Αμερικανοί αξιωματούχοι επεξεργάζονται την αυξανόμενη πιθανότητα ο πόλεμος στην Ουκρανία να μετατραπεί σε μια παγωμένη σύγκρουση που θα κρατήσει πολλά χρόνια – ίσως δεκαετίες – και θα ενταχθεί στις τάξεις παρόμοιων χρόνιων αντιπαραθέσεων στην κορεατική χερσόνησο, τη Νότια Ασία και πέρα από αυτήν, αναφέρει σε σημερινό του δημοσίευμα το POLITICO.
Τα θέματα που συζητούνται από την κυβέρνηση Μπάιντεν γύρω από ένα μακροπρόθεσμο «πάγωμα» της σύγκρουσης περιλαμβάνουν του πού θα μπορούσαν να τεθούν οι γραμμές που η Ουκρανία και η Ρωσία θα συμφωνήσουν να μην περάσουν, οι οποίες όμως δε θα πρέπει να εκληφθούν ως επίσημα σύνορα. Οι συζητήσεις – αν και πρόσφατες- έχουν πραγματοποιηθεί σε διάφορες υπηρεσίες των ΗΠΑ και στον Λευκό Οίκο, σημειώνει το δημοσίευμα.
Το POLITICO γράφει πως πρόκειται για ένα σενάριο που μπορεί να αποδειχθεί το ρεαλιστικότερο, δεδομένου ότι ούτε το Κίεβο ούτε η Μόσχα φαίνεται να διατίθενται να παραδεχτούν ποτέ την ήττα, ενώ γίνεται ολοένα και πιθανότερο να προκριθεί ως λύση λόγω της αυξανόμενης αίσθησης μέσα στην αμερικανική στρατιωτική διοίκηση πως μια ουκρανική αντεπίθεση δεν θα προκαλέσει καθοριστικό πλήγμα στη Ρωσία.
Μια παγωμένη σύγκρουση -στην οποία οι μάχες σταματούν αλλά καμία πλευρά δεν ανακηρύσσεται νικήτρια, ούτε συμφωνεί ότι ο πόλεμος τελείωσε επίσημα- θα μπορούσε επίσης να είναι ένα πολιτικά ευχάριστο μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες που υποστηρίζουν την Ουκρανία, σημειώνει το δημοσίευμα, καθώς αυτό θα σήμαινε ότι ο αριθμός των στρατιωτικών συγκρούσεων θα μειωνόταν, το κόστος υποστήριξης του Κιέβου ενδεχομένως να μειωνόταν επίσης, όπως και η προσοχή του κοινού στον πόλεμο.
«Σχεδιάζουμε μακροπρόθεσμα, είτε φαίνεται παγωμένο είτε αποψυγμένο», είπε στο POLITICO ένας Αμερικανός αξιωματούχος που γνωρίζει τις συζητήσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν για την Ουκρανία. Ο αξιωματούχος είπε ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός έρχεται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της διοίκησης, σε αντίθεση με τους προηγούμενους μήνες κατά τους οποίους «όλα είχαν να κάνουν με το επείγον και το βραχυπρόθεσμο».
Δύο άλλοι Αμερικανοί αξιωματούχοι και ένας πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν επιβεβαίωσαν στο μέσο ότι ένα παρατεταμένο πάγωμα των μαχών είναι μια πιθανότητα για την οποία προετοιμάζονται οι ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι εξετάζουν επίσης τους μακροπρόθεσμους δεσμούς ασφαλείας που θα έχει η Ουάσιγκτον με το Κίεβο, καθώς και τη σχέση της Ουκρανίας με τη στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ, επισημαίνεται.
«Υπάρχει μια σχολή σκέψης που λέει: «Ω, οι Ουκρανοί πρέπει να έχουν πρόσβαση στη Μαριούπολη και τη Θάλασσα του Αζόφ», είπε ο πρώην αξιωματούχος της διοίκησης, περιγράφοντας τις εσωτερικές συνομιλίες.
Τέτοιες συζητήσεις παραμένουν σε πρώιμα στάδια, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να τονίζουν ότι ο πόλεμος θα παραμείνει θερμός για αρκετό καιρό και ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν σκοπεύει να παράσχει στην Ουκρανία τα όπλα και την υποστήριξη που χρειάζεται για να απωθήσει τους Ρώσους από όσο το δυνατόν περισσότερο έδαφος.
Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ακόμα και η πρόταση ενός τέτοιου σχεδιασμού θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των Ουκρανών ηγετών στην προσήλωση της Αμερικής στον σκοπό τους, ειδικά με δεδομένη τη στάση ορισμένων Ρεπουμπλικανών υπέρ της μείωσης της υποστήριξης προς το Κίεβο.
Ένα πέμπτο άτομο, ένας ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν που μίλησε στο POLITICO εκ μέρους του Λευκού Οίκου, είπε ότι αξιολογούνται μια σειρά από σχέδια έκτακτης ανάγκης, αλλά η κατάσταση είναι ρευστή και η μόνη ασφαλής πρόβλεψη είναι ότι η Ρωσία δεν θα κατακτήσει την Ουκρανία. Όλοι οι αξιωματούχοι μίλησαν στο μέσο υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Ενώ πολλοί αμερικανοί αξιωματούχοι αποφεύγουν να μιλήσουν δημόσια για το πώς θα εξελιχθεί η σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ, Μαρκ Μίλεϊ, έχει επανειλημμένα προβλέψει ότι θα λήξει με διαπραγματεύσεις και όχι με στρατιωτική νίκη για καμία πλευρά.
H σύνθεση των τελευταίων πακέτων στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία αντανακλά τη στροφή της κυβέρνησης Μπάιντεν σε μια πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική, δήλωσε, σύμφωνα με το δημοσίευμα, αξιωματούχος του υπουργείου Άμυνας.
Η ποσότητα του εξοπλισμού που αποστέλλεται απευθείας από τα υπάρχοντα αποθέματα των ΗΠΑ μειώνεται σταθερά τους τελευταίους μήνες, ενώ αυξάνονται τα πακέτα που αφορούν τις παραγγελίες όπλων από τη βιομηχανία – μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει από μήνες έως χρόνια.
Το τελευταίο διάστημα, η κυβέρνηση Μπάιντεν μετέφερε από το απόθεμα του αμερικανικού στρατού όπλα (κυρίως πυρομαχικά) αξίας 300 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ παρείχε 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια για την αγορά πιο σύνθετων όπλων, όπως αυτά της αεράμυνας, από τη βιομηχανία, καταλήγει το δημοσίευμα.
(Πηγή: POLITICO)