ΑΘΗΝΑ
14:43
|
23.04.2024
Η κατασκευή του «ναιαλλατισμού» της Δύσης και του δυτικού Άλλου.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Όσο περνούν τα χρόνια, ο πολιτικός λόγος, κάτω από την πίεση της πραγματικότητας, απλοποιείται και χάνει τις περιττές φιοριτούρες και τα στολίσματα που τον διέκριναν, όπως λ.χ. κάποια πραγματικά πολιτικά επιχειρήματα, με τα οποία ενίοτε διανθιζόταν, ή τα ψήγματα ρητορικής ή συγγραφικής ικανότητας, τα οποία ήταν κάποτε αναγκαία για να κάνει κανείς καριέρα πολιτικού. Ο χρόνος είναι χρήμα, επομένως και οι ειλικρινείς πολιτικοί και οι αμερόληπτοι δημοσιογράφοι μας, αναγκάζονται επιτέλους να περιοριστούν στην ουσία και μόνο σε αυτήν, δηλαδή στην διεξαγωγή ενός ποδοσφαιρικού ή τηλεοπτικού τύπου διαλόγου, ο οποίος διακρίνεται για βάθος σκέψης συγκρινόμενο με την ευφυΐα αμοιβάδας.

Ένα από τα κυριότερα είδη «επιχειρήματος», που χρησιμοποιούνται στα πλαίσια αυτού του διαλόγου, είναι τόσο διαδεδομένο που στα αγγλικά έχει φτιαχτεί ο όρος whataboutism για να το περιγράψει. Στα ελληνικά χρησιμοποιούμε περιφράσεις όπως «ναι αλλά για…», «ναι αλλά και εσείς…» ή «ναι, αλλά τι έχετε να πειτε για…». Με κάθε σεμνότητα, θα θέλαμε να προτείνουμε τους αντίστοιχους κομψούς όρους «ναιαλλαγιασμός», «ναιαλλακιεσεισμός» και «ναιαλλατισμός», οι οποίοι, δυστυχώς, έχουν ατυχείς συνηχήσεις με αγιασμό, αλάτι και σεισμό, υπονομεύοντας έτσι την ευρύτερη υιοθέτησή τους. Κρίμα.

Το κυριότερο πλεονέκτημα του ναιαλλατισμού είναι η σχεδόν μαγική ικανότητά του ξεκινώντας από την ομοιότητα να κατασκευάζει την διαφορά, τον Άλλο. Όταν απαντάμε σε μια κατηγορία του αντιπάλου «ναι, αλλά και εσείς τα ίδια κάνετε», τότε, ακριβώς τη στιγμή που αναγνωρίζουμε ότι είμαστε ίδιοι – δεδομένου ότι κάνουμε τα ίδια, ταυτόχρονα κατασκευάζουμε και μια υπερβατολογική ηθική διαφορά: εμείς όμως είμαστε καλύτεροι, επειδή «εμείς» δεν είμαστε «εσείς». Η μεταφυσική οντολογία του «επιχειρήματος» το καθιστά συγγενές ή και πρόδρομο του ρατσισμού.

Το πρόβλημα με τα διαρκή προβλήματα της Κίνας, πιο πρόσφατο των οποίων οι διαδηλώσεις για τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, έγκειται ακριβώς στον ναιαλλατισμό, με τον οποίο τα κατασκευάζει η Δύση. Βέβαια, και από την άλλη πλευρά υπάρχει μια κατασκευή του δυτικού Άλλου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο νεολογισμός whataboutism έχει και την κινέζικη μορφή του, 比烂主义, μπιλάν ζουγί, που μεταφράζεται περίπου σαν «ο -ισμός (主义) του να είστε και οι δύο (比) σάπιοι (烂)», η ιδεολογία της κούρσας προς τον πάτο, ή, αν μας επιτρέπεται ένας ακόμα υπέρκομψος νεολογισμός, ο «αμφισηψισμός».

Τα Δεδομένα από το Μέτωπο της «Ενημέρωσης»

Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ που κατάκλυσαν τα αγγλοσαξονικά πρωτίστως μέσα ενημέρωσης, εδώ και λίγες μέρες η Κίνα συγκλονίζεται από διαδηλώσεις οι οποίες, αν και όχι μεγαλύτερες από αυτές της Πύλης της Ουράνιας Γαλήνης (天安门Τιαν Αν Μεν) το 1989, πάντως σίγουρα απλώνονται σε όλη τη χώρα και απειλούν σοβαρά την εξουσία του Σι Τζινπινγκ, ο οποίος μόλις πρόσφατα εξασφάλισε την τρίτη θητεία του στο τιμόνι του κόμματος, άρα και της αχανούς χώρας. Οι έντονες διαμαρτυρίες έχουν να κάνουν με την αντίδραση στο λοκντάουν, το πιο αυστηρό ίσως του κόσμου, το οποίο μετά από τρία χρόνια διαρκούς αυστηρής και απάνθρωπης εφαρμογής έχει κουράσει και δικαίως, ενώ ταυτόχρονα καταστρέφει και την οικονομική ζωή της χώρας.

Εδώ έχουμε δύο στοιχεία. Το πρώτο είναι ότι όντως υπάρχουν διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις κατά του λοκντάουν, αν και μάλλον όχι τόσο μεγάλες όσο αναφέρονται. Το δεύτερο είναι ότι η πρόσληψη των γεγονότων από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιεί κατά βούληση και παρελκυστικά την πραγματικότητα προκειμένου να εμφανιστεί η Κίνα ως ο μεγάλος κακός και εξ αντανακλάσεως να αποδοθεί το ηθικό πλεονέκτημα στην Δύση. Είναι ένας πολύ συνηθισμένος τρόπος να παρουσιάζεται η χώρα αυτή και σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, τα δυτικά μίντια ή τα κοινωνικά μέσα κατακλύζονται από καταιγίδες εντελώς κατασκευασμένων ψευδών «ειδήσεων». Τουλάχιστον αυτή τη φορά υπήρχε όντως μια πραγματική αφορμή για ρεπορτάζ. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αντίστοιχα παιχνίδια παίζουν και τα κινέζικα μέσα ενημέρωσης, αλλά εμάς εδώ μας αφορά περισσότερο η δυτική στάση.

Δεδομένου ότι το θέμα του μύθου του «συστήματος κοινωνικής πίστωσης» της Κίνας έχει ήδη εξεταστεί αλλού, ας δούμε την κάλυψη των διαδηλώσεων. Ένα καλό παράδειγμα είναι ο τρόπος που τις κάλυψαν οι New York Times, (οι οποίοι σε ένα βαθμό έχουν καταστεί ανεπίσημο όργανο των Δημοκρατικών), που σε απανωτά άρθρα γνώμης έχουν δείξει ότι ο Σι Τζιnpινγκ βλέπει την «μπανάνα του να ξεφλουδίζεται» ή ότι ο ίδιος «έσπασε το κοινωνικό συμβόλαιο που βοήθησε την Κίνα να ευημερήσει». Σύμφωνα με την καλή εφημερίδα, οι διαδηλώσεις «είναι οι πιο αξιοσημείωτες πράξεις πολιτικής ανυπακοής εδώ και δεκαετίες».

Αλλά και το BBC, του οποίου μάλιστα ένας ανταποκριτής κρατήθηκε για λίγο από την κινεζική αστυνομία, ανέφερε ότι «οι διαδηλωτές ανοιχτά καλούν τον Σι να παραιτηθεί». Σε όλες τις περιπτώσεις οι διαμαρτυρίες, εκκινώντας από το λοκντάουν και τους περιορισμούς στις μετακινήσεις κλπ,, διευρύνονται και συνδέονται στενά με το αίτημα της αλλαγής συστήματος, την ανελευθερία της χώρας και τις μαοϊκές καταβολές του συστήματος (ας μην ξεχνάμε ότι ο Μάο ήταν ένας παρανοϊκός δικτάτωρ που εξολόθρευσε εκατοντάδες εκατομμύρια, ένας Κινέζος Χίτλερ ή, γιατί όχι, ακόμα χειρότερος). Το άσχετο με την Δύση δυστοπικό τεχνολογικό μοντέλο παρακολούθησης των Κινέζων είναι μοναδικό σε αυτήν την χώρα, απόρροια των ειδικών χαρακτηριστικών της, όπως εύγλωττα δείχνουν οι σε δυτικά μέσα δημοσιευμένες πολιτικά στρατευμένες γελοιογραφίες που σχετίζονται με το θέμα.

Κάνουμε εδώ μια παρένθεση για να υποκύψουμε στον πειρασμό του ναιαλλατισμού και να παρατηρήσουμε ότι όταν πέρσι ο Καναδάς (αλλά και άλλες χώρες) είχε κοπεί στην μέση από διαδηλώσεις κατά των μέτρων για τον κόβιντ, η κυβέρνηση Τριντό είχε προβεί σε πολύ πιο βίαια μέτρα από αυτά που αποκαλύπτουν τα δυτικά μέσα ότι έχουν παρθεί στην Κίνα, είτε με κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών των συμμετεχόντων (μέτρο που υποτίθεται ότι μόνο η αυταρχική Κίνα με το σύστημα κοινωνικής πίστωσης μπορεί να εφαρμόσει), είτε με πάνω από διακόσιες συλλήψεις, ή ακόμα και με σαμποτάζ όπως ξεφούσκωμα ελαστικών κλπ. Το ρεπορτάζ της εφημερίδας δεν έλεγε τίποτα από όλα αυτά, ούτε αποκαλούσε τους τότε διαδηλωτές υπερασπιστές της ελευθερίας και των δημοκρατικών ιδανικών. Αντίθετα, σημείωνε επικριτικά ότι «οι διαδηλωτές προκάλεσαν πολιτική σύγχυση στην κυβέρνηση» του Τζάστιν Τριντό και ότι προκλήθηκαν από «ακροδεξιούς ακτιβιστές και οπαδούς της απόσχισης που άδραξαν την ευκαιρία για να επιδεινώσουν το αντι-κυβερνητικό κλίμα». Μιλώντας για τον Καναδό πρωθυπουργό, να συμπληρώσουμε ότι αν οι ηγέτες των προηγμένων χωρών σήμερα διαγωνίζονταν μεταξύ τους για το ποιος είναι ο πιο γελοίος, ο Τριντό θα ήταν φαβορί για ένα μετάλλιο. Να μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε το γεγονός ότι η πιο πυκνή σε κάμερες ασφαλείας πρωτεύουσα του κόσμου είναι το Λονδίνο και όχι το Πεκίνο.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των δυτικών προσλήψεων για το θέμα είναι η αποστείρωσή τους από το όποιο ταξικό περιεχόμενο. Για παράδειγμα η πρώτη από τις σχετιζόμενες με τα λοκντάουν διαμαρτυρίες υποτίθεται ότι έγινε στο εργοστάσιο της Foxconn που συναρμολογεί μεταξύ άλλων και τα iPhone. Η πραγματικότητα, όπως παραδέχτηκαν κάποια στιγμή μερικά δυτικά μέσα, είχε να κάνει με αμιγώς εργατικού περιεχομένου διεκδικήσεις, την καταβολή δηλαδή των υπεσχεμένων, ενώ και οι σχετικές με κόβιντ διαμαρτυρίες είχαν να κάνουν με την… μη επαρκή τήρηση των μέτρων, αφού η εταιρεία ανακάτευε ασθενείς και μη ασθενείς στους εργατικούς κοιτώνες (πολλοί εργάτες ζουν συνεχώς μέσα στο εργοστάσιο-στρατόπεδο, «φιλοξενούμενοι» της εταιρείας).

Είναι σημαντικό στοιχείο εδώ ότι ενώ εργατικές διαμαρτυρίες, απεργίες ή ακόμα και μικροεξεγέρσεις γίνονται συνεχώς σε τοπικό επίπεδο στην Κίνα, αυτές σχεδόν ποτέ δεν φτάνουν στα εδώ μέσα ενημέρωσης. Φαίνεται ότι είτε οι εργατικές διεκδικήσεις δεν σχετίζονται με την ελευθερία και την ανατροπή ενός καταπιεστικού καθεστώτος, άρα δεν αξίζουν να μπουν στην ύλη τους, ή ίσως και να σχετίζονται – και αυτό είναι που δεν τους επιτρέπει να μπουν στην ύλη τους. Ίσως επειδή κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο και για άλλα αυταρχικά καθεστώτα εκτός από το κινεζικό.

Ο Πόλεμος της Πληροφόρησης

Η φιλολογία για την «επικείμενη» εισβολή στην Ταϊβάν και την ανάγκη υπεράσπισής της, όπως και τα δικαιώματα των Ουιγούρων είναι στην κορυφή της διπλωματικής ατζέντας των ΗΠΑ, μια ατζέντα που τα περισσότερα δυτικά μέσα αναπαράγουν, κατασκευάζοντας έναν εχθρό. Στην πραγματικότητα βέβαια, ο Άλλος είναι πάντα εμείς. Ειδικά για την Κίνα, η ταυτότητα έχει να κάνει με την έντονη αλληλεπίδραση στις οικονομικές δομές. Η εξαγωγική έκρηξη της κινέζικης βιομηχανίας δεν θα είχε υπάρξει χωρίς τη δυτική ζήτηση για τα κινέζικα προϊόντα και το συνακόλουθο outsourcing, την εγκατάσταση δυτικών βιομηχανιών σε κινέζικο έδαφος. Το επεισόδιο της Foxconn εντάσσεται σε αυτήν την ιστορική διαδικασία.

Η ταϊβανέζικη εταιρία μετακόμισε την παραγωγική της βάση στην Κίνα εδώ και τρεις δεκαετίες, εκμεταλλευόμενη το φτηνό, αλλά επαρκώς ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Ετσι κατασκεύασε γιγαντιαία βιομηχανικά συγκροτήματα, μεγαλύτερο των οποίων ήταν η Foxconn City στην Σενζέν, κοντά στην Γκουανκγζού. Είναι ένα περιτοιχισμένο βιομηχανικό πάρκο με δεκαπέντε εργοστάσια, δύο πισίνες, δικό του τηλεοπτικό σταθμό και μισό εκατομμύριο εργάτες, οι περισσότεροι από τους οποίους μένουν μέσα σε αυτό. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στις παραλιακές επαρχίες της Κίνας όπως η Γκουανκγζού, άνοδος που σήμανε και την άνοδο των τιμών εργατικής δύναμης, γης και υποδομών κλπ., ανάγκασε την εταιρεία να μετακομίσει σταδιακά τα εργοστάσιά της σε πιο φτωχές επαρχίες της χώρας. Τα πρόσφατα επεισόδια έγιναν στο εργοστάσιο στο Χουνάν, μια από τις φτωχότερες επαρχίες της Κίνας. Η χώρα έχει σταδιακά χάσει τον χαρακτήρα της «φτηνής» χώρας, μια τάση που φτάνει πλέον ακόμα και στην Χουνάν. Η Foxconn έχει αρχίσει πλέον να μετακινείται έξω από την Κίνα, σε πιο φτωχές χώρες. Τα μελλοντικά iPhone θα κατασκευάζονται στην Ινδία, στο Τσεννάι από το εκεί θηριώδες εργοστάσιο που χτίζει η Foxconn. Η κινέζικη κυβέρνηση, επιδιώκοντας την άνοδο της χώρας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, προσπαθεί να αλλάξει το παραγωγικό πρότυπο, σταδιακά μετατοπιζόμενη σε ένα καταναλωτικό μοντέλο, το οποίο συνεπάγεται και σχετικά καλύτερους μισθούς, οι οποίοι να επιτρέπουν και διαφορετικές καταναλωτικές συνήθειες. Σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένης της ταϊβανέζικης βάσης της εταιρείας, τα συγκεκριμένα εργατικά αιτήματα στο εργοστάσιο της Foxconn, προς θλίψη των δυτικών παρατηρητών, ικανοποιήθηκαν άμεσα και οι διαμαρτυρίες σταμάτησαν σε αυτήν τη φάση.

Όσο για το ίδιο το λοκντάουν και την πολιτική Zero Cobid που ακολουθείται, αποτελεί αλήθεια ότι το κινέζικο μοντέλο είναι ιδιαίτερα αυταρχικό και καταπιεστικό. Το μοντέλο δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της επιδημίας του προηγούμενου ιού SARS και δοκιμάστηκε στην πράξη για πρώτη φορά τώρα. Το μοντέλο αυτό, το οποίο σύμφωνα με τα δυτικά μέσα είναι αυταρχικό, αναποτελεσματικό ή και επικίνδυνο, είναι ακριβώς το ίδιο μοντέλο που αυτούσιο ή με επουσιώδεις αλλαγές εφαρμόστηκε στην απόλυτη πλειονότητα των δυτικών χωρών, παρά την αντίθετη γνώμη μιας όχι ευκαταφρόνητης ομάδας επιδημιολόγων. Σε μια ακόμα ένδειξη ταυτότητας και όχι διαφοράς, τα λοκντάουν ήταν μια μορφή Σινοποίησης της Δύσης. Βέβαια, τα ίδια μέσα ενημέρωσης που το 2021 θεωρούσαν το λοκντάουν αναγκαίο ή «μοναδική λύση» κλπ., σήμερα το θεωρούν λίγο πολύ αποτυχημένο και αντιδημοκρατικό, κάτι που ταιριάζει, υποτίθεται με την αυταρχική φύση του κινεζικού καθεστώτος. Επιπλέον, τα λοκντάουν τα θέλαμε για οσο καιρό δεν είχαμε αποτελεσματικά εμβόλια που να μην επιτρέπουν την μετάδοση του ιού – εμβόλια που ποτέ δεν αποκτήσαμε.

Υπάρχουν εδώ διάφορα σημεία που πρέπει να παρατηρήσουμε. Ένα είναι ότι πολλοί Κινέζοι, για διάφορους λόγους, συμφωνούν με τη συνέχιση της αυστηρής πολιτικής, κάτι που προφανώς διευκολύνει τη συνέχισή της. Ας μην ξεχνάμε ότι στοιχείο των εργατικών διεκδικήσεων στην Foxconn ήταν η αυστηροποίηση των περιορισμών ή ότι η πλειονότητα των διαμαρτυρόμενων για το λοκντάουν στην Σανγκάη και το Πεκίνο φορούσαν τις μάσκες τους, ένα κάπως δυσεξήγητο στοιχείο. Στις αντίστοιχες δυτικές διαμαρτυρίες είναι σπάνιες οι εικόνες διαδηλωτών με μάσκα. Επίσης, από όσο μπορούμε να ξέρουμε, οι περισσότερες διαμαρτυρίες απευθύνονται στις τοπικές κυβερνήσεις: οι τελευταίες από τη μία μεριά έχουν σημαντικό περιθώριο αυτονομίας, με αποτέλεσμα να αποτελούν έδρα της περιβόητης διαφθοράς που τόσο αυστηρά καταδιώκει το Κομμουνιστικό Κόμμα. Από την άλλη φυσικά, η σχετική αυτή αυτονομία είναι ταυτόχρονα και ένα βολικό αλεξικέραυνο, μια ασπίδα που συγκεντρώνει τις διαμαρτυρίες μακριά από την κεντρική εξουσία.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, οι περιορισμοί και τα λοκντάουν έχουν χαλαρώσει ύστερα από τόσα χρόνια εφαρμογής, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ξέρουμε ότι στην Σανγκάη τα μέτρα παρακολούθησης με drone και ρομπότ στους δρόμους αποτελούν πλέον μάλλον αντικείμενο θυμηδίας παρά φόβου.

Η πολιτική ηγεσία, τέλος, παρουσιάζεται από τα δυτικά μέσα ως ιδιαίτερα επίμονη, μονομανιακή με την ακολουθούμενη πολιτική. Είναι εξάλλου, υποτίθεται, χαρακτηριστικό των αυταρχικών καθεστώτων να συνεχίζουν να ακολουθούν αποτυχημένες πολιτικές, προκειμένου να μην παραδεχτούν το λάθος τους, κάτι που υποτίθεται δεν συμβαίνει στις δυτικές δημοκρατίες, οι οποίες δεν έχουν την εμμονική εφαρμογή καταστροφικών πολιτικών στην ατζέντα τους: στις πρώτες εκλογές η εμμονική κυβέρνηση θα πέσει. Ας αφήσουμε εδώ στην άκρη το γεγονός ότι στην Δύση, παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα που είχαν δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού, οι πολιτικές δεν άλλαξαν, ακόμα και στην Ελλάδα που ήταν το θύμα μιας από τις μεγαλύτερες κρίσεις στην ιστορία του καπιταλισμού. Διαδοχικές εκλογές έφεραν διαφορετικές κυβερνήσεις με τις ίδιες όμως εμμονές. Ας αφήσουμε επίσης στην άκρη το γεγονός ότι στην Ε.Ε., αν ένα εκλογικό αποτέλεσμα (λχ για το Ευρωσύνταγμα) δεν αρέσει στις αρχές, τότε απλώς οι εκλογές επαναλαμβάνονται, το οποίο δεν είναι δείγμα αυταρχισμού, αλλά δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα και οι κινεζικές κυβερνήσεις έχουν ιστορικά δείξει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να προχωρούν σε σημαντικές αναπροσαρμογές, όταν σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο, στηρίζοντας πάντα τις επιλογές τους σε ένα επιχείρημα περί κοινού καλού και θέλησης του λαού.

Ακόμα και στην τρέχουσα συγκυρία τα σημάδια είναι πολλά ότι στο εσωτερικό της κινεζικής κυβέρνησης υπάρχει εν εξελίξει διάλογος για το αν η ακολουθούμενη πολιτική οφείλει να αλλάξει. Μόλις στις 30 Νοεμβρίου, η αναπληρώτρια πρωθυπουργός της χώρας, αφού άκουσε τα πορίσματα της Εθνικής Επιτροπής Υγείας, έκανε δηλώσεις σχετικές με την υγεία και την επιδημία, για το πως η Κ.Ε. του Κομουνιστικού Κόμματος πάντα έβαζε την υγεία και την ασφάλεια του κινεζικού λαού πάνω από όλα, και πώς αποφασίσθηκε να αντιμετωπισθούν οι αβεβαιότητες της επιδημίας με μια συνεκτική, αλλά ελαστική πολιτική κλπ. κλπ. (Μια ακόμα παρατήρηση ναιαλλατισμού: Οι δηλώσεις της είναι απολύτως σύμμορφες με αυτές οποιουδήποτε δυτικού υπουργού Υγείας).

Το ενδιαφέρον εδώ για τον προσεκτικό παρατηρητή είναι ότι σε όλον τον λόγο δεν υπάρχει ούτε μια φορά ο όρος 动态清零 (Ντόνγκτάι τσίνλινγκ: Δυναμικός μηδενισμός), που μεταφράζεται συνήθως ως «πολιτική Zero Covid». Μπορεί να μην ακούγεται ως κάτι σημαντικό, αλλά στην πραγματικότητα είναι εκπληκτικό. Τα επίσημα κανάλια, που μέχρι πριν μια εβδομάδα μιλούσαν πάντα για την dynamic Zero-Covid policy, τώρα αναφέρονται σεμνά σε «βελιστοποίηση των μέτρων για τον COVID-19» χωρίς ούτε μια αναφορά σε δυναμικό μηδενισμό.

Το αν η πολιτική Zero Covid σταμάτησε, μένει να το δούμε. Το σίγουρο είναι ότι ο πόλεμος των μέσων ενημέρωσης στην Κίνα θα συνεχιστεί. Στο επίπεδο των ακαδημαϊκών think tank που ασχολούνται με τις διεθνείς σχέσεις, έχει αρχίσει να γίνεται κατανοητό ότι πρώτον, υπάρχει διαρκές μπλέξιμο και αλληλεπίδραση Κίνας και Δύσηςm αλλά επίσης ότι η σχέση διαμαρτυρίας και κυβέρνησης στην Κίνα είναι σε ένα βαθμό κάτι διαφορετικό από ένδειξη «χρωματιστής» επανάστασης που θα φέρει το τέλος του καθεστώτος. «Το κινέζικο κράτος επιτρέπει έναν (περιορισμένο) για διαμαρτυρία και οι περισσότερες διαμαρτυρίες αυτοπεριορίζονται σε αυτόν τον χώρο».

Αν και οι δυτικοί ακαδημαϊκοί καταλαβαίνουν τους κινδύνους και τα αδιέξοδα της μονοδιάστατης αντικινεζικής ρητορικής, δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα πιθανότητες μιας αλλαγής πολιτικής. Η μονοδιάστατη επιθετική πολιτική θα συνεχίσει να είναι ο κανόνας για το επόμενο διάστημα. Η αγκύλωση αυτή της ρητορικής είναι γενική. Το ίδιο συμβαίνει και με το Ουκρανικό. Όταν ο γέρο-Κίσινγκερ (ένας από τα μεγαλύτερους ιέρακες που πέρασαν ποτέ από την Ουάσιγκτον) είπε ότι πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μιας διπλωματικής διαπραγμάτευσης για επίλυση του Ουκρανικού, η πρότασή του λοιδορήθηκε. Ταυτόχρονα δεν υπάρχει επαφή με την πραγματικότητα, ο πόλεμος αντιμετωπίζεται από τον τύπο με φαντασιώσεις: Η καταστροφή του ηλεκτρικού δικτύου της Ουκρανίας είναι μια απελπισμένη κίνηση του Πούτιν που αποδεικνύει ότι η Ρωσία ηττάται. Υπάρχει μια εξέγερση στη Ρωσία κατά της επιστράτευσης και αυτή τη στιγμή δεν ξέρουμε τι θα συμβεί πρώτο, η ανατροπή του Πούτιν από τους Ρώσους, ή η επέλαση των ουκρανικών στρατευμάτων μέχρι τη Μόσχα.

Αυτή τη στιγμή και η Κίνα και οι δυτικές χώρες είναι αντιμέτωπες με αχανείς εσωτερικές αντιθέσεις οι οποίες χειροτερεύουν λόγω της εν εξελίξει κρισιακής συνθήκης. Εντούτοις δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή η Κίνα να βρίσκεται στα πρόθυρα κατάρρευσης. Δεδομένης της δέσμευσης του δυτικού τύπου στην επίτευξη του ευγενικού σκοπού της καταστροφής της Κίνας και όλων των πραγματικών ή φανταστικών αντιπάλων της Δύσης, αν η Κίνα δεν καταρρέει, μάλλον θα πρέπει να προετοιμαστούμε για πολλές πολλές ακόμα «ειδήσεις» που θα φέρνουν το τέλος της.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Παραμένει στην φυλακή ο Ιρανός πρόσφυγας Χομαγιούν Σαμπετάρα

Νέα Αριστερά για τη φωτιά στη Σούδα: Η κυβέρνηση δεν μαθαίνει από τις αποτυχίες της

Ιταλία: Σύλληψη 13 σωφρονιστικών υπαλλήλων για βασανισμό ανηλίκων

Όλαφ Σολτς: «Ο Πούτιν δεν έχει το δικαίωμα να επικαλείται τον Καντ»

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα