Δικαστήριο στην πολιτεία Ιλινόι των ΗΠΑ αποφάσισε να μη συμπεριληφθεί το όνομα του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο ψηφοδέλτιο των Ρεπουμπλικανών κατά τη διάρκεια της εσωκομματικής διαδικασίας για την ανάδειξη του υποψηφίου της παράταξης στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου του 2024. Η δικαστής στην απόφασή της επικαλέστηκε τον ρόλο που διαδραμάτισε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την αιματηρή εισβολή οπαδών του στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021. Ωστόσο, ανέστειλε την εφαρμογή της ετυμηγορίας αυτής ωσότου αποφανθούν ανώτερα δικαστήρια, προεξοφλώντας την άσκηση έφεσης.
Πράγματι, λίγη ώρα αφού ανακοινώθηκε η απόφαση που έλαβε η δικαστής Τρέισι Πόρτερ, η ομάδα του κ. Τραμπ τη χαρακτήρισε αντισυνταγματική, επιβεβαιώνοντας την πρόθεση της υπεράσπισης να ασκήσει έφεση.
Η δικάστρια Πόρτερ τάχθηκε υπέρ ψηφοφόρων στο Ιλινόι που επιχειρηματολογούν πως ο πρώην Πρόεδρος πρέπει να απαγορευθεί να είναι υποψήφιος στην ψηφοφορία της παράταξής του τη 19η Μαρτίου και στις εκλογές του Νοεμβρίου επειδή κατ’ αυτούς παραβίασε άρθρο της 14ης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος συμμετέχοντας σε «στάση».
Το ζήτημα θα κριθεί όμως σε ανώτερα δικαστήρια -πάνω απ’ όλα από το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο άκουσε επιχειρήματα για το εάν και κατά πόσον ο κ. Τραμπ έχει δικαίωμα να είναι υποψήφιος πρόεδρος νωρίτερα αυτόν τον μήνα, την 8η Φεβρουαρίου.
Η οργάνωση Free Speech for People («Ελευθερία του λόγου για τον λαό»), που πρωτοστάτησε στην προσπάθεια ο μεγιστάνας να τεθεί εκτός ψηφοφορίας στο Ιλινόι, έκανε λόγο για «ιστορική νίκη».
Τη 19η Δεκεμβρίου, το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο, και κατόπιν, την 28η Δεκεμβρίου, η υπουργός Εσωτερικών του Μέιν αποφάσισαν να απαγορεύσουν στον Ντόναλντ Τραμπ να είναι υποψήφιος στην εσωκομματική διαδικασία της παράταξης της αμερικανικής δεξιάς. Οι αποφάσεις αυτές, παρότι χαρακτηρίστηκαν ιστορικές, έχουν επίσης ανασταλεί για όσο παραμένει σε εξέλιξη η εκδίκαση των εφέσεων του πρώην προέδρου.
Στο Ανώτατο Δικαστήριο η ασυλία Τραμπ
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε χθες Τετάρτη 28/2 να εξετάσει το ζήτημα της ποινικής ασυλίας που επικαλείται ο Ρεπουμπλικανός προεδρικός υποψήφιος, αναβάλλοντας περαιτέρω τη διεξαγωγή της ομοσπονδιακής δίκης του για την προσπάθειά του να ανατρέψει παράνομα το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020.
Αντιμέτωπος με τέσσερις διώξεις ποινικής φύσης, ο μεγιστάνας, το μεγάλο φαβορί στην εσωκομματική διαδικασία των Ρεπουμπλικανών για την ανάδειξη του υποψηφίου τους στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, επιδιώκει, καταθέτοντας διάφορες προσφυγές, να δικαστεί όσο αργότερα γίνεται και σε κάθε περίπτωση μετά την εκλογική αναμέτρηση.
Η δίκη του Ρεπουμπλικανού πρώην προέδρου για τις παράνομες προσπάθειές του να ανατρέψει τη νίκη του Δημοκρατικού αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν το 2020 κανονικά θα άρχιζε την 4η Μαρτίου. Όμως η διαδικασία ανεστάλη για όσο θα εξετάζεται από τον κορυφαίο θεσμό της αμερικανικής δικαιοσύνης το ζήτημα της ασυλίας που επικαλείται ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ομοσπονδιακό εφετείο απέρριψε την 6η Φεβρουαρίου την επιχειρηματολογία περί ποινικής ασυλίας. Ο Ντόναλντ Τραμπ στράφηκε έτσι στο Ανώτατο Δικαστήριο, για να εξασφαλίσει αναστολή της ισχύος της απόφασης αυτής. Ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ, ο οποίος χειρίστηκε τον φάκελο, κάλεσε από την πλευρά του το Ανώτατο Δικαστήριο να απορρίψει το συγκεκριμένο αίτημα.
Νομικοί και πολιτικοί σχολιαστές έκριναν χθες βράδυ πως επρόκειτο για επιτυχία της στρατηγικής των αναβολών που εφαρμόζει ο Ντόναλντ Τραμπ, μιας και η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου μειώνει ακόμα περισσότερο τις πιθανότητες η δίκη του να μπορέσει να γίνει πριν από τις προεδρικές εκλογές, ακόμα κι αν τα εννέα μέλη του απορρίψουν την «απόλυτη ασυλία» για την οποία μιλούν ο ίδιος και οι συνήγοροί του.