Ακόμη και η εφημερίδα Bild εξανίσταται: «Τώρα η φον ντερ Λάιεν παίρνει 1.000 ευρώ τη μέρα» ήταν ο τίτλος σχετικά με την αύξηση μισθού 7%, που έδωσε στον εαυτό της στην αρχή της χρονιάς η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη μεγαλύτερη εφημερίδα της Γερμανίας.
Η Uschi, αφού ολοκλήρωσε μια αποτυχημένη διαδρομή ως υπουργός Άμυνας στο Βερολίνο, με σκάνδαλα και αστοχίες, τέτοιες που θα δικαιολογούσαν την αποχώρησή της από την πρώτη γραμμή της πολιτικής. Κι όμως αντί για αυτό η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανέβηκε τα σκαλιά της πολιτικής ιεραρχίας και εξελέγη επικεφαλής όλης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ποσό που εισπράττει μηνιαία πλέον για αυτή τη θέση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πρόκληση για τον μέσο Γερμανό και Γερμανίδα, καθώς ο πληθυσμός της χώρας έχει να διαχειριστεί τη χειρότερη οικονομική κατάσταση μετά τη δεκαετία του 1940 ενώ τα σημάδια για την οικονομία είναι το λιγότερο ανησυχητικά τη στιγμή, που το Βερολίνο βρίσκεται σε πόλεμο δι’ αντιπροσώπου με την ίδια τη Ρωσία. Και δεν υπάρχει κανείς που να μην ξέρει τι κατάληξη είχαν οι προηγούμενες ένοπλες αντιπαραθέσεις με αυτή τη χώρα, καθώς και το τι θα σήμαινε μια ενδεχόμενη άμεση εμπλοκή. Τίποτε λιγότερο από την πυρηνική καταστροφή.
Άγχος και φόβος για το μέλλον οδηγούν σε κρίση εμπιστοσύνης
Το σκηνικό είναι γνωστό. Μετά την πανδημία, με την πρωτοφανή επίδραση που είχε στην κοινωνική και οικονομική ζωή, ήρθε η ενεργειακή κρίση και η εκτίναξη του πληθωρισμού, για να επιστεγαστεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το άγχος στους καθημερινούς ανθρώπους έχει αυξηθεί και το μέλλον φαντάζει αβέβαιο, την ώρα που το εισόδημα συρρικνώνεται. Και αυτό οδηγεί σε σημαντική μείωση της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, κυρίως τους πολιτικούς. Δε θα μπορούσε να είναι και αλλιώς καθώς τα κόμματα, για παράδειγμα, συστηματικά κάνουν ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που εξήγγειλαν. Οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν παρατήσει την εργατική τάξη και στέλνουν τανκς και βόμβες στο Κίεβο, κάτι το οποίο δέχεται πλέον μόνο ένας στους τρεις πολίτες, οι Φιλελεύθεροι κάνουν κρατικοποιήσεις, οι Πράσινοι υπερασπίζονται την πυρηνική ενέργεια και στέλνουν τα ΜΑΤ να δείρουν διαδηλωτές ενάντια στην επαναλειτουργία ηλεκτρικών σταθμών που καίνε άνθρακα. Και όλοι μαζί υποκύπτουν στις πιέσεις των ΗΠΑ σχετικά με το αέριο. Το οποίο με τη σειρά τους το πληρώνουν οι απλοί άνθρωποι.
Σύμφωνα λοιπόν με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε στην αρχή του μήνα η εμπιστοσύνη των Γερμανών προς τους πολιτικούς θεσμούς σημειώνει ιστορικό χαμηλό, ενώ η σύγκριση με την περασμένη χρονιά μεγεθύνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα. Χαρακτηριστικό είναι πως ο μόνος θεσμός τον οποίο οι πολίτες εξακολουθούν να εμπιστεύονται πλειοψηφικά είναι αυτός του ομοσπονδιακού προέδρου, που αυτήν την περίοδο είναι ο Σοσιαλδημοκράτης, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ. Η σχετικά μετριοπαθής στάση του σε σχέση με τη Ρωσία και η εν πολλοίς τεταμένη σχέση του με το καθεστώς του Κιέβου ίσως να έχει παίξει σε αυτό κάποιο ρόλο, καθώς όπως θα δούμε παρακάτω υπάρχει απόκλιση μεταξύ της στάσης της γερμανικής κυβέρνησης και των απόψεων στον πληθυσμό σχετικά με το ζήτημα της Ουκρανίας. Σε κάθε περίπτωση, τον Πρόεδρο εμπιστεύεται το 63 %, δώδεκα μονάδες λιγότερες από την περσινή χρονιά.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ο καγκελάριος απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του 33 και 34 % αντίστοιχα, 22 και 24 % λιγότερο από την περασμένη χρονιά, ενώ το κοινοβούλιο, το οποίο εμπιστεύονταν το 50 % πέρσι, κερδίζει φέτος την εμπιστοσύνη του 37 %. Τέλος, σύμφωνα με έρευνα για λογαριασμό της ομοσπονδίας δημοσίων υπαλλήλων μόνο το 29 % εμπιστεύεται το κράτος εν γένει.
Αλλά και η Ε.Ε. δε γλυτώνει: μόνο το 31% εμπιστεύεται πλέον την Ένωση, 7% λιγότερο από πέρσι. Για τα κόμματα δε η κατάσταση δείχνει δραματική συνεχίζοντας μια καθοδική πορεία. Εμπιστοσύνη δείχνει το μόλις το 17% αντί του 24% που ήταν πέρσι. Στην πρώην Ανατολική Γερμανία δε αυτό το ποσοστό είναι μόλις στο 11%. Τέλος, οι κυβερνήσεις των κρατιδίων, οι δήμαρχοι και οι δημοτικές και τοπικές αρχές έχασαν δημοσκοπικά την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας με 46, 44 και 43% αντίστοιχα. Η κάμψη είναι στο 12 με 9% σε σχέση με πέρσι.
Η πρώην Ανατολική Γερμανία και ο πόλεμος
Στα κρατίδια που σχημάτιζαν παλιά τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας η εικόνα είναι ακόμα πιο απογοητευτική για τους θεσμούς: πέρα από το θέμα των κομμάτων που προαναφέραμε, την Ε.Ε. εμπιστεύεται μόνο 1 στους 5 και μόνο ο Σταϊνμάιερ κατορθώνει να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των μισών πολιτών (53%).
Το βλέπαμε εξάλλου στους δρόμους και τις διαδηλώσεις, το διαβάζαμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και το επιβεβαίωσε στατιστικά μια έρευνα της κοινής γνώμης: όλο και αυξάνει ο αριθμός των Γερμανίδων και Γερμανών πολιτών ιδιαίτερα στην Ανατολική Γερμανία, που αποστασιοποιούνται από την επίσημη γραμμή της Δύσης σε σχέση με τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Αυτό προέκυψε από την έρευνα που διεξήγαγε το Center für Monitoring, Analyse und Strategie (Cemas) και δημοσιεύτηκε τον περασμένο Νοέμβριο.
Σύμφωνα με την έρευνα λοιπόν ένας στους έξι ερωτηθέντες (18%) θεωρεί πως ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ηγείται ενός αγώνα ενάντια σε μια παγκόσμια ελίτ που κινεί τα νήματα από το παρασκήνιο. 27% από αυτούς στην Ανατολή και 16% στη Δύση. Τον Απρίλιο το ποσοστό ήταν 12%. 12% είναι το ποσοστό εξάλλου και όσων θεωρούν πως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι ρωσικές αιτιάσεις σχετικά με την από κοινού ανάπτυξη βιολογικών όπλων στην Ουκρανία, με συνεργασία του στρατού των ΗΠΑ και του καθεστώτος του Κιέβου. Τον Απρίλη το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 7%. Από το 8 στο 14% ανέβηκε το ποσοστό όσων θεωρούν πως η Ουκρανία στην πραγματικότητα θα έπρεπε να είναι τμήμα της Ρωσίας για ιστορικούς λόγους ενώ 9% δηλώνει πως η επέμβαση της Ρωσίας είναι αναγκαία για να αντιμετωπιστεί το καθεστώς του Κιέβου επειδή «είναι φασιστικό». Αυτό το ποσοστό ήταν τον Απρίλη 5%. Αυτά τα νούμερα αφορούν όσες και όσους δηλώνουν πως συμφωνούν απόλυτα με αυτές τις θέσεις, ενώ αντίστοιχα ανεβασμένο είναι το ποσοστό των ερωτηθέντων που απαντούν πως συμφωνούν εν μέρει.
Όσον αφορά τις διαφορές Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας, η έρευνα έδειξε πως ένας στους τρεις Ανατολικογερμανούς εκτιμά πως την ευθύνη για τη σύγκρουση τη φέρει το ΝΑΤΟ με την προκλητικότητά του. Στα δυτικά κρατίδια το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 16% και σε ομοσπονδιακό επίπεδο 19% από 12% τον Απρίλη, ενώ 14% στα ανατολικά και 7% στα δυτικά θεωρεί πως ο πόλεμος χρησιμοποιείται για να τραβήξει την προσοχή από την πανδημία.
Στους κόλπους των ψηφοφόρων της ακροδεξιάς στην Ανατολική Γερμανία οι γνώμες που στέκονται ευνοϊκά προς τη Ρωσία εκφράζονται εντυπωσιακά, αλλά και αναμενόμενα, από πολλούς. Σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες ψηφοφόροι του AfD συμφωνούν με μια άποψη που λέει πως η Ουκρανία δεν έχει βάση ύπαρξης και θα έπρεπε να είναι ρωσική καθώς και με τη θέση περί ευθύνης της επιθετικότητας του ΝΑΤΟ και του δικαιώματος της Ρωσίας να αμυνθεί. Τέλος 40% των ψηφοφόρων της ακροδεξιάς εκτιμά πως ο πρόεδρος Πούτιν ηγείται.
Οι ερευνητές ανακοίνωσαν πως οι ψηφοφόροι του αριστερού κόμματος DieLinke ακολουθούν στις «φιλορωσικές» απόψεις αυτούς του AfD. 32% πιστεύει πως η Ουκρανία είναι κατασκεύασμα και πως για τον πόλεμο ευθύνεται το ΝΑΤΟ ενώ 21% θεωρεί πως ο Πούτιν ηγείται της μάχης ενάντια στην παγκόσμια ελίτ. Την πιο μεγάλη απόσταση από θέσεις που είναι κοντά με αυτές της Ρωσίας έχουν ψηφοφόροι των Πρασίνων σε όλη την επικράτεια. Να σημειώσουμε πως οι ερευνητές χαρακτηρίζουν τις απόψεις αυτές ως «θεωρίες συνωμοσίας», αλλά όχι στα ερωτηματολόγια, παρά στην ερμηνεία και ανάλυσή τους.
Αν το AfD με συνέπεια όμως εκφράζει τους ψηφοφόρους του δημιουργώντας περαιτέρω στέρεες βάσεις εκπροσώπησης στα ανατολικά, δε συμβαίνει το ίδιο με το αριστερό κόμμα DieLinke, οι επίσημες θέσεις του οποίου ταυτίζονται επί της ουσίας με τις θέσεις που εκφράζει η επίσημη ευρω-νατοϊκή γραμμή. Το πολιτικό κόστος (για την Αριστερά) και το όφελος για την ακροδεξιά φαίνεται στις δημοσκόπησης σχετικά με την πρόθεση ψήφου: ενώ το AfD δυναμώνει συνεχώς ως εκφραστής της συνεννόησης με τη Ρωσία και πλέον στη Σαξονία είναι πρώτο κόμμα, το DieLinke εμφανίζεται τελματωμένο σε ένα ομοσπονδιακό 4,5 με 5%.Όπως έχουμε δείξει σε άλλο άρθρο όμως η υιοθέτηση από το αριστερό κόμμα πιο ριζοσπαστικών πολιτικών, μια πολιτική ουδετερότητας, απομάκρυνσης από τις ΗΠΑ και προσέγγισης της Ρωσίας όπως τις εκφράζει η Ζάρα Βάγκενκνεχτ θα μπορούσε να συσπειρώσει μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού και να ανακόψει την ανοδική πορεία της ακροδεξιάς.