ΑΘΗΝΑ
14:48
|
19.05.2024
Η Ιταλία γυρίζει στην εποχή εκείνων που ζητούσαν από τις γυναίκες να κάνουν το πατριωτικό τους καθήκον γεννώντας παιδιά. Θυμίζει κάτι;
Αμβλώσεις: Εγώ Αποφασίζω
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ο πολιτικός ρεαλισμός της δεξιάς ηγεσίας στις Βρυξέλλες ενόψει και των κρίσιμων Ευρωεκλογών του Ιουνίου προσβλέπει σε μία ευρύτερη ηγεμονία με την προσέγγιση της ευρωομάδας της νεοφασίστριας Ιταλίδας πρωθυπουργού Τζόρτζιας Μελόνι. Τόσο η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, όσο και ο ηγέτης του ΕΛΚ , Μάνφρεντ Βέμπερ από καιρό «καλοπιάνουν» την Ιταλίδα και ταυτόχρονα «ξεπλένουν» την εικόνα της, παραβλέποντας τις αναχρονιστικές και σκοταδιστικές πλευρές της πολιτικής της, την ώρα που μέμφονται άλλες χώρες για αντίστοιχες παραβιάσεις στο όνομα μίας «εθνικής πολιτικής».

Έτσι, οι Βρυξέλλες κατ’ ουσίαν προσπερνούν τις προσπάθειες της Μελόνι να επιβάλει την οπισθοδρομική πολιτική της για τις αμβλώσεις, μέσα από την τροποποίηση στον νόμο για το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης (Pnrr), που προβλέπει την τοποθέτηση «συμβούλων υπέρ της ζωής» στα κέντρα για τις αμβλώσεις.

Μία διάταξη, που με το πρόσχημα ότι βούλεται να καταπολεμήσει την υπογεννητικότητα, γυρνάει τη χώρα στην εποχή των ιδεολογικών προπατόρων της Μελόνι, του Μουσολίνι ακριβώς, που ζητούσαν από τις γυναίκες να κάνουν το πατριωτικό τους καθήκον γεννώντας παιδιά. Με τον τρόπο τούτο, η Μελόνι προσπαθεί μέσω της ψυχολογικής πίεσης να εξαναγκάσει τις γυναίκες να απεμπολήσουν ένα δικαίωμα, για το ίδιο τους το σώμα, τη διάθεσή του και την ελεύθερη βούλησή τους, ακυρώνοντας αγώνες και κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος και της δημοκρατίας.

Όταν η Ε.Ε., που κατά τ’ άλλα κόπτεται για το δικαίωμα της αυτόβουλης διακοπής της κύησης, κατακεραύνωνε την Πολωνία για τους νόμους κατά των αμβλώσεων, που ειρήσθω εν παρόδω ακόμη διχάζει τη φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση συνεργασίας του Ντόναλντ Τουσκ, της οποίας ο πρώην πρωθυπουργός Μοραβιέτσκι υπήρξε στενός σύμμαχος και συνοδοιπόρος της Μελόνι σε πολλές απόψεις, με την Ιταλία δεν συνέβη το ίδιο. Ή μάλλον, την επέπληξε, αλλά για άλλο λόγο.

Η αυστηρή προειδοποίηση των Βρυξελλών για την τροποποίηση της Μελόνι για τις αμβλώσεις, δεν αφορούσε το ίδιο το μέτρο καθ’ αυτό και το πνεύμα του, αλλά το γεγονός ότι το συνάρτησε με τα κονδύλια του Pnrr και μόνον! Την Ε.Ε., που κατά τ’ άλλα ψηφίζει την άμβλωση ως θεμελιώδες και αναφαίρετο δικαίωμα, στην περίπτωση της Ιταλίας την ενδιαφέρει μόνον το οικονομικό σκέλος  με το οποίο συνδέει η Μελόνι την τροποποίηση κι όχι η έμμεση παραβίαση και κατεδάφιση των δικαιωμάτων της γυναίκας. Η Ε.Ε. νοιάζεται να πάνε τα λεφτά των Ευρωπαίων και Ιταλών φορολογουμένων στις πρέπουσες μεγάλες εταιρείες και έργα και όχι σε εκλεκτούς της εκάστοτε κυβέρνησης.

Σε ευρύτερη κλίμακα άλλωστε, ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να θεωρηθεί πως άπτεται του ιατρικού τομέα και της κοινωνικής πρόνοιας, δύο τομείς που δεν εντάσσονται στα σχέδια για την «ανάπτυξη» και  «ανάκαμψη» όπως τις θεωρεί η Ε.Ε.. Και που αντίθετα ευνοεί την περικοπή δαπανών για τέτοιους σκοπούς. Η ίδια η Μελόνι άλλωστε, τα έχει καταφέρει σε αυτόν τον τομέα,  έχοντας φροντίσει στον νέο προϋπολογισμό να περικόψει αρκετά κονδύλια από την υγεία, με αποτέλεσμα να διογκώνονται οι λίστες αναμονής, που αναγκάζουν τους ασθενείς να στρέφονται στον “ανταγωνιστικό” και «αποτελεσματικό» ιδιωτικό τομέα.

Προφανώς και οι Βρυξέλλες δεν πρόκειται να αντιδράσουν στις καταγγελίες, όπως αυτές από το  Κέντρο Γυναικών κατά της Βίας στην Αόστα, που αναφέρει ότι έχει ενημερωθεί από γυναίκες «οι οποίες, αφού έφτασαν σε κέντρα δημόσιας υγείας στην Περιφέρεια, προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε εθελοντική διακοπή της εγκυμοσύνης, δέχτηκαν αδικαιολόγητη παρέμβαση και πίεση από εθελοντές»  Pro-Life. Εθελοντές, οι οποίοι τις εξανάγκασαν να ακούσουν τον καρδιακό παλμό του εμβρύου ή τους υπόσχονταν οικονομική υποστήριξη ή καταναλωτικά αγαθά, εάν επέλεγαν να μην πραγματοποιήσουν την έκτρωση.

Ο προβληματισμός, εάν όχι φόβος, των γυναικείων οργανώσεων για τον τρόπο που υποσκάπτεται με την τροποποίηση αυτή η κατάκτηση του νόμου 194, ψηφισμένου από το 1978 έπειτα από πρωτοπόρους την εποχή εκείνη λαϊκούς και γυναικείους αγώνες, είναι εύλογος. Η νομοθετική αυτή επιλογή να επιτραπεί η παρουσία φορέων και προσώπων που ιδεολογικά αγωνίζονται για την κατάργηση του νόμου για την εκούσια διακοπή της εγκυμοσύνης, συνεπάγεται έναν συγκεκριμένο κίνδυνο. Αυτό της θυματοποίησης των ίδιων των γυναικών, λόγω της άσκησης ψυχολογικής πίεσης, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που καταγράφηκαν στην Βάλε ντ’ Αόστα. Αντί να στηρίζονται ψυχολογικά οι γυναίκες, που για πολυάριθμους λόγους λαμβάνουν αυτήν την κρίσιμη απόφαση, απεναντίας τους ασκείται ψυχολογική πίεση και τους δημιουργούνται παράλογες ενοχές, που μπορεί να οδηγήσουν σε λάθος αποφάσεις για την υπόλοιπη ζωή της.

Μάλιστα, οι εκπρόσωποι των γυναικείων οργανώσεων καταθέτουν, εκθέτοντας τις λεπτομέρειες από τις αναφερόμενες ιστορίες  -που φυσικά καλύπτονται από την ανωνυμία- την ανησυχία και το στρες των γυναικών που υπέστησαν αυτές τις πιέσεις και τη δυσφορία που εξέφρασαν «για το πώς αμφισβητείται το δικαίωμά τους». Μάλιστα η πρόεδρος του Κέντρου Γυναικών της Αόστα  Άννα Βεντρίλια υπογραμμίζει πως «πιέσεις πάντοτε υπήρχαν, αλλά έχουν αυξηθεί από τότε που υπάρχει αυτή η κυβέρνηση και από τότε που μιλήσαμε για τον νόμο, που τώρα εγκρίθηκε και  επιτρέπει σε συλλόγους κατά των αμβλώσεων να είναι παρόντες στις κλινικές». Όπως προσθέτει «ο φόβος μας είναι ότι με τη ‘νομιμοποίηση’ αυτών των πιέσεων, οι περιορισμοί για τις γυναίκες θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο. Κάποιες φορές αυτές συνίστανται απλώς σε υποσχέσεις για υποσχόμενη βοήθεια στην αγορά γάλακτος και στις πάνε, λες και αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει μια τέτοια λεπτή επιλογή».

Ωστόσο, η Μελόνι ήδη πριν τις εκλογές του 2022 είχε αποσαφηνίσει πως «θα δώσουμε στις γυναίκες το δικαίωμα να μην προβούν σε άμβλωση». Λες και η διαδικασία της διακοπής της κύησης είναι «υποχρεωτική» και η άρνησή της αποτελεί «δικαίωμα». Μία λογική αναστροφή, που μεροληπτικά διαστρέφει την πραγματικότητα και εκπέμπει ένα ψευδές μήνυμα, διογκώνοντας την ανορθολογική πεποίθηση πως η κύηση είναι ένα έγκλημα που υποστηρίζεται από τους νόμους. Και πως η δύσκολη ατραπός της μητρότητας είναι μόνον η οικονομική διάσταση και μάλιστα των πρώτων χρόνων: το γάλα και οι πάνες.

Οι γυναικείες οργανώσεις υπόσχονται πως θα συνεχίσουν να παρακολουθούν  τις ενέργειες για την ορθή εφαρμογή του νόμου 194/1978, αλλά και θα αναλάβουν δράσεις ευαισθητοποίησης και αντίστασης, υποστήριξης των γυναικών και αξιολόγησης σε συνεργασία τους , εφόσον ισχύσουν οι προϋποθέσεις  της τροποποίησης του νόμου και σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, θα εξαντλήσουν κάθε χρήσιμη πρωτοβουλίας για την προστασία τους.

Βέβαια, η προσπάθεια αυτή έχει να αντιμετωπίσει τον κρατικό παρεμβατισμό, που ως όπλα του έχει τον νομοθετικό έλεγχο (η τροποποίηση πέρασε παρά τις προσπάθειες  της αντιπολίτευσης) και φυσικά τη νομή των οικονομικών πόρων για το κράτος πρόνοιας. Κι είναι εμφανές πως τα χρησιμοποιεί: την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση Μελόνι περικόπτει χρήματα από την Υγεία, όταν εκατοντάδες νοσοκομεία και μονάδες νοσηλείας  καταδικάζονται σε υπολειτουργία ή κλείσιμο, η Μελόνι έχει κονδύλια να ξοδεύσει για να αντιμετωπίσει τις αμβλώσεις!

Αλλά κυρίως, η Μελόνι αποδεικνύει πως διαθέτει τον «προγραμματισμό της ιδεολογίας», όπως θα έλεγε ο N. Luhmann, σε πολλά κοινωνικά ενσωματωμένα τμήματα. Η τροπολογία του νόμου 194/1978 και η υπόθεση της Αόστα αποδεικνύουν πώς ο νεοφασισμός της Μελόνι ή ο λαϊκισμός του Σαλβίνι (ο οποίος κατεβάζει ως υποψήφιο τον αμφιλεγόμενο, στρατηγό Ρομπέρτο Βανάτσι, διώκτη των ομοφυλοφίλων και των ριψάσπιδων και προασπιστή της πατρίδας και της οικογένειας) κατορθώνουν να λαφυραγωγήσουν τους μηχανισμούς της εξουσίας  και σε δεύτερο επίπεδο να καταφέρνουν και επηρεάζουν, μέσα από μία τακτική «πολιτιστικής εξοικείωσης» του εκλογικού σώματος και να επιβάλουν την επανεξέταση των παλαιότερων ηθικολογικών διαθέσεων, επιφανειακά αντιτιθέμενα στη διείσδυση της καπιταλιστικής λογικής στην παράδοση και τα ήθη.

Η Μελόνι μοιάζει να παρακολουθεί κατά πόδας τα γεγονότα με τους νεοχριστιανούς οπαδούς των αμβλώσεων και τις διαμαρτυρίες τους έξω από κλινικές, που έχει προκαλέσει ένα ανησυχητικό κοινωνικό φαινόμενο, παρά τις καταδίκες. Μόνο που η Μελόνι πηγαίνει ακόμη παραπέρα, νομιμοποιώντας αυτό που στις ΗΠΑ είναι ακόμη ακτιβισμός. Κατά κάποιον τρόπο, η νεοφασίστρια πολιτικός  -που τόσο έχει δηλώσει πως θαυμάζει τον Ντόναλντ Τραμπ- εμπνέεται κι αυτή από την Αμερική και τις όποιες σκοταδιστικές ή ρατσιστικές ιδεολογίες αναπτύσσονται εκεί, όπως και ο Χίτλερ (και μετά το 1938 με τους ΄Φυλετικούς Νόμους’ και ο Μουσολίνι) εμπνεόταν από τους ρατσιστικούς νόμους στον αμερικανικό Νότο και την Κου Κλουξ Κλαν για να τυποποιήσει τους δικούς του αντι-εβραϊκούς νόμους και τα πογκρόμ.   Η Μελόνι επιτίθεται στην όποια εναπομείνασα λογική του Διαφωτισμού ως αντίληψη χειραφέτησης του ανθρώπου και των δικαιωμάτων του, προβάλλοντας οπισθοδρομικά αδιάλλακτες ηθικές αξίες με ένα «αισθητικό» περίβλημα, την ακρόαση της καρδιάς του εμβρύου, που ανακαλεί το συναίσθημα. Αλλά και με μία ψευδο-οικονομίστικη αντίληψη για τη δημογραφία και την ανάγκη των γεννήσεων.

Ο συναισθηματισμός που επικαλείται εξάλλου, στηρίζεται στο γεγονός ότι πλέον οι οικονομικές κρίσεις δεν οδηγούν σε μία ορθολογική απάντηση -κυρίως από την Αριστερά- αλλά, όπως θα έλεγε κι ο Γ. Χάμπερμας παίρνουν την «πολύ διαμεσολαβημένη μορφή των μηχανισμών της κοινωνικής ενσωμάτωσης»,  μέσα από μία «ιδεολογική εκφόρτιση».

 Αυτή η ιδεολογική εκφόρτιση, αφ’ ενός  συμβιβάζεται με το νέο status quo στην εργασία, με την κινητικότητα και την εντατικοποίηση, την εκμετάλλευση και τον ανταγωνισμό και αφ΄ετέρου ανασκάπτει στις παραδοσιακές “αρετές”, που εκβάλλουν σε μία απολιτική τάση ή έναν υποκειμενισμό, που δίνει «ρητορικές» ή «ρομαντικές» απαντήσεις στα προβλήματα: η πατρίδα, η ενότητα του έθνους, η οικογένεια, ο στρατός, όπως τα εκφράζουν οι Μελόνι και Βανάτσι.

Ο νεοφασισμός και ο λαϊκισμός επιτυγχάνουν γιατί οι αντίπαλοί τους εγκλωβίζονται σε διαμαρτυρίες στα δευτερεύοντα προβλήματα της καπιταλιστικής παραγωγής κι ανάπτυξης και της κοινωνικής αναπαράστασής της. Ξοδεύονται σε κατά περίσταση αψιμαχίες (τώρα οι αμβλώσεις, πριν οι  ξυλοδαρμοί των φοιτητών στις διαμαρτυρίες για τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη στο «Σαπιέντσα» της Ρώμης). Περιστατικά μεμονωμένης αντίδρασης, με  συναισθηματικό και διαθετικό (affective) χαρακτήρα και περισσότερο ως ένας ύστατος σπασμός εναντίωσης στη διείσδυση του καπιταλισμού σε αυτές τις παραδοσιακές ή δευτερεύουσες επικράτειες της ζωής και όχι μία οργανωμένη, πάνδημη και διαρκής πάλη για να κλυδωνισθεί το καθεστώς που, ελέω και τη ανοχή των ΗΠΑ και Ε.Ε., επιδιώκει να εγκαθιδρύσει η Μελόνι . Η ανάγκη τούτη τη στιγμή δεν είναι μόνον η καταδίκη ενός μέτρου, που είναι άλλωστε μία δευτερεύουσα έκφραση της γενικότερης αδίστακτης πολιτικής της Μελόνι, αλλά η ίδια  η κυβέρνηση και η ιδεολογία που πρεσβεύει  ο νεοφασισμός, που μετά τις ευρωεκλογές ενδέχεται να βγει τόσο ισχυρός, που να μπορεί να επιβάλει την ατζέντα του στη νομοθέτηση και διακυβέρνηση της Ε.Ε..

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Κασσελάκης: Σχέση καλής γειτονίας μόνο αν η Τουρκία αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Ποντίων

Χερσώνα: Ένας νεκρός, 16 τραυματίες από ουκρανική επίθεση σε λεωφορείο

Σλοβακία: Δεν κινδυνεύει πλέον η ζωή του πρωθυπουργού Φίτσο μετά την επίθεση

Συνετρίβη απόπειρα πραξικοπήματος στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα