ΑΘΗΝΑ
08:35
|
22.11.2024
Ποιοι θα είναι οι εκάστοτε «ιεροί άνθρωποι», οι οποίοι θα βρίσκονται εκτός του πεδίου του δικαίου;
Λαβύρινθος, Στέλιος Φαϊτάκης
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ο φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν στήνει μια ολόκληρη πολιτική φιλοσοφία, η οποία περιγράφει την άρθρωση της εξουσίας στη νεωτερικότητα γύρω από τη μορφή που ονομάζεται «homo sacer», δηλαδή γύρω από τον άνθρωπο, ο οποίος σύμφωνα με το ρωμαϊκό δίκαιο μπορούσε να σκοτωθεί χωρίς να υπάρξει καμία τιμωρία ή νομική συνέπεια. Η εξουσία επιτελείται, σύμφωνα με τον Αγκάμπεν, μέσα από τη δυνατότητά της να ορίζει ποιοι θα είναι οι εκάστοτε «ιεροί άνθρωποι», οι οποίοι θα βρίσκονται εκτός του πεδίου του δικαίου, ήτοι μέσα από την ισχύ της να ορίζει ποια είναι η κανονικότητα και ποια η εξαίρεση.

Με αυτή την επιδραστική πολιτική θεωρία κατά νου μπορούμε να δούμε ορισμένα τραγικά πλην πολύ χαρακτηριστικά για τον κόσμο της ύστερης νεωτερικότητας γεγονότα στην Παλαιστίνη και την Ουκρανία.  

Φόνος ικετών στη Λωρίδα της Γάζας

Στη Γάζα χτυπήθηκε από το Ισραήλ ο ναός του αγίου Πορφυρίου Γάζης, που χρονολογείται από το 1150 μ.Χ. με τουλάχιστον 18 νεκρούς. Ανταποκρινόμενο σε αυτήν την επίθεση κατά αμάχων, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων υποστήριξε με παρρησία το δικαίωμά του να προσφέρει άσυλο σε ανθρώπους όλων των φυλών και των θρησκειών, σε χριστιανούς όλων των ομολογιών όσο και σε μουσουλμάνους, επιτελώντας μία πανάρχαια λειτουργία των ιερών χώρων, χαρακτήρισε δε τη φονική επίθεση εναντίον ιερού χώρου με αμάχους ως έγκλημα πολέμου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο ευάλωτος μεταιχμιακός χαρακτήρας του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων: Αρχαίος χριστιανικός ορθόδοξος θεσμός, που μεσολαβεί μεταξύ Εβραίων και Μουσουλμάνων, έχει ως αφετηρία της δράσης του τη μέριμνα για τους συγκεκριμένους ευάλωτους που κινδυνεύουν σε όποια φυλή ή θρησκεία και αν ανήκουν. Αλλά και στο ενδο-ορθόδοξο επίπεδο αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για το μοναδικό ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο που δεν έχει αναγνωρίσει τη λεγόμενη «Αυτοκέφαλη Ορθόδοξο Εκκλησία της Ουκρανίας» υπό τον Επιφάνιο (Ντουμένκο), την οποία αναγνωρίζουν τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως και Αλεξανδρείας και οι Εκκλησίες Ελλάδας και Κύπρου.

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων βρίσκεται σε ένα μεταιχμιακό πεδίο μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας και για τον λόγο αυτό μπορεί και αναλαμβάνει διορθόδοξες πρωτοβουλίες για τις θεραπείες των ενδορθόδοξων σχισμάτων (ενίοτε από κοινού με την Εκκλησία της Αλβανίας). Έχοντας την αυτοσυνειδησία της κατ’ εξοχήν Μητρός Εκκλησίας, η οποία δεν στηρίχτηκε, όπως άλλες Εκκλησίες αργότερα, στην προνομιακή σχέση της με αυτοκρατορικά κέντρα εξουσίας, αλλά αμιγώς στην εκκλησιαστική συνοδικότητα που γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα με την αποστολική σύνοδο, μπορεί να μεσολαβεί μεταξύ των «θυγατέρων» Εκκλησιών με μόνη «αυθεντία» τη διάνοιξή της στην ευαλωτότητα της Ιστορίας. Και πράγματι, το γεγονός ότι πρόκειται για το μοναδικό ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο που δεν βρίσκεται στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας» ως προς το Ουκρανικό το καθιστά περισσότερο τρωτό στη βία, όπως φάνηκε και από τη συγκριτικά μειωμένη αλληλεγγύη που επέδειξαν η ελληνική κυβέρνηση και οι ελληνορθόδοξες Εκκλησίες, αν αναλογιστεί κανείς το μέγεθος της καταστροφής (τουλάχιστον 18 νεκροί από χτύπημα σε ιστορικό ναό του 12ου αιώνα σε χώρο τεράστιας ιστορικής αξίας τουλάχιστον από τον 4ο αιώνα).

Από την άλλη, το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει επιλέξει αυτές τις μέρες να χτυπήσει εκτός από έναν ορθόδοξο ναό- άσυλο επιπλέον το νοσοκομείο Αλ-Αχλί, που συνδέεται με θεσμούς της Αγγλικανικής Εκκλησίας και των Βαπτιστών (δες εδώ για μια ενδεικτική κατάρριψη ισχυρισμών του Ισραήλ ως προς την πηγή του χτυπήματος), το τέμενος Αλ Άνσαρ στη Τζενίν και πληθώρα νοσοκομείων άμεσα ή έμμεσα δείχνει ότι το Ισραήλ διεκδικεί με όρους του Τζόρτζιο Αγκάμπεν έναν απόλυτο εξαιρετισμό: Το γεγονός ότι αποτελεί ένα απόλυτα εξαιρετικό κράτος (απότοκο του Ολοκαυτώματος που θεωρείται ότι δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία άλλη καταστροφή στην ανθρώπινη Ιστορία, αλλά και απολύτως μοναδικό προκεχωρημένο φυλάκιο του δυτικού πολιτισμού μέσα στη μουσουλμανική Μέση Ανατολή κατά την προσφιλή δυτική θεώρηση) του προσπορίζει τη δυνατότητα να αψηφά κάθε κανόνα του πολέμου και να πλήττει με τρόπο συστηματικό αυτούς που κατ’ εξοχήν θα έπρεπε να τυγχάνουν προστασίας: τους άμαχους ικέτες που βρίσκουν άσυλο σε ιερά τεμένη, αλλά και σε χριστιανικούς ναούς και σε νοσοκομεία.

Η οιονεί συστηματική επίθεση σε παρόμοιους χώρους κατά την τελευταία εβδομάδα δείχνει να θέλει να περάσει ένα σαφές μήνυμα ότι οι κάτοικοι της Γάζας δεν είναι ασφαλείς απολύτως σε κανέναν χώρο και θεωρούνται ως υπόχρεοι να πάρουν τον δρόμο μιας νέας προσφυγιάς, η οποία, όμως, δεν είναι και πρακτικά δυνατή. Το «εξαιρετικό» κράτος καθιστά τη Λωρίδα της Γάζας συνολικώς έναν τόπο απόλυτης εξαίρεσης όπου δεν ισχύει καθόλου η κανονικότητα του δικαίου, προκειμένου να τονωθεί η αίσθηση απόλυτης ισχύος, η οποία είχε τρωθεί με τα χτυπήματα της Χαμάς.

Εκτός νόμου η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας

Είναι, όμως, σημαντική και μια εξέλιξη εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος στην Ουκρανία. Οι βουλευτές του ουκρανικού κοινοβουλίου Βερχόβνα Ράντα ψήφισαν κατά πρώτη ανάγνωση το νομοσχέδιο με αριθμό 8371, το οποίο προβλέπει να απαγορευθεί η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό τον μητροπολίτη Κιέβου Ονούφριο. Στη σχετική ψηφοφορία, 267 βουλευτές υπερψήφισαν το νομοσχέδιο, 15 το καταψήφισαν, ενώ υπήρχαν και 2 αποχές. Η συζήτηση στο κοινοβούλιο είχε στοιχεία έντονης αποδοκιμασίας για όσους καταψήφισαν, οι οποίοι θεωρήθηκαν ως «εχθροί του λαού», ενώ είχαν υπάρξει ακόμη και απειλές κατά της ζωής τους από την εθνικιστική ομάδα S-14. Χαρακτηριστικά ο Μητροπολίτης Μπορίσπιλ και Μπροβαρί Αντώνιος δήλωσε ευγνώμων για όσους βουλευτές υπερέβησαν τον φόβο της συκοφαντικής δυσφήμησης, των δημοσιεύσεων στο Διαδίκτυο και των απειλών από ριζοσπαστικές δυνάμεις.

Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται επίσης σε ένα μεταίχμιο. Τον Μάιο του 2022 ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από το Πατριαρχείο Μόσχας, ώστε μέσα στο πλαίσιο της πολεμικής σύγκρουσης να μπορέσει να υπηρετήσει απερίσπαστη τον ουκρανικό λαό μέσα από τις προσευχές της, αλλά και τη συγκεκριμένη διακονία της σε νοσοκομεία, ανθρωπιστικούς θεσμούς, ακόμη και στα μέτωπα του πολέμου. Η κυβέρνηση της Ουκρανίας, όμως, υποστηρίζει δυναμικά την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 2018 με επικεφαλής τον Επιφάνιο (Ντουμένκο) και αναγνωρίζεται από τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως και Αλεξανδρείας, καθώς από τις Εκκλησίες Ελλάδας και Κύπρου. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο συνεχίζει να έχει 12.500 ιερείς και πάνω από 100 επισκόπους, ενώ το πεδίο στο οποίο υπερτερεί συντριπτικά είναι ο μοναχισμός με πάνω από 4550 μοναχούς, ενώ η νέα Εκκλησία υπό τον Επιφάνιο δεν έχει κατορθώσει ακόμη να αναδείξει τους μοναχούς και τις μοναχές, που θα μπορέσουν να στηρίξουν τα ιστορικά μοναστήρια της Ουκρανίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έχει υπάρξει απόφαση πανορθόδοξης συνόδου για το πώς χορηγείται η αυτοκεφαλία σε μία τοπική Εκκλησία. Το πλέον φλέγον αυτό εκκλησιαστικό ζήτημα της εποχής μας ήταν στην ατζέντα της σχετικά πρόσφατης Πανορθόδοξης Συνόδου στην Κρήτη το 2016, όμως αφαιρέθηκε λίγο πριν τη σύγκληση της συνόδου με τρόπο που δημιουργεί ερωτηματικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι η συγκεκριμένη «Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας» υπό τον Επιφάνιο αναγνωρίζεται από 4 τοπικές Εκκλησίες, ενώ δεν αναγνωρίζεται από τις υπόλοιπες 10, οι οποίες (ελλείψει σαφούς διαδικασίας χορηγήσεως αυτοκεφάλου που να έχει συμφωνηθεί πανορθοδόξως) μένουν στην ισχύουσα κανονική παράδοση και αναγνωρίζουν την «Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία» υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο.

Σε κάθε περίπτωση, παραμένει η απορία τι μπορεί να σημαίνει στην πράξη αυτή η απαγόρευση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από το ουκρανικό κοινοβούλιο. Ο αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού της Ουκρανίας Ροστίσλαβ Καραντίεφ έχει δηλώσει ότι οι κληρικοί της θα έχουν τη δυνατότητα να προσχωρήσουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας υπό τον Επιφάνιο (Ντουμένκο), η οποία αναγνωρίζεται από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ενώ τα κτήρια που χρησιμοποιούνται και η εκκλησιαστική περιουσία θα περιέλθουν στο κράτος, χρησιμοποιώντας ως πρότυπο αυτό το οποίο γίνεται ήδη με τη Μονή της Λαύρας του Κιέβου. Πρόκειται, επομένως, για μια πρακτική σκληρής δήμευσης, με κάποια ασάφεια να υπάρχει ειδικά ως προς το καθεστώς των μοναχών, οι οποίοι δεν θα θελήσουν να προσχωρήσουν στην εκκλησία υπό τον Επιφάνιο, η οποία δεν διαθέτει δικό της ακμαίο μοναχισμό, με αποτέλεσμα ο ουκρανικός μοναχισμός να βρίσκεται κυρίως στην εκκλησία υπό τον Ονούφριο.

Το σοβαρότερο βεβαίως είναι τι θα γίνει στη λίγο πολύ βέβαιη περίπτωση κατά την οποία οι κληρικοί και μοναχοί της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας υπό τον Ονούφριο δεν θα θελήσουν να προσχωρήσουν σε αυτήν υπό τον Επιφάνιο και θα αντισταθούν, πιθανότατα, στη δήμευση των ναών τους, μέσω μαζικής προσέλευσης πιστών, κατά το πρότυπο της μακροχρόνιας ηρωικής αντίστασης της Λαύρας του Κιέβου. Το ερώτημα είναι σε αυτή την περίπτωση πόση βία θα είναι διατεθειμένο να μετέλθει το καθεστώς του Κιέβου άμεσα ή μέσω παρακρατικών, ώστε να αλλάξει εμπράγματα η ιδιοκτησία των ναών, καθώς και πόσο θα ρισκάρει τη συνοχή της ουκρανικής κοινωνίας, αλλά και πόσο θα μπορούν να κλείνουν τους οφθαλμούς και τα ώτα τους στη βία όσοι έξω από την Ουκρανία προωθούν αυτήν την κατάσταση ως εκκλησιαστικοί ηγέτες. Γιατί οι πιστοί και δη οι κληρικοί και μοναχοί της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας κινδυνεύουν να καταστούν homines sacri με έναν διττό τρόπο: Θυμίζοντας εποχές καισαροπαπισμού, εκκλησιαστικοί ηγέτες εκτός Ουκρανίας αίρουν την αναγνώριση της εν λόγω Εκκλησίας και μετά κρύβονται πίσω από τους πολιτικούς ηγέτες, εν προκειμένω του ουκρανικού καθεστώτος, οι οποίοι θα είναι και αυτοί οι οποίοι θα ασκήσουν την κρατική βία, είτε άμεσα, είτε μέσω παρακρατικών. Σύμφωνα με την καισαροπαπική αυτή παράδοση, που είναι προσφιλής στην «καθ’ ημάς Ανατολή», οι εκκλησιαστικοί ηγέτες θα μπορούν να θεωρούν εαυτούς αθώους της βίας η οποία, όταν ασκηθεί, θα βαραίνει μόνο το κράτος (και τους παρακρατικούς). Αυτοί, όμως, που θα υποστούν τη βία, αν αντισταθούν σε δημεύσεις και αρπαγές, είναι πραγματικοί άνθρωποι με σάρκα και οστά, όσο περίπλοκο και αν είναι το σύστημα της εκκλησιαστικής διάχυσης ευθυνών στο οποίο βασίζονται οι ευγενείς συνειδήσεις που προβάλλονται ως φάροι προοδευτισμού.

Ο Andrey Baumeister, καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Taras Shevchenko παρατήρησε σχετικά το απαράδεκτο αυτής της εικόνας  «να προσεύχονται μοναχές στο ναό και ένοπλοι εκπρόσωποι του Υπουργείου Εσωτερικών και του στρατού να παρίστανται κοντά στο ναό, ενώ υπάρχουν εκατοντάδες βίντεο που δείχνουν νεαρούς παραστρατιωτικούς να διώχνουν τους πιστούς έξω από το ναό», διερωτώμενος αν οι κληρικοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας υπό τον Επιφάνιο μπορούν ως χριστιανοί να ανεχθούν να διώκονται τα αδέλφια τους. Ο ίδιος καθηγητής δήλωσε ότι αυτή η καταφυγή στην κρατική βία αποτελεί μία αποτυχία εσωτερικής πολιτικής, καθώς δεν μπορεί κανείς να συμπεριφέρεται σε έναν πνευματικό θεσμό, όπως η Εκκλησία, σαν μια καταπιεστική αυταρχική δομή, αφού αυτό σημαίνει κατάργηση του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας. Τυπικώς, βεβαίως, η υπερψήφιση κατά πρώτη ανάγνωση, δεν είναι η απολύτως τελευταία πράξη του δράματος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς επίκεινται ακόμη δύο αναγνώσεις, η υπογραφή από τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, ορισμένες εξειδικεύσεις και εκδικάσεις προσφυγών, όμως στην πράξη πρόκειται για μια καταλυτική πίεση που ασκείται στους κληρικούς της Εκκλησίας υπό τον Ονούφριο να μεταβούν σε αυτήν υπό τον Επιφάνιο και το πόση βία θα ασκηθεί στο μέλλον εξαρτάται λιγότερο από τις νομικές προβλέψεις και περισσότερο από την πολιτικοκοινωνική κατάσταση στην Ουκρανία, καθώς και από τις αντιδράσεις τόσο του ουκρανικού λαού, που συνεχίζει να έχει πνευματικούς δεσμούς με την Εκκλησία του, όσο και των διεθνών παραγόντων.

Από τη μεριά του, ο προκαθήμενος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μητροπολίτης Κιέβου Ονούφριος απάντησε με εκφράσεις ολικής αγάπης στις διαιρετικές πολιτικές του ουκρανικού καθεστώτος. Κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στον Ιερό Ναό Αγαπίου στη Λαύρα του Κιέβου την Κυριακή 22 Οκτωβρίου τοποθετήθηκε για την ψήφιση του νομοσχεδίου που οδηγεί στην απαγόρευση της Εκκλησίας του λέγοντας «δεν κρατάμε κακία σε κανέναν […] Θα αγαπάμε τους πάντες, θα αγαπάμε τον Θεό, θα αγαπάμε τη Γη μας, τον λαό μας, την κυβέρνησή μας, τον στρατό μας, θα αγαπάμε όλους τους ανθρώπους. Και θα προσευχόμαστε για αυτούς». Ο μητροπολίτης Ονούφριος τόνισε κυρίως ότι το κέντρο από το οποίο διοικείται η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται στο Κίεβο. Με αυτήν την έννοια η Εκκλησία του είναι μια ουκρανική Εκκλησία, η οποία προσεύχεται για τους άρχοντες του τόπου, για τον λαό της, συμπεριλαμβανομένου και του στρατού, σύμφωνα πάντα με την ορθόδοξη έμφαση στη συγκεκριμένη τοπικότητα όπου ριζώνει η Εκκλησία. Σε καιρό μάλιστα πολέμου κατ’ εξοχήν η τοπική Εκκλησία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας διακονεί τη συγκεκριμένη τοπική κοινωνία. Ο μητροπολίτης Ονούφριος κατέληξε: «Όλοι αναζητούν ένα πνευματικό κέντρο από όπου ελεγχόμαστε, υπάρχει κι αυτό, αλλά είναι στον ουρανό. Εκεί είναι ο Ιδρυτής της Εκκλησίας μας, εκεί βρίσκεται η Κεφαλή της Εκκλησίας μας, το όνομα του Οποίου είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός». Αυτή η καθολική αγάπη με αφετηρία την τοπικότητα του συγκεκριμένου ουκρανικού λαού συνυπάρχει όμως με την παρρησία του λόγου που ανθίσταται στο εξουσιαστικό φίμωμα των εναλλακτικών φωνών: «Επειδή η Εκκλησία μας είναι η Εκκλησία της αγάπης. Αν σωπάσει, δεν θα υπάρχει ζωή στη γη. Εγώ ο ίδιος είμαι σε αυτή την Εκκλησία γιατί είναι η Εκκλησία της αγάπης. Ιδρύθηκε από τον Θεό, που είναι Αγάπη» κατά τα λόγια του μητροπολίτη Κιέβου Ονουφρίου.

Με παρόμοιο τρόπο, ο Μητροπολίτης Αλεξάνδρειας και Σβετλόβοντσκ Μπογκόλεμπ δήλωσε ότι «αυτή η στιγμή είναι ευλογημένη, γιατί θα αποδείξουμε όχι μόνο στον κόσμο γύρω μας, αλλά πρώτα απ’ όλα στον εαυτό μας ποιοι είμαστε και γιατί ήρθαμε σε αυτόν τον κόσμο». Ο μητροπολίτης Μπογκόλεμπ είπε χαρακτηριστικά ότι γνωρίζουμε τη μητέρα μας. «Είμαστε πολίτες και πατριώτες της χώρας μας. Γνωρίζουμε ότι η Εκκλησία μας είναι η Εκκλησία του ουκρανικού λαού». Η απαγόρευση μπορεί να είναι κατά τον μητροπολίτη Μπογκόλεμπ μια ευκαιρία, καθώς θα επέλθει μέσα από τις διώξεις μια δημοσιοποίηση του δράματος των Ορθόδοξων Ουκρανών σε όλον τον κόσμο. Ο Μητροπολίτης Μπορίσπιλ και Μπροβαρί Αντώνιος, πρωτοσύγκελλος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, δήλωσε από τη μεριά του ότι η Εκκλησία δυναμώνει μέσα από τους διωγμούς.

Ο Σλάβοϊ Ζίζεκ έχει γράψει ότι η αγάπη είναι το να επενδύουμε με αξία πλήρους καθολικότητας το απόλυτα συγκεκριμένο (και θα προσθέταμε το απόλυτα τοπικό). Αυτή είναι η χριστιανική πίστη για τον Θεό (ήτοι το απόλυτα καθολικό είναι) που έλαβε ένα συγκεκριμένο τρωτό ανθρώπινο σώμα και πέθανε πάνω στο σταυρό, για να μοιραστεί μετά ως «θεία κοινωνία».

Στην εποχή μας και σε κάθε εποχή έχει για αυτό ενδιαφέρον να βλέπουμε ανθρώπους που προσφέρουν χριστιανική και γενικά ανθρωπιστική μαρτυρία με το να επιμένουν να μένουν σε έναν τόπο και να μη φεύγουν, ούτε να προσχωρούν σε όποιον τους υποδεικνύει η όποια κρατική ή εκκλησιαστική εξουσία, που επιτελείται αενάως μέσα από τον ορισμό της κανονικότητας και της εξαίρεσης που προκαλεί αναλώσιμους homines sacros, ακόμη κι αν είναι ικέτες σε τόπους ιερούς.  

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Όχι Μετρό στην Πλατεία Εξαρχείων: «Η αρχή του τέλους ξεκίνησε»

Απαγόρευση κυκλοφορίας στη Νέα Φιλαδέλφεια λόγω επίσκεψης του Πατριάρχη

Εκδήλωση-Συζήτηση: «Γενοκτονία, Αντίσταση και Αντι-αποικιακότητα στη Μέση Ανατολή/Δυτική Ασία»

Πανελλαδικό συλλαλητήριο συνταξιούχων

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα