Στις 19 Απριλίου θα ανοίξουν οι κάλπες στην Ινδία, ανακοίνωσε σήμερα ο επικεφαλής εκλογικός επίτροπος της χώρας, ορίζοντας το χρονικό διάστημα των έξι εβδομάδων που θα διαρκέσει συνολικά μια εκλογική διαδικασία που όλοι αναμένουν να αναδείξει νικητή τον νυν πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι και το ινδουιστικό εθνικιστικό Κόμμα Bharatiya Janata.
Η ψηφοφορία, στην δεύτερη πολυπληθέστερη χώρα του πλανήτη, προκειμένου πάνω από 970 εκατομμύρια ψηφοφόροι να εκλέξουν 543 μέλη για την κάτω βουλή, θα εκτείνεται σε επτά φάσεις και τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν στις 4 Ιουνίου.
Κάθε εκλογική φάση θα διαρκέσει μία ημέρα και πολλές εκλογικές περιφέρειες -κατανεμημένες σε πολλές πολιτείες, πυκνοκατοικημένες πόλεις και μακρινά χωριά- θα ψηφίσουν εκείνη την ημέρα. Η κλιμακωτή ψηφοφορία επιτρέπει στην κυβέρνηση να αναπτύξει δεκάδες χιλιάδες στρατεύματα για την πρόληψη της βίας και τη μεταφορά αξιωματούχων και εκλογικού υλικού.
Όπως εκτιμούν πολιτικοί αναλυτές, οι εκλογές είναι πιθανό να εδραιώσουν τον Μόντι ως έναν από τους μακροβιότερους ηγέτες της Ινδίας που έχει προσπαθήσει να μετατρέψει τη χώρα από μια κοσμική δημοκρατία σε ένα αυστηρά ινδουιστικό έθνος, με την αντιπολίτευση να προειδοποιεί ότι ότι μια νίκη του κόμματος του Μόντι θα μπορούσε να απειλήσει το καθεστώς της χώρας ως κοσμικού, δημοκρατικού έθνους.
Ο Μόντι, ο οποίος επιδιώκει μια τρίτη συνεχόμενη θητεία, αντιμετωπίζει ελάχιστους κινδύνους, καθώς η συμμαχία των κυριότερων δυνάμεων της αντιπολίτευσης που αποτελείται από περισσότερα από δώδεκα περιφερειακά κόμματα υπό την ηγεσία του κόμματος του Εθνικού Κονγκρέσου της, φαίνεται να φυλλορροεί, διχασμένη από αντιπαλότητες, πολιτικές αποστασιοποιήσεις και ιδεολογικές συγκρούσεις.
Μια πιθανή νίκη για το BJP θα σημάνει επανάληψη του εκλογικού θριάμβου του 2019, όταν εξασφάλισε την απόλυτη πλειοψηφία με 303 κοινοβουλευτικές έδρες έναντι μόλις 52 που κέρδισε το κόμμα του Κογκρέσου.
Οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι η έως τώρα σχεδόν δεκαετής διακυβέρνησή του έχει χαρακτηριστεί από εντεινόμενη καταστολή, αυξανόμενη ανεργία ακόμη και όταν η οικονομία διογκώνεται, επιθέσεις ινδουιστών εθνικιστών κατά μειονοτήτων ιδιαίτερα των μουσουλμάνων, και ένα συρρικνούμενο χώρο για διαφωνίες και ελεύθερα μέσα ενημέρωσης.