Δεν υπάρχει τίποτα κακό, τίποτα αμετάκλητο και οριστικό αν κάποιος βρεθεί σε μια κατάσταση δυστυχίας. Συμβαίνει και αυτό, όπως συμβαίνει και το να είμαστε ευτυχισμένοι. Εξάλλου, ποιος μπορεί να πει το ένα ή το άλλο για οποιονδήποτε άνθρωπο. Ας πούμε, εγώ το μόνο που μπορώ να εμπιστευτώ είναι κάποια ορατά με γυμνό μάτι πράγματα, όπως η κοινωνική ένταξη, φίλοι, παρέες, ταίρια, κάποια ασφαλής επιβίωση, να ξυπνάει κανείς με κάποιο κέφι τέλος πάντων. Μπορώ να εμπιστευτώ και κάποια διαίσθηση, τα πράγματα εκείνα που δεν βρίσκουν αντίκρισμα σε αναλυτικά εργαλεία αλλά που αν πετύχεις και πέντε άλλους με την ίδια διαίσθηση τότε αυτό πια γίνεται μια ισχυρή ένδειξη. Για το καημένο το Νέμο θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είναι δυστυχισμένο; Δύσκολα, στις φωτογραφίες στο ίνστα ποζάρει με εκείνο το χαμόγελο καλοταϊσμένου μπέμπη που μόλις ρεύτηκε, μην έχοντας γνωρίσει ακόμα τις αγωνίες του κόσμου και της κοινωνίας. Οι δουλειές του ας πούμε πάνε καλά, αν και όχι τόσο καλά όσο εκείνων των παλιών σταρ με προσδόκιμο ζωής τα 38, συνήθως από ναρκωτικά-αυτοκτονία-αλκοόλ-το άγχος της ύπαρξης.
Οπότε, μάλλον είναι ένας ευτυχισμένος, πετυχημένος, προβεβλημένος, πλούσιος άνθρωπος και ως τέτοιος μπορεί να ντύνεται φανταχτερά και χρωματιστά, σε αντίθεση με τον man in black Τζόνι Κας που η επίγνωση της ύπαρξης της δυστυχίας τον έκανε να φοράει μαύρα «for the poor and the beaten down, livin’ in the hopeless, hungry side of town». To Nemo αντίθετα μπορεί περήφανα να πει ότι τους poor and the beaten down, είτε είναι στη Γάζα είτε in the hopeless, hungry side of town, τους γράφει στα αρχίδια με τα οποία ήρθε στον κόσμο.
Ο λόγος που το Νέμο ήρθε στην αντίληψή μου είναι οι πρόσφατες δηλώσεις ότι ένιωσε πολύ μόνος κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού της Eurovision επειδή εκτέθηκε στη διαμάχη για το αν θα συμμετάσχει το Ισραήλ ή όχι. Φυσικά το Νέμο δεν έχει γνώμη, γιατί άλλωστε να έχει γνώμη ένας 25χρονος που παριστάνει τον μπέμπη. Το θέμα όμως προφανώς δεν είναι το Νέμο, εξάλλου ένας σταρ δεν είναι παρά ένας εκπρόσωπος κάποιου πνεύματος της εποχής, ενός από αυτά τέλος πάντων, μιας ιδεολογίας, ενός αφηγήματος. Δεν είναι μόνο ένα πράγμα αυτό το αφήγημα, δεν είναι μόνο αυτοδιάθεση, ούτε μόνο ατομισμός. Ανάμεσα σε άλλα είναι και μια κουλτούρα μόνιμης αφασικής χαράς ή ευτυχίας. Η επιδίωξη της ευτυχίας άλλωστε είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη στην τελευταία ηγέτιδα του Δυτικού Κόσμου.
Υποθέτω θα υπάρχουν διάφορα κόνσεπτ σχετικά με την ευτυχία, από κόνσεπτ που θα την θεωρούν αμαρτωλή μέχρι και εκείνα που μιλάνε για την «χαρούμενη φτώχεια», κάτι που μάλλον το είχα συναντήσει ψάχνοντας για εκείνη την bigger than life μορφή, τον Φραγκίσκο της Ασίζης -για τον οποίο κατά τη γνώμη μου μπορεί να στηριχτεί ότι είναι μια ιδρυτική μορφή του μοντέρνου, αυτό είναι μια ιστορία που ίσως γράψω κάποτε. Στην περίπτωση του Νέμο, όπως παλιότερα στην περίπτωση της britpop -ίσως η πρώτη φορά- η δήλωση (manifestation μου ήρθε στο κεφάλι για κάποιον λόγο) της χαράς, της ευτυχίας έγινε περισσότερο από μόδα, τρόπος να υπάρχεις, τρόπος να φοράς χρώματα. Ίσως τυχαία ίσως και όχι, εκείνα τα χρόνια σήμαναν και τη νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της ηπείρου.
Για την Ελλάδα είχα χρησιμοποιήσει κάποτε τα λόγια «επιθετική ευημερία» και ήταν τότε που οι Τρύπες τραγουδούσαν «δεν θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας». Πρόσφατα έβρισκα στο βιβλίο του Eriguel για τον Μάη του ‘68 ότι ένας καπιταλισμός της χαράς, ηδονιστικός και καταναλωτικός, επιβλήθηκε τότε στην Ευρώπη, σαν η πτυχή εκείνη της εξέγερσης που υπερίσχυσε αλλά όπως πάντα ποτέ ένα βιβλίο δεν το έχεις πρόχειρο όταν το χρειάζεσαι.
Το Νέμο λοιπόν χαλάστηκε, και προφανώς εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μια ψυχική διάθεση. Εξάλλου, δεν μπορεί να απαιτεί κανείς ο κόσμος να πάψει να σπαράσσεται για να μην χαλιέται ο ίδιος εκτός και αν είναι κλινικά ηλίθιος. Μιλάμε για ένα στοιχείο του επαγγέλματος, της περσόνας. Στα πλαίσια μιας gig economy όπου το εμπόρευμα είναι ο εαυτός, το να είναι κανείς ενθουσιώδης, χαρούμενος, προσηνής, είναι επαγγελματική δεξιότητα. Είναι εξάλλου απαίτηση κάθε εργοδότη αυτό, το πάθος και ο ενθουσιασμός.
Αξίζει να δει κανείς το βίντεο του Τζίμι Κίμελ, όπου ο ρεπόρτερ ρωτάει τους περαστικούς στη Hollywood blvd σχετικά με τη βόμβα υδρογόνου της Βόρειας Κορέας και την παβλοφική χαρά με την οποία ανταποκρίνονται. Η ανάγκη για επίδειξη ενθουσιασμού και χαράς έχει διαμορφώσει τον άνθρωπο του ύστερου καπιταλισμού, είναι απαραίτητη δεξιότητα για να βγάζει κανείς το ψωμί του σε οποιαδήποτε creative δουλειά. Η χαρούμενη κατανάλωση είναι αυτό που σε εντάσσει στην -κατά Veblen- leisure class. Η πρώτη μετάφραση που είχα βρει το απέδιδε ως «αργόσχολη τάξη» αλλά δεν νομίζω ότι είναι εύστοχο. Εξάλλου ένας ινφλουένσερ που ποστάρει με κάθε ξενοδοχείο, πισίνα, λαμποργκίνι που θα βρεθεί γύρω του δεν είναι ακριβώς αργόσχολος. Είναι ένας αδιανόητα άχρηστα εργαζόμενος που δεν πρέπει να χαλαστεί από σφαγές και μαλακίες, πρέπει να χαμογελά.
Υπήρχε και ένας άλλος κόσμος όπου οι άνθρωποι πουλούσαν αυτό που χρειάζεσαι χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να σε διασκεδάσουν. Ο φίλος που ταξιδεύαμε μαζί δανείστηκε τη μηχανή μου. Ζήτησε από το κορίτσι στην υπαίθρια αγορά του Αστραχάν, στο δέλτα του Βόλγα να την φωτογραφίσει. Ήταν 2005 και οι άνθρωποι δεν έβγαζαν συνήθως σέλφι. Το κορίτσι είπε «ναι» και έδωσε αυτήν τη χωρίς χαμόγελο πόζα.