ΑΘΗΝΑ
12:33
|
23.04.2024
Το χρονικό του σκανδάλου των παρακολουθήσεων παρουσιάζει έγγραφο που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο του Ευρωκοινοβουλίου, αφήνοντας για μία ακόμη φορά έκθετη την κυβέρνηση.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Το χρονικό του σκανδάλου των παρακολουθήσεων δημοσιεύτηκε το πρωί της Πέμπτης στον ιστότοπο του Ευρωκοινοβουλίου, με το έγγραφο που φέρει τον τίτλο «Ελληνικό Predatorgate: Το τελευταίο κεφάλαιο του ευρωπαϊκού σκανδάλου κατασκοπείας;» να παρουσιάζει την περίπτωση της Ελλάδας ως συνέχεια των αντίστοιχων σκανδάλων σε Ουγγαρία, Πολωνία και Ισπανίας.

Την ίδια ώρα, οι τοποθετήσεις των εκπροσώπων της κυβέρνησης κατά την ακρόασή τους στην Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου (PEGA) προκάλεσαν  κύματα αγανάκτησης με την ευρωβουλεύτρια Σόφι ιν’τ Βελντ (Sophie in ‘t Veld) να χαρακτηρίζει ως «κωμικό σκετς» την «επίκληση του “απορρήτου” από τους Έλληνες αξιωματούχους στην Ευρωβουλή» και την Σάσκια Μπρίκμοντ (Saskia Bricmont) να σημειώνει σε ανάρτησή της στο Twitter πως «οι αποκρουστικές απαντήσεις από τις ελληνικές αρχές που συνεχίζουν να αρνούνται τις καταγγελίες παράνομης κατασκοπείας και να θέτουν υπό αμφισβήτηση τις αποκαλύψεις του Τύπου, εγείρουν έντονη ανησυχία σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα και το κράτος δικαίου στην Ελλάδα».

Αξίζει να σημειωθεί πως στο πλαίσιο της εν λόγω ακρόασης, ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης, Παναγιώτης Αλεξανδρής, προχώρησε σε μια ευθεία αμφισβήτηση του Τύπου και των αποκαλύψεων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, απηχώντας την κυβερνητική απαξίωση απέναντι στα σχετικά δημοσιεύματα, διερωτώμενος εριστικά «Γιατί το λέμε σκάνδαλο; Επειδή το λέει ο Τύπος;».

Επισημαίνεται ότι λίγο νωρίτερα, ο δημοσιογράφος Σταύρος Μαλιχούδης είχε παρουσιάσει στη ίδια Επιτροπή την επιστολή του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη προς το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, στην οποία ισχυριζόταν πως «είναι αυταπόδεικτο πως δεν γίνεται καμία παρακολούθηση δημοσιογράφων στην Ελλάδα», ενώ την ίδια ώρα ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης βρισκόταν υπό παρακολούθηση από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ).

*To κείμενο μεταφράστηκε αυτούσιο από τον ιστότοπο του Ευρωκοινοβουλίου όπου δημοσιεύτηκε αρχικά:

Μετά την Ουγγαρία, την Πολωνία και την Ισπανία, η Ελλάδα αποτελεί το τελευταίο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατηγορείται για κατασκοπεία δημοσιογράφων και πολιτικών που ανήκουν στην αντιπολίτευση. Την ώρα που η αντιπολίτευση επιδιώκει τη διαφάνεια και αυξάνει σταθερά την πίεση, η ελληνική κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει επιλεκτικά κάποιες επιχειρήσεις παρακολούθησης, αλλά επιμένει στη νομιμότητά τους και αρνείται κατηγορηματικά την αγορά ή τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator που κυκλοφορεί στο εμπόριο. Το παρόν έγγραφο της EPRS συνθέτει τις ραγδαίες και άκρως πολιτικοποιηµένες εξελίξεις σε εθνικό επίπεδο και παρουσιάζει τις απαντήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραπέμπει στη μελέτη της EPRS “Europe’s PegasusGate” για περισσότερες πληροφορίες και πιθανές μελλοντικές ενέργειες.

Επιχειρήσεις κατασκοπείας μέσω λογισμικού στην Ελλάδα

Ενώ οι μυστικές υπηρεσίες συχνά υποκλέπτουν την επικοινωνία, το λογισμικό κατασκοπείας είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για την παράκαμψη της κρυπτογράφησης των υπηρεσιών διαδικτυακών επικοινωνιών και για την άμεση διαρροή δεδομένων επικοινωνίας που επεξεργάζεται το σύστημα-στόχος. Οι τελευταίες αποκαλύψεις δείχνουν ότι τουλάχιστον ένας Έλληνας δημοσιογράφος και ένας αρχηγός κόμματος της αντιπολίτευσης κατέστησαν στόχοι μέσω του κατασκοπευτικοὐ λογισμικού «Predator» («Nova/Helios» στην ενημερωμένη έκδοσή του). Σε αντίθεση με ορισμένες εκδόσεις του λογισμικού Pegasus της NSO, το Predator απαιτεί από τον στόχο να κάνει κλικ σε έναν σύνδεσμο – δόλωμα προκειμένου να μολύνει τη συσκευή. Επιτρέπει στους χειριστές να παρακολουθούν κάθε πτυχή του τηλεφώνου ενός στόχου, συμπεριλαμβανομένων των κλήσεων, των μηνυμάτων, των φωτογραφιών και των βίντεο. 

Οι εμπειρογνώμονες κυβερνοασφάλειας του Citizen Lab και της Google ανέφεραν ότι οι φορείς που αγοράζουν το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator είναι πιθανώς κυβερνητικά υποστηριζόμενοι. Η «Καθημερινή» διερωτήθηκε αν η ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) μπορεί να έχει αδειοδοτήσει το λογισμικό. Αναφορικά με τις τεχνολογίες υποκλοπής, «Το Βήμα» ανέφερε σε ρεπορτάζ το 2020 ότι η ΕΥΠ σκόπευε να προμηθευτεί τεχνολογία που θα της επέτρεπε να χαρτογραφεί την επικοινωνία στο διαδίκτυο, όπως οι παραδοσιακές τηλεπικοινωνίες.

Αφού επιβεβαίωσε εγκληματολογικά την παγίδευση μέσω του ερευνητικού εργαστηρίου Citizen Lab, το ερευνητικό ειδησεογραφικό μέσο Inside Story έφερε στο φωςστις 11 Απριλίου 2022 ότι το κινητό τηλέφωνο του δημοσιογράφου του οικονομικού ρεπορτάζ Θανάση Κουκάκη είχε μολυνθεί με το Predator. Τέσσερις ημέρες αργότερα, ένα ακόμη ερευνητικό ειδησεογραφικό μέσο, το Reporters United, αποκάλυψε ότι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) είχε επίσης προχωρήσει σε υποκλοπή των επικοινωνιών του Θ. Κουκάκη από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο του 2020 για λόγους εθνικής ασφάλειας, και με εξουσιοδότηση της εισαγγελέως της ΕΥΠ, Βασιλικής Βλάχου.

Παρά το γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι εντόπισαν διασυνδέσεις μεταξύ εταιρειών κατασκοπευτικού λογισμικού και υψηλόβαθμων κυβερνητικών αξιωματούχων, η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ) εξέδωσε απαλλακτικό πόρισμα για την κυβέρνηση μετά τις αυτεπάγγελτες έρευνές της. Σε μια κεκλεισμένων των θυρών ακρόαση στις 29 Ιουλίου, ο διευθυντής της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων, φέρεται να επιβεβαίωσε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του ελληνικού κοινοβουλίου ότι η ΕΥΠ παρακολουθούσε τον Θ. Κουκάκη.

Το σκάνδαλο απέκτησε πανελλήνια προσοχή μόνο όταν ο αρχηγός του τρίτου κόμματος της αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ) και ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης (Socialists & Democrats) δημοσιοποίησε τον Ιούλιο του 2022 ότι είχε καταθέσει μήνυση στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου  για απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του μέσω του Predator στις 21 Σεπτεμβρίου 2021. Οι εν λόγω αποκαλύψεις ήρθαν λίγες μόνο ημέρες μετά την απαλλαγή της κυβέρνησης από την ΕΑΔ σχετικά με την παρακολούθηση του Θ. Κουκάκη. Έρευνα της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) στον τηλεπικοινωνιακό πάροχο του Ανδρουλάκη αποκάλυψε ότι οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες του είχαν υποκλαπεί από την ΕΥΠ με την επίσημη άδεια της αρμόδιας εισαγγελέως Β. Βλάχου. Η ίδια υπέγραψε την εξουσιοδότηση τον Σεπτέμβριο του 2021, η οποία, σύμφωνα με δημοσιεύματα, συμπίπτει χρονικά με την απόπειρα παγίδευσης του κινητού του τηλεφώνου με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator. Επικαλούμενο κυβερνητικές πηγές, το ίδιο δημοσίευμα αναφέρει ότι ο πρώην διευθυντής της ΕΥΠ εξήγησε στην κυβέρνηση ότι η παρακολούθηση του Ανδρουλάκη έγινε κατόπιν αιτημάτων των ουκρανικών και αρμενικών μυστικών υπηρεσιών. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε ότι ήταν η πηγή αυτών των διαρροών και οι δύο χώρες απέρριψαν κάθε υπόνοια εμπλοκής.

Σύμφωνα με άρθρο του Νοεμβρίου του 2021, τον Ιούλιο του 2020 η κυβέρνηση ανέθεσε στην ΕΥΠ την παρακολούθηση της δραστηριότητας πολιτών που συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις κατά των περιοριστικών μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία και τα εμβόλια, αλλά και ανθρώπων που ασχολούνταν με το μεταναστευτικό, συμπεριλαμβανομένου, σε περίοπτη θέση, του δημοσιογράφου Σταύρου Μαλιχούδη.

Εθνικές εξελίξεις και θέσεις

Μία ημέρα αφότου έγιναν γνωστές περαιτέρω λεπτομέρειες που εμπλέκουν υψηλόβαθμους αξιωματούχους, ο Γενικός Γραμματέας (ΓΓ) του Πρωθυπουργού, Γρηγόρης Δημητριάδης, και ο Διευθυντής της ΕΥΠ, Π. Κοντολέων, παραιτήθηκαν. Στις 8 Αυγούστου 2022, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παραδέχτηκε την παρακολούθηση του Ν. Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, αρνήθηκε ωστόσο ότι είχε γνώση των εν λόγω επιχειρήσεων και επέμεινε στη νομιμότητά τους, παρά το γεγονός ότι ήταν αρμόδιος για την εποπτεία της υπηρεσίας. Ο πρωθυπουργός διευκρίνισε ότι ο Π. Κοντολέων απομακρύνθηκε από την υπηρεσία λόγω κακού χειρισμού του θέματος και ότι ο Γρ.. Δημητριάδης «ανέλαβε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη» με την παραίτησή του. Ο πρωθυπουργός απέφυγε να σχολιάσει τις (διακριτές) τηλεφωνικές παρακολουθήσεις μέσω του Predator και άφησε πολλά ερωτήματα ανοιχτά, όπως το ποιος χειρίζεται το κατασκοπευτικό λογισμικό. Πρότεινε παρεμβάσεις σε τέσσερις τομείς του πλαισίου λειτουργίας της ΕΥΠ.

Στοχεύοντας στην ενίσχυση της διαφάνειας, στις 9 Αυγούστου 2022 η κυβέρνηση κατέθεσε Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία επανέρχεται η αναγκαιότητα έγκρισης των επιχειρήσεων παρακολούθησης από δύο εισαγγελείς (η οποία είχε καταργηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2018) και για πρώτη φορά καθίσταται υποχρεωτική η γνωμοδότηση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής για τον διορισμό του διευθυντή της ΕΥΠ. Κατ’ εφαρμογή του νέου νόμου, η κυβερνητική πλειοψηφία της επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας ενέκρινε τον διορισμό του Θεμιστοκλή Δεμίρη ως Διευθυντή της ΕΥΠ. Ο νόμος δεν ενισχύει τη διαφάνεια σε όλους τους τομείς, καθώς δεν καταργεί τη διάταξη του Μαρτίου 2021 που εμποδίζει την ΑΔΑΕ να ενημερώνει εκ των υστέρων τους στόχους παρακολούθησης για τα μέτρα παρακολούθησης που λαμβάνονται για λόγους εθνικής ασφάλειας, όπως στην περίπτωση του Θ. Κουκάκη. Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ και δύο στελέχη της θεωρούν ότι η διάταξη που εισήχθη τον Μάρτιο του 2021 από το κυβερνών κόμμα παραβιάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην προστασία του απορρήτου και της ιδιωτικής ζωής. Οι επιπτώσεις της ενισχύονται από την αυξημένη επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας για τη δικαιολόγηση παρακολουθήσεων. Ο Ν. Ανδρουλάκης απέρριψε την ανεπίσημη κυβερνητική ενημέρωση και ζήτησε να διαβιβαστεί ο φάκελός του στις εποπτικές αρχές. Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Σταθόπουλος, και ο καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος θεωρούν την παρακολούθηση του Ν. Ανδρουλάκη παράνομη.

Επιπλέον, βουλευτές του ελληνικού Κοινοβουλίου ασχολήθηκαν με το σκάνδαλο σε διάφορα θεσμικά σχήματα. Αφού ο Ν. Ανδρουλάκης αποκάλυψε το ζήτημα, η αντιπολίτευση συγκάλεσε, με την απαραίτητη απαρτία των δύο πέμπτων (⅖), συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής εποπτείας στις 29 Ιουλίου 2021, καθώς και δύο επόμενες συνεδριάσεις. Η επιτροπή κάλεσε τους διευθυντές των εμπλεκόμενων θεσμικών οργάνων, ωστόσο πολλοί ομιλητές δεν αποκάλυψαν παρά λιγοστές πληροφορίες. Απηχώντας τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου, ο νέος διευθυντής της ΕΥΠ άφησε να εννοηθεί ότι ο φάκελος για την παρακολούθηση του Ν. Ανδρουλάκη ενδέχεται να έχει καταστραφεί. Ο δημοσιογράφος Βασίλης Λαμπρόπουλος θεωρεί ότι, σύμφωνα με την νομοθεσία, ο φάκελος δεν θα πρέπει να διαγραφεί πριν από τον Δεκέμβριο του 2023. Στις 6 Σεπτεμβρίου 2022 η ειδική κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή, η οποία υποστηρίζεται από την αντιπολίτευση ξεκίνησε τις εργασίες της και αναμένεται να παραδώσει το πόρισμά της εντός ενός μηνός.

Διάφοροι εισαγγελείς, με ξεχωριστές αρμοδιότητες, έχουν ξεκινήσει τη διενέργεια ερευνών για τις υποθέσεις παρακολούθησης των Θ. Κουκάκη και Ν. Ανδρουλάκη. Η ΑΔΑΕ αποφάσισε ομόφωνα τη διενέργεια ελέγχων σε δύο Αστυνομικές Διευθύνσεις και στην ΕΥΠ. Στις 6 Σεπτεμβρίου, η ΑΔΑΕ είχε προγραμματίσει να επισκεφθεί τις εγκαταστάσεις της ΕΥΠ και να ζητήσει την παράδοση των σχετικών αρχείων. Αναμφισβήτητα, υπεύθυνη για την υπόθεση είναι η ΑΔΑΕ και όχι η ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ). 

Κινδυνεύει η ελευθερία του Τύπου; Την ημέρα της παραίτησής του, ο πρώην ΓΓ Δημητριάδης παρέδωσε αγωγές, που επικρίθηκαν ως SLAPPs, σε ειδησεογραφικά πρακτορεία και δημοσιογράφους. Επιπλέον, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Οικονόμου απαξίωσε την ανταποκρίτρια του Politico, Νεκταρία Σταμούλη, για το ρεπορτάζ της σχετικά με την απάντηση της Αθήνας στην Κομισιόν.

Ενέργειες και απαντήσεις της ΕΕ

Σε απάντησή του προς την Κομισιόν, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην ΕΕ, Ιωάννης Βραΐλας, σημείωσε ότι «δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης του κεκτημένου της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων» και ότι η αρμοδιότητα της ΕΕ είναι «εξαιρετικά αμφισβητήσιμη». Αντιδρώντας στην επιστολή της Ελλάδας, η Κομισιόν αναγνώρισε την αρμοδιότητα της Ελλάδας για την εθνική ασφάλεια και συνέχισε να συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τις περιπτώσεις λογισμικού κατασκοπείας και την αλληλεπίδραση των νομικών πλαισίων της ΕΕ και των κρατών μελών.

Μετά από οκτώ ακροάσεις σχετικά με το ζήτημα, η Επιτροπή PEGA προγραμμάτισε, για τις 8 Σεπτεμβρίου 2022, μια ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τη χρήση του στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πληροφορίες, επιφυλάσσει την ακρόαση του Ν. Ανδρουλάκη για μια μεταγενέστερη συνεδρίαση. Έχει αναφερθεί ότι η πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μετσόλα (Roberta Metsola), θέλει να εξεταστεί η «απαγόρευση» τέτοιων «παράνομων» πρακτικών από την Επιτροπή.

Για μια επισκόπηση των πιθανών τρόπων προώθησης και προκαταρκτικές παρατηρήσεις σχετικά με τις αρμοδιότητες της ΕΕ, βλ. τη σύνθεση, τον συνοπτικό πίνακα 3 και τα παραρτήματα Ι και ΙΙ της μελέτης της EPRS “Europe’s PegasusGate”. Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής της Ευρωπόλ Ζαν – Φιλίπ Λεκούφ (Jean-Philippe Lecouffe) εμφανίστηκε διστακτικός στο να διακινδυνεύσει να επιβαρύνει τη νέα εντολή της Ευρωπόλ με την έναρξη αυτεπάγγελτων ερευνών σε υποθέσεις κατασκοπευτικού λογισμικού των κρατών μελών, όπως πρότεινε η Sophie in ‘t Veld (Renew, Ολλανδία).

*Επιμέλεια κειμένου: Χριστίνα Χελά

Ολόκληρο το πρωτότυπο έγγραφο:

Διαβάστε παρακάτω μεταφρασμένα δημοσιεύματα του Διεθνούς Τύπου σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών:

  • Politico: Προς αντιπαράθεση για το σκάνδαλο υποκλοπών Ελλάδα και ΕΕ

  • Guardian: Πρόσθετη πίεση για τον πρωθυπουργό το ελληνικό «Watergate»

  • Reuters: Ήρθε η ώρα να ανησυχήσουμε ξανά για την Ελλάδα

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Κως: Ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος στους γονείς του νεκρού βρέφους

Χανιά: 112 για φωτιά κοντά στον Ναύσταθμο Κρήτης

Χατζηδάκης: Μείωση 50% στις τραπεζικές χρεώσεις για ποσά έως 10 ευρώ

Ναυάγιο στη Μάγχη: Τουλάχιστον 5 νεκροί-Φόβοι για περισσότερους

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα