολσονάρου λίγες μέρες πριν, στις 27 Μαρτίου,  είχε πλέξει το εγκώμιο του συνταγματάρχη Κάρλους Μπριλιάντζι Ούστρα, γνωστού βασανιστή της χούντας. Ο Μπολσονάρου λέγοντας πως κανένας πρόεδρος δεν χάθηκε εκείνη την ημέρα, απλώς λησμόνησε να πει πως, μετά την ορκωμοσία στις 2 Απριλίου 1964 του «ανδρείκελου» Ρανιέρι Μαζίλι, προέδρου της Βουλής, στη χηρεύουσα προεδρία, η διακυβέρνηση παρέμεινε στα χέρια των στρατιωτικών, που οπισθοδρόμησε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά τη χώρα.

Την ιστορική παραποίηση του Μπολσονάρου ήλθε, εντελώς ανοίκεια, να συνδράμει και η ανακοίνωση των ενόπλων δυνάμεων και του υπουργείου Άμυνας, που χαρακτήριζε το «Κίνημα» του ‘64 ως ιστορική ημερομηνία για την πολιτική της χώρας. Και μάλιστα, αναστρέφοντας τελείως την πραγματικότητα τόνιζε πως «η ιστορία δεν μπορεί να ξαναγραφτεί (sic!), με μία απλή πράξη αναθεωρητισμού (sic!) και έξω από τα συγκεκριμένα πλαίσια (sic!)». Ο Στρατός τονίζει πως μετά το «Κίνημα» (όρος που επινοήθηκε τελευταία για να αποσείσει την αμαρτωλή σημασία του πραξικοπήματος, κάτι σαν την «Επανάσταση» των δικών μας χουντικών), τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν χρόνια «σταθερότητας, ασφάλειας, οικονομικής ανάπτυξης και… πολιτικής ωρίμανσης (sic!)».

Με αφορμή δε την ομιλία του σε ειδική τελετή στο προεδρικό Μέγαρο του Πλανάλτο ο Μπολσονάρου φέτος δεν περιορίσθηκε μόνον στο να εκθειάσει το στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά άδραξε την ευκαιρία για να επιτεθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο και στην εκλογική διαδικασία με ηλεκτρονική ψήφο. Λαμβάνοντας αφορμή από την υπόθεση του βουλευτή, Ντανιέλ Σιλβέιρα, ο Μπολσονάρου επιτέθηκε, χωρίς να τον κατονομάζει, στον Ανώτατο Δικαστή Αλεσάντρε ντζι Μουράες, με τον οποίο έχει και προσωπικές διαφορές καθώς είναι ένας από αυτούς που ζητούν την έρευνα κι εξέταση του Προέδρου για σκάνδαλα.

Στην υπεράσπιση του Μπολσονάρου έσπευσε και ο Στρατός, που στην ίδια ανακοίνωσή του για το «εθνοσωτήριο Κίνημα» τόνισε πως ο «στρατός θα συνεχίσει να εγγυάται, αυστηρά, τη συνταγματική νομιμότητα, την άμυνα του έθνους, στην υπηρεσία του μόνου κυρίαρχου σε αυτήν τη χώρα, δηλαδή του λαού». Του λαού που φυσικά εκλέγει ηγέτες σαν τον Μπολσονάρου κι όχι δικαστές, που αντιτίθενται στις προεδρικές αποφάσεις. Έτσι κι αλλιώς, όλοι οι λαϊκιστές κι αυταρχικοί ηγέτες, ο Τραμπ, ο Όρμπαν, ο Σαλβίνι, η Λεπέν και λοιποί πάντα επικαλούνται τον λαό ως απόλυτο κυρίαρχο για να επιβάλουν τις αντιδημοκρατικές, αυθαίρετες και μισαλλόδοξες πολιτικές τους και να αναστείλουν δικαιώματα, καλυπτόμενοι πίσω από το πέπλο της λαϊκής ετυμηγορίας υπέρ αυτών.

Ο δε βουλευτής Σιλβέιρα, που αυτόκλητος συνήγορός του εμφανίσθηκε ο ακροδεξιός πρόεδρος, είχε υπερβεί τα εσκαμμένα και απειλούσε ευθέως τη ζωή μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να διαταχθεί να παρακολουθείται με «βραχιολάκι», το οποίο δεν αποδέχεται και απειλεί με μηνύσεις το δικαστήριο. Παραποιώντας την ιστορία, ο Μπολσονάρου αναφέρθηκε στην ελευθερία «κινήσεων και ζωής», που υπήρχε επί δικτατορίας (sic!) και δήλωσε πως «ένας δικαστής, που δεν έχει να κάνει τίποτε (..) με μηνύει συνέχεια. Κάποιος που δεν έχει κάνει τίποτα χρήσιμο για την κοινωνία, ξαφνικά μηνύει τον πρόεδρο και τον βουλευτή [Σιλβέιρα] κάθε μέρα. Τι θέλει με αυτό;»

«Όλοι εδώ, ο βουλευτής Ντανιέλ Σιλβέρια, όλοι έχουν το δικαίωμα να έρχονται και να φεύγουν, να βγαίνουν από τη Βραζιλία, να δουλεύουν, να κάνουν οικογένεια, να σπουδάζουν, όπως πολλοί εδώ σπούδαζαν εκείνη την εποχή (του πραξικοπήματος)», τόνισε ο Μπολσονάρου, λησμονώντας να αναφέρει πως πολλοί από εκείνους που έφευγαν, είτε ήσαν εξόριστοι, ή εκτοπισμένοι.

Το «παρών» στην τελετή για την εξύμνηση του πραξικοπήματος έδωσε και ο υπόλογος Σιλβέιρα τα μέτρα κατά του οποίου εγκρίθηκαν για δεύτερη φορά κατά πλειοψηφία από το Ανώτατο Δικαστήριο, που δικαίωσε την απόφαση του Μοράες στις 29 Μαρτίου να ξανατοποθετηθεί στον Σιλβέιρα ηλεκτρονικό βραχιόλι στον επειδή δεν συμμορφώθηκε με τις δικαστικές αποφάσεις. Παράλληλα, ο Μπολσονάρου επιτέθηκε και σε άλλη δικαστίνα , τη Ρόζα Βέμπερ, η οποία αρνήθηκε αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα να αρχειοθετήσει την έρευνα κατά του προέδρου για την «αμαρτωλή» υπόθεση Covaxin, που ενδέχεται να τον οδηγήσει σε διαδικασία καθαίρεσης.

Στη συνέχεια ο Μπολσονάρου έγινε ακόμη πιο προκλητικός, συνδέοντας το πρόσωπό του με το μεγαλείο του έθνους της Βραζιλίας: «τι μας λείπει; Άμποτε κάποιοι να μη μας ενοχλούσαν. Αν δεν έχετε ιδέες, βγάλτε τον σκασμό. Φόρεσε την τόγα σου και κάθισε εκεί που είσαι. Χωρίς να εκνευρίζεις τους άλλους. Μην μπαίνεις εμπόδιο στη Βραζιλία”, άστραψε και βρόντηξε ο Μπολσονάρου, δίχως να κατονομάζει άμεσα κανένα δικαστή. «Συχνά για μια σταγόνα νερό δημιουργείται ένα τσουνάμι εναντίον της κυβέρνησης. Αυτές τις μέρες η Ομοσπονδιακή Αστυνομία διευκρίνισε πως δεν έχω καμία σχέση με ένα εμβόλιο που δεν αγοράστηκε, αλλά ένας δικαστής είπε ‘όχι, δεν θα το αρχειοθετήσω. Αφορά στη σύλληψη του προέδρου’. Μα τι θέλουν πια αυτοί οι άνθρωποι; Τι σκέφτονται; Πώς βοηθούν αυτοί οι άνθρωποι τη Βραζιλία;», είπε.

Είναι φυσικό πως ο Τύπος της χώρας, όπως και η αντιπολίτευση στηλίτευσαν την απρεπή παρέμβαση του στρατού και του υπουργείου Αμύνης με την έκδοση της ανακοίνωσης, που καταλύει κάθε έννοια ουδετερότητας του στρατεύματος και μη ανάμειξής του καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην πολιτική. Αλλά και δόθηκε ακόμη μία ευκαιρία για να αναδειχθεί η συνήθης πλέον τα τελευταία χρόνια προκλητική στάση του Μπολσονάρου υπέρ του πραξικοπήματος. Οι εφημερίδες θυμήθηκαν τις πολλαπλές φορές, που από βουλευτής ακόμη υμνολογούσε το πραξικόπημα κι ως πρόεδρος έφθασε να στείλει στον ΟΗΕ τηλεγράφημα ότι δεν είχε σημειωθεί τότε στρατιωτική εκτροπή!

Ιδιαίτερα να δοθεί ακόμη έμφαση στη συνειδητή προσπάθεια του Μπολσονάρου -ανάλογη με την αναθεωρητική στάση που έχουν οι δεξιές παρατάξεις τα τελευταία χρόνια ακόμη και σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως πχ η Ισπανία για τον Φράνκο, οι δικοί μας (Άδωνις, Βορίδης) για τη Χούντα του ‘67, η ΕΕ για την εξίσωση Ναζισμού-Φασισμού κλπ- να αμβλύνει, εάν όχι ν’ αναστρέψει, την σκοταδιστική πλευρά των δικτατοριών. Ακόμη και το λεξιλόγιο κι η εννοιολογική διαστρέβλωση που χρησιμοποιείται είναι κοινή: χάρις στην παρέμβαση του στρατού δεν γίναμε σαν τις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ κ.ο.κ

Μία ιστορική παραποίηση που βασίζεται στο κλασικό ιστορικό ψεύδος  μέσω του προσδιορισμού του ιστορικού γεγονότος ανάλογα με την επίδρασή του στις αξίες, που υποκειμενικά τις επιλέγουμε και προτάσσουμε και μάλιστα εκ των υστέρων και κατά παράβαση των ιστορικών μετασχηματισμών στην κοινωνία που πραγματώνονταν εκείνη την εποχή. Η εκ των υστέρων «παρένδυση» του γεγονότος με μία τωρινή αξία, αγνοώντας την κίνηση του πολιτικού και κοινωνικού υποκειμένου εκείνης της εποχής, που στην περίπτωση μίας δικτατορίας, έπρεπε να σταματήσει, συνιστά μία από τις πλέον ύπουλες παραποιήσεις της ιστορίας και της σημασίας της για τον έλεγχο και την πραγμάτωση των σημερινών δράσεων και της προβολής τους στο μέλλον.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Η Αντιφασιστική Νίκη συνεχίζει να εμπνέει τους λαούς, λέει το ΚΚΕ

Νεκροταφείο κατοικίδιων απέκτησε η Πάτρα

Τον Ιμάμογλου συνάντησε σήμερα ο Δήμαρχος Αθηναίων

Τουρκική NAVTEX στο κεντρικό Αιγαίο πριν την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα