ΑΘΗΝΑ
01:40
|
15.11.2024
Η δημοκρατία σε κρίση δεν είναι το πρόβλημα για τις ελίτ μας, είναι η νέα κανονικότητα.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Το ξέρουμε πολλά χρόνια τώρα. Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης, ούτε φιλελεύθερες θυμίζουν πια, σύντομα ίσως ούτε δημοκρατίες – τουλάχιστον όχι το παραδοσιακό μοντέλο το οποίο προέκυψε στη Δύση ύστερα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και δεκαετίες αγώνων. Για το πότε προέκυψε το πρόβλημα, υπάρχουν πολλές απόψεις. Κάποιοι τοποθετούν την απαρχή τη δεκαετία του ‘80, κάποιοι στην πτώση του αντίπαλου δέους τη δεκαετία του ‘90, κάποιοι βλέπουν την τομή στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Σε κάθε περίπτωση η οικονομική κρίση πριν από δεκαπέντε χρόνια επιτάχυνε αυτή τη διαδικασία. Η αποτυχία της συλλογικής Δύσης να ξεπεράσει ουσιαστικά αυτή τη βαθιά κρίση, σε συνδυασμό με ένα υπαρξιακό άγχος το οποίο προκαλεί η άνοδος της Κίνας, οδηγεί σε τερατογενέσεις το στρατόπεδο, το οποίο αρέσκεται στο να αυτοαποκαλείται «ελεύθερος κόσμος».

Η Πολωνία είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα. Οι τελευταίες εξελίξεις στη χώρα είναι χαρακτηριστικές της τάσης αυτής – και η αλήθεια είναι πως δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσουν καθόλου. Άλλωστε, ως γνωστόν, κάποιος που σκορπάει ανέμους, θα θερίσει θύελλες. Και μια θύελλα μεγατόνων μαγειρεύεται στη Βαρσοβία, με σεφ όχι μόνο τον πρόεδρο Ντούντα, όπως μας παρουσιάζεται, αλλά τη συλλογική Δύση.

«Νόμος και Δικαιοσύνη»

Αυτό είναι το όνομα του κυβερνώντος κόμματος, υπό τον πρόεδρο Ντούντα – πάρε και κατάλαβε από εκεί το κέντρο του πολιτικού διαλόγου στην Πολωνία. Το κόμμα ανέβηκε στην εξουσία το 2005, με ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικό. Αντικομμουνιστικό, με βασική δέσμευση να τελειώσει με τα κατάλοιπα του σοσιαλιστικού κράτους στην Πολωνία. Η έφοδος αυτή όμως, ήταν ακόμη τότε άγουρη. Μια νομοθεσία η οποία υποχρέωνε τους δημοσίους υπαλλήλους, δημοσιογράφους κλπ., όχι απλά να καταθέσουν πιστοποιητικό πολιτικών φρονημάτων, αλλά και να αναφέρουν οποία σύνδεση είχαν σε παρελθοντικό χρόνο με πολιτικά κόμματα, ξεσήκωσε μαζικές αντιδράσεις. Πράγμα απολύτως λογικό, καθώς η πλειοψηφία της χώρας είχε κάποτε, αναγκαστικά, σχέσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας. Οι σκελετοί στην ντουλάπα οδήγησαν το Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης στην ήττα και τον (γνωστό σε εμάς από τα χρόνια της κρίσης) αντίπαλό του, Ντόναλντ Τουσκ στην εξουσία.

Ο παλαιός πρωθυπουργός και μετέπειτα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αν και ξεκάθαρα ευρωπαϊστής, δεν ήταν ακριβώς και ο πιο φιλελεύθερος πολιτικός. Σε οικονομικό επίπεδο προώθησε τη λιτότητα, σε κοινωνικό επίπεδο συνέβαλε στη μετατόπιση του δημοσίου διαλόγου ακόμη δεξιότερα, προσπαθώντας να γίνει ελκυστικός σε μια χώρα όπου η Καθολική Εκκλησία έχει ακόμη μεγάλη επιρροή. Χαρακτηριστικό είναι πως το 2012, σε πρόταση νόμου των ακροδεξιών κομμάτων της αντιπολίτευσης για περιορισμό του δικαιώματος άμβλωσης, 35 από τους βουλευτές του Τουσκ το υπερψήφισαν. Το κεντροδεξιό κόμμα ηττήθηκε το 2015, ο Ντούντα έγινε πρόεδρος και το κόμμα του σχημάτισε ξανά κυβέρνηση.

Υπό την ακροδεξιά του Ντούντα η Πολωνία έχει μπει σε μια φάση τρομακτικής συντηρητικοποίησης: Οριακά πλήρης απαγόρευση των αμβλώσεων, αστυνομική βία, αντιμεταναστευτική ακραία ρητορική, ισλαμοφοβία, εθνικισμός, ενώ σχεδόν η μισή χώρα έχει ανακηρυχθεί «Ζώνη ελεύθερη από ΛΟΑΤΚΙ». Επιπλέον, απογειώνοντας το γκροτέσκο, η Πολωνία ανακήρυξε βασιλέα της τον Ιησού Χριστό.

Ταυτόχρονα, μέσω νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών και με τη γενναιόδωρη συνεισφορά της Ε.Ε. για χρόνια, η οικονομία αναπτύχθηκε, όπως και το χάσμα των ανισοτήτων. Η οικονομία όμως αναπτύσσεται, τα νούμερα ευημερούν και αυτό επιβάλλει ένα σχετικό consensus στη χώρα, αλλά κάνει και την κυβέρνηση πιο άπληστη.

Τελευταία πράξη του ακροδεξιού δράματος της Πολωνίας είναι ο νέος νόμος περί «περιορισμού της ρωσικής επιρροής». Από τους στενότερους συμμάχους της Ουκρανίας, η πολωνική κυβέρνηση έχει αξιοποιήσει τις ευκαιρίες τις οποίες προσφέρει ο «μπαμπάς πόλεμος». Το ευρωατλαντικό κέντρο μεταφέρεται ανατολικά και ο ρόλος της Πολωνίας αναβαθμίζεται. Η Βαρσοβία έχει ήδη δεχθεί μεγάλο αριθμό Ουκρανών προσφύγων, παρά την παραδοσιακή αντιμεταναστευτική πολιτική, προσφέρει πολεμικό υλικό και πιέζει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια ολοένα και αυστηρότερη στάση έναντι της Μόσχας. Παραδοσιακά καχύποπτη με την Ρωσία, η Πολωνία μετά την έναρξη του πολέμου τάσσεται σθεναρά με το Κίεβο και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα ενός αυτοαποκαλούμενου «τείχους δημοκρατίας» έναντι της «αυταρχικότητας» του Πούτιν. Αυτή η αναμπουμπούλα παρουσιάζει βέβαια πολλές ευκαιρίες, της οποίες η προεδρία Ντούντα θέλει να αξιοποιήσει.

Από την Κική και την Κοκό, ποια να διαλέξω;

Ο Ντούντα δεν έχει κάποιον καημό με τη ρωσική επιρροή στη χώρα του. Αλλά έχει καημό με την αντιπολίτευση. Με το νόμο αυτόν στοχεύει στους πολιτικούς αντιπάλους, και πιο συγκεκριμένα στον Ντόναλντ Τουσκ. Ενεργειακές συμφωνίες ανάμεσα στη Βαρσοβία και τη Μόσχα επί Τουσκ, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τις αρμόδιες αρχές για να μπλοκαριστεί η υποψηφιότητα του πρώην πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον νέο νόμο. Επικίνδυνο παιχνίδι το οποίο οδήγησε σε μαζικές αντιδράσεις.

Την περασμένη Κυριακή, μια από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στην ιστορία της χώρας πραγματοποιήθηκε, με κεντρικά πρόσωπα τον Λεχ Βαλέσα (ιστορικός ηγέτης της «Αλληλεγγύης» και πρώην πρόεδρος) και τον Τουσκ. Με σημαίες της Πολωνίας, της Ουκρανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι περίπου 500.000 διαδηλωτές διαμαρτυρήθηκαν για τον νέο νόμο και συνολικά την ακροδεξιά στροφή της χώρας. Ο Τουσκ θα προσπαθήσει να συσπειρώσει την αντιπολίτευση γύρω από το πρόσωπό του, ώστε να κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Ήδη προσπαθεί να δώσει ένα διαφορετικό τόνο, υποσχόμενος να παραχωρηθεί το δικαίωμα άμβλωσης μέχρι τις 12 εβδομάδες κύησης, καθώς και το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Βέβαια, εδώ πρέπει να πούμε πως ο Ντούντα βρίσκει και τα κάνει. Ο νόμος ο οποίος έχει ξεσηκώσει τόσες αντιδράσεις είναι επέκταση τόσο της, πασιφανώς αντιδημοκρατικής, απόφασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απαγορεύσει εν μια νυκτί τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης στην επικράτειά της, όσο και στη θεσμική κατοχύρωση αυτής της απαγόρευσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την οποία έχουμε γράψει εδώ. Ταυτόχρονα, υπάρχει και το πολιτικό προηγούμενο στη χώρα, όταν ο Τουσκ, επί πρωθυπουργίας του, είχε προσπαθήσει να φυλακίσει τον τότε επικεφαλής του «Νόμος και Δικαιοσύνη». Η κίνηση της τωρινής πολωνικής κυβέρνησης είναι το επόμενο λογικό βήμα, σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία στην οποία η ήπειρος κινείται εδώ και χρόνια.

Επί χρόνια οι Βρυξέλλες δημιουργούν διαιρέσεις στην ήπειρο, διευρύνουν τις ανισότητες και προκαλούν το κοινό αίσθημα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι οποίες και αισθάνονται πως δεν εισακούγονται. Για να ελεγχθεί η κατάσταση, οι εθνικές κυβερνήσεις και ελίτ προμοτάρουν έναν ακροδεξιό λόγο και υιοθετούν μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση την ακροδεξιά ατζέντα σε μια πληθώρα θεμάτων όπως π.χ. το μεταναστευτικό. Αποτέλεσμα είναι οι κυβερνήσεις τύπου Ντούντα να μην αφορούν πια την περιφέρεια της Ένωσης, αλλά χώρες όπως η Ιταλία να βρίσκονται και αυτές με ακροδεξιές κυβερνήσεις, ενώ να φαίνεται πως είναι θέμα χρόνου να ακολουθήσει η Ισπανία και η Γαλλία. Οι ακροδεξιές κυβερνήσεις στην ήπειρο, όπως παρατηρεί ο Owen Jones σε άρθρο του, όχι απλά φαίνεται να πληθαίνουν, αλλά αυτό αντιμετωπίζεται και ως κάτι το φυσιολογικό. Τελευταία άσχημα νέα έρχονται από τη Γερμανία, όπου σύμφωνα με δημοσκόπηση το ακροδεξιό AfD διεκδικεί τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης με ποσοστό 19%. Υποπτευόμαστε, πως για ακόμη μια φορά, το πολιτικό σύστημα αντί να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές και οικονομικές αιτίες που οδηγούν σε αυτό το μαύρο κύμα, θα υιοθετήσει απλά τμήμα των ακροδεξιών θέσεων. Και για τους, γαλουχημένους πια στην ακροδεξιά, ψηφοφόρους θα μείνει το ερώτημα: «Από την Κική και την Κοκό, ποια να διαλέξω;». Η δημοκρατία σε κρίση δεν είναι το πρόβλημα για τις ελίτ μας, είναι η νέα κανονικότητα. 

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Τις επόμενες μέρες οι οδηγίες για τις εκλογές στο ΣΥΡΙΖΑ

Κλεισμένος σε σολάριουμ 39χρονος Αμερικανός- Βρέθηκε νεκρός μετά από τρεις μέρες

Σχέδιο συμφωνίας για εκεχειρία πήρε ο πρόεδρος της βουλής του Λιβάνου από τις ΗΠΑ

Πρώην υπουργός της Ν.Δ. στο πλευρό του γυναικοκτόνου στο Αγρίνιο

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα