«Το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρούμε άνευ προηγουμένου προβοκάτσιες κατά της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και του επικεφαλής της Αγιωτάτου Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Κυρίλλου», δήλωσε ο αρχιεπίσκοπος Σεβαστείας Θεοδόσιος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, επισημαίνοντας ότι η πλειονότητα των αυτουργών είναι πολιτικοί, είτε εκπρόσωποι των δυτικών ΜΜΕ και χρησιμοποιούν την τρέχουσα ένοπλη σύρραξη στην Ουκρανία ως πρόσχημα για επιθέσεις κατά του Πατριάρχη Κυρίλλου και του συνόλου της Ρωσικής Εκκλησίας.
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτές οι κατηγορίες αποτελούν στρέβλωση και παραχάραξη της αλήθειας και των πραγματικών γεγονότων. Η Εκκλησία ουδέποτε στηρίζει πολέμους, αλλά πάντοτε καλεί σε ειρήνη. Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Κύριλλος έχει κατ’ επανάληψιν απευθύνει εκκλήσεις για ειρήνη, όμως το πνευματικό του καθήκον ως Πατριάρχη Μόσχας είναι να υπερασπίζεται τη χώρα και την Πατρίδα του, να καταδικάζει τις δυτικές συνωμοσίες και τα σχέδια, που στρέφονται κατά της Ρωσίας», υπενθύμισε ο ιεράρχης.
Αφού σημείωσε ότι και ο ίδιος επανειλημμένως έχει δηλώσει ότι τάσσεται κατά των πολέμων και μεταξύ άλλων ελπίζει στον τάχιστο τερματισμό της δεδομένης σύγκρουσης, «προκειμένου να σταματήσει αυτή η αληθινά ανθρώπινη τραγωδία, τον λογαριασμό της οποίας πληρώνουν αθώοι άμαχοι πολίτες», ο αρχιεπίσκοπος Θεοδόσιος συνέχισε: «Παραλλήλως καταδικάζουμε με κάθε τρόπο τη χρήση της πολεμικής και πολιτικής σύγκρουσης ως εργαλείου για την υπονόμευση της θέσεως της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και της πνευματικής, ανθρωπιστικής και ειρηνικής αποστολής της». Κατά τη γνώμη του αυτές οι προσπάθειες είναι «απαράδεκτη και αδικαιολόγητη πράξη».
«Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κύριλλος είναι πνευματικός ηγέτης της Ρωσικής Εκκλησίας, γεγονός που αποδέχεται η πλειονότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών, μνημονεύοντας το όνομα της Αυτού Αγιότητας στα ιερά Δίπτυχα. Συνεπώς, εκλαμβάνουμε τις προβοκάτσιες κατά της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας ως προκλήσεις κατά του συνόλου της Ορθόδοξου Εκκλησίας», τόνισε ο ιεράρχης.
Ο αρχιεπίσκοπος Σεβαστείας Θεοδόσιος υπενθύμισε εκ νέου ότι δεν παύουν οι διώξεις εναντίον τής υπό τον Μακαριώτατο μητροπολίτη Ονούφριο κανονικής Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Διώξεις υφίστανται αρχιερείς και ιερείς, καταλαμβάνονται ναοί. «Πρόσφατα ο κόσμος ολόκληρος κατέστη μάρτυς της τραγικής σκηνής, όπου με εντολή των Αρχών στην Ουκρανία κατεδαφίσθηκε ναός», σημείωσε επίσης ο Σεβασμιώτατος, ομολογώντας ότι αυτές οι σκηνές του θύμισαν «σκοτεινές σελίδες της μπολσεβίκικης εποχής, της εποχής των σκληρότερων διώξεων κατά της Εκκλησίας του Χριστού».
Αφού τάχθηκε κατηγορηματικά ενάντια στις προφανείς προβοκάτσιες σε βάρος του Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών ο ιεράρχης της Σιωνίτιδος Εκκλησίας τόνισε: «Πιστεύουμε ότι κάθε διαφορά στις απόψεις πρέπει να επιλύεται όχι χρησιμοποιώντας προβοκάτσιες, αλλά μέσω της αναζήτησης οδών διαλόγου. Όπως όμως μας φαίνεται, οι πολιτικοί, που ασχολούνται με προβοκάτσιες αυτού του είδους, επιδιώκουν προμελετημένους εκ των προτέρων σκοπούς, οι οποίοι δεν προβλέπουν κανένα διάλογο. Αυτοί οι άνθρωποι υπηρετούν ιδέες εχθρικές στην Ορθόδοξη Εκκλησία, επιδιώκουν να εδραιώσουν τις διαφωνίες στο εσωτερικό της και να υπονομεύσουν τη θέση της στον σύγχρονο κόσμο».
Οι εχθρικές επιθέσεις στον Πατριάρχη Κύριλλο «και μερικούς αρχιερείς, οι οποίοι συνδέονται με αυτή την αδελφή Εκκλησία, αποτελούν κρίκο στην αλυσίδα των διώξεων, που θίγουν το σύνολο της Ορθοδόξου Εκκλησίας», ανέφερε ο ιεράρχης.
Όπως υπέδειξε, οι διώξεις εξαπολύονται τόσο στην Ουκρανία, όσο και σε άλλες χώρες, όπου έχει πνευματική παρουσία η Ρωσική Εκκλησία, λ.χ. στην Εσθονία. Εκφράζοντας την υποστήριξή του στην Εκκλησία της Εσθονίας και τους επισκόπους της, ο αρχιεπίσκοπος Σεβαστείας Θεοδόσιος χαρακτήρισε ψευδείς και εκτός των υπηρεσιακών αρμοδιοτήτων του τις κατηγορίες που προέβαλε ο υπουργός Εσωτερικών της Εσθονίας Λαούρι Λιανεμέτς, ο οποίος στα μέσα Μαΐου απαίτησε από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας του Πατριαρχείου Μόσχας να αναγνωρίσει ως «αιρετικό» τον Αγιώτατο Πατριάρχη Κύριλλο.
«Ποιο δικαίωμα είχε ο υπουργός Εσωτερικών της Εσθονίας να προβάλει αυτές τις ψευδείς κατηγορίες, καθόσον τούτο εξέρχεται των αρμοδιοτήτων του; Είναι απολύτως απαράδεκτο το γεγονός ότι ένας δημόσιος λειτουργός της Εσθονίας κατηγορεί τον επικεφαλής της Ρωσικής Εκκλησίας για αίρεση. Στην εκκλησιαστική προσέγγιση η λέξη “αίρεση” δηλώνει απομάκρυνση από το ορθόδοξο δόγμα και τη χριστιανική πίστη. Η αίρεση είναι η αλλοίωση της αμώμου πίστεως. Κάθε επίσκοπος της Εκκλησίας γνωρίζει καλά τους ιερούς κανόνες, που διατυπώθηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους, ιδίως όσον αφορά το δόγμα της Αγίας Τριάδος και της μόνιμης παρουσίας του Κυρίου Ιησού Χριστού στην Εκκλησία μας και την πνευματική μας ζωή. Η διάδοση της χριστιανικής πίστεως έγινε μέσω των Αγίων Αποστόλων, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής στην Ιερουσαλήμ, από όπου αναχώρησαν για να κηρύξουν από Ανατολής έως Δύσεως σε όλα τα πέρατα της Γης. Από εδώ ακριβώς, από την Αγία Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπου διαφυλάχθηκαν όλα τα πανάγια προσκυνήματα, που συνδέονται με τα βιβλικά γεγονότα, εξαπλώθηκε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον Σωτήρα Ιησού Χριστό, το οποίο έφθασε έως τη Γη των Ρως, όπου έγινε η Βάπτιση. Τότε η Γη των Ρως απέκτησε την αληθινή χριστιανική πίστη και μέχρι σήμερα τη διαφυλάσσει άμωμη παρ’ όλες τις χαλεπές περιόδους και τους μακρούς αιώνες διώξεων και κατατρεγμών».
Ο ιεράρχης χαρακτήρισε ανόητες και ανεύθυνες τις δηλώσεις των Αρχών της Εσθονίας με σκοπό την υποκίνηση της έριδας και των σκανδάλων εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τονίζοντας ότι είναι κατηγορηματικά απαράδεκτη η ανάμειξη των πολιτικών Αρχών στις εσωτερικές υποθέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Εσθονία.
«Δεόμεθα για τον τερματισμό των διώξεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Ουκρανία, την Εσθονία και άλλες χώρες», αναφέρεται στη δήλωση.
«Όλοι έχουμε πλήρη επίγνωση του ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας βιώνει σήμερα χαλεπές εποχές λόγω εσωτερικών διχασμών και διαφωνιών, βασική αιτία των οποίων είναι ακριβώς η πολιτική της Δύσης, διότι επεδίωξαν να επιβάλουν τη δημιουργία της μη κανονικής εκκλησίας στην Ουκρανία και σήμερα προσπαθούν να επιβάλουν το ίδιο και σε άλλες χώρες του κόσμου», διαπίστωσε ο ιεράρχης, ο οποίος κάλεσε τους Προκαθημένους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών «να αναλάβουν στοχευμένες πρωτοβουλίες για την άρση αυτών των διχασμών και να θέσουν σε αυτούς τέλος, καθώς επίσης να αντιμετωπίσουν από κοινού την πολιτική ανάμιξη της Δύσης στα εσωτερικά της Ορθοδόξου Εκκλησίας, διότι σκοπός της είναι μόνον η εδραίωση και η εμβάθυνση των υφισταμένων αυτή τη στιγμή διαφωνιών εντός της Εκκλησίας».
Απορρίπτοντας, για άλλη μια φορά, τον πόλεμο, σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου, ο ιεράρχης διατύπωσε μια ειρηνοποιό θέση, που αποβλέπει στην επικράτηση της αγάπης και της αδελφοσύνης μεταξύ των ανθρώπων, επισημαίνοντας: «Τασσόμαστε επίσης κατά της χρήσεως των συγκρούσεων και των πολέμων, όπως σήμερα στην Ουκρανία, με σκοπό την αντιπαράθεση στη Ρωσική Εκκλησία και τον Πατριάρχη της, καθώς και την επιδείνωση των υφισταμένων διαιρέσεων στην Εκκλησία».
«Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, η Εκκλησία μας έχει ανάγκη από το έλεος και την παρέμβαση του Θεού. Δεόμεθα ακριβώς υπέρ αυτού στην Ιερουσαλήμ, μπροστά στον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου κατά τις ημέρας του Αγίου Πάσχα, προκειμένου ο Κύριος να προστατεύσει την Εκκλησία μας από όλους τους εχθρούς της, ορατούς τε και αοράτους. Έχουμε ανάγκη από συνετούς εκκλησιαστικούς ταγούς, οι οποίοι θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να επουλώσουν το τραύμα της Εκκλησίας, που προκλήθηκε από τη δυτική ανάμειξη με σκοπό την επιβολή μιας αντικανονικής εκκλησιαστικής πραγματικότητας», συμπέρανε ο ιεράρχης.