Η χρηματοδότηση ΜΜΕ και διαφόρων ιστοτόπων από την κυβέρνηση για την εκστρατεία ενημέρωσης για τον κίνδυνο του κορονοϊού συνδυάζει παραβιάσεις και του νομίμου και του ηθικού. Αν πρόκειται για προσπάθεια εξαγοράς μιντιακής εύνοιας, ήταν μάλλον εκ του περισσού: η εύνοια της μεγάλης πλειονότητας των ΜΜΕ, ιδίως των μεγάλων ομιλικών ΜΜΕ, προς την κυβέρνηση δεν ήταν ποτέ υπό απειλή. Αν δεν πρόκειται συνεπώς για μια κυβέρνηση με μόνιμες επικοινωνιακές ανασφάλειες, πρόκειται για το “νέο” μοντέλο επιλεκτικής κρατικής χρηματοδότησης των ΜΜΕ χωρίς καμία ασφαλιστική δικλείδα και διαφάνεια
Ας αρχίσουμε όμως με το βασικό. Ενδέχεται όλη η χρηματοδότηση, στο σύνολό της είναι παράνομη. Είναι αμφισβητήσιμο αν θα πρέπει να δίνονται λεφτά για να διαφημιστική καμπάνια δημόσιας υγείας, (μια συζήτηση που έχει επαναληφθεί την προηγούμενη φορά που συζητάγαμε για τα διαφημιστικά έξοδα του ΚΕΕΛΠΝΟ και το σε ποια απίθανα σάιτ πήγαν) που οφείλει να γίνεται δωρεάν για το κράτος.
Το άρθρο 22.4 του Συντάγματος για το οποίο μιλά στο άνω tweet ο γνωστός νομικός Βασίλης Σωτηρόπουλος αναφέρει τα εξής:
…Eιδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Xώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών“
Κατ’αρχάς λοιπόν, όλη η μοιρασιά είναι ελεγχόμενης νομιμότητας. Κερασάκι σε αυτόν το παραλογισμό είναι τα χρήματα που έλαβαν, κατά πως φαίνεται στη λίστα, τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά κανάλια, το ert.gr και το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων, ποσά που πλησιάζουν τις 400 χιλιάδες € .
Αμφιλεγόμενη βέβαια είναι και η ανάθεση σε ιδιωτική εταιρεία να κατανείμει 20 εκατομμύρια χωρίς δημοσιευμένους όρους και χωρίς έλεγχο.
Αλλά ας παραβλέψουμε, χάριν συζήτησης, αυτόν τον παραλογισμό. Ας πούμε πως υπήρξε υπερβάλλον ζήλος προκειμένου να επιτύχει η καμπάνια για το COVID-19 δεδομένου του αναμφισβήτητου πανδημικού κινδύνου. Ας αφήσουμε κατά μέρος και το άλλο προφανές, πως μια σοβαρή καμπάνια ενημέρωσης δεν είναι ένα σποτάκι και ένα στάσιμο μπάνερ, αλλά μια σειρά, από στοχευμένα στα επιμέρους κοινά μηνύματα, τα οποία ανανεώνονται για να μην γίνουν αδιάφορα. Με ποια κριτήρια θα όφειλαν να δίνουν τότε τα λεφτά στα μέσα; Προφανώς θα μετρούσε πρώτα από όλα η θεαματικότητα των καναλιών, η ακροαματικότητα των ραδιοφώνων, η επισκεψιμότητα των ιστοτόπων, οι πωλήσεις των εφημερίδων. Αν θέλαμε να διασφαλίσουμε την καθολικότητα της επικοινωνίας θα επιλέγαμε επιπλέον σάιτ που απευθύνονται σε διαφορετικά κοινά, γεωγραφικά αλλά και σε ειδικές κατηγορίες, ιδίως τις ευάλωτες ομάδες στην πανδημία. Θα μπορούσε επίσης κανείς να συνυπολογίσει και τον αριθμό των εργαζομένων σε κάθε μέσο για να σταθμίσει την κατανομή των ποσών. Όλα αυτά θα οδηγούσαν σε κάποια βαθμολόγηση των Μέσων, η οποία με τη σειρά της θα αποτελούσε τον μπούσουλα για την διανομή της χρηματοδότησης.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε. Έγινε μάλλον ένα εξωθεσμικό νταλαβέρι.
Διότι για να μην ήταν εξωθεσμικό ντελαβέρι θα έπρεπε να είχε δοθεί στη δημοσιότητα και ο αλγόριθμός, η μεθοδολογία, το σκεπτικό της απόδοσης των συγκεκριμένων ποσών που δόθηκαν σε συγκεκριμένα μέσα – και τους θεσμικούς και τεκμηριωμένους λόγους που αγνοήθηκαν άλλα. Θα πρέπει να εξηγηθεί με ποια λογική π.χ. το δημοφιλέστατο (ψηλά στις κατατάξεις επισκεψιμότητας και της Alexa και του Similar Web) και πιο αξιόπιστο ειδησεογραφικό σάιτ στην Ελλάδα σύμφωνα με τo Reuters Institute Digital News Report 2020, τα Δικαιολογητικά παίρνει μόνο 20.000 €, πολύ κάτω από σάιτ με συγκρίσιμη επισκεψιμότητα, ή πώς η Εφημερίδα των Συντακτών, δεύτερη καθημερινή εφημερίδα σε κυκλοφορία, παίρνει 30.000 €, τα μισά από τον Φιλελεύθερο και λιγότερα και από το ΚΟΝΤΡΑ NEWS, με το ένα τρίτο της κυκλοφορίας της αμφότερες, και τα μισά της Καθημερινής του Σαββάτου, ενός μόνο φύλλου την εβδομάδα με άλλα λόγια έναντι έξι της ΕφΣυν. Ή γιατί οι μουσικοί σταθμοί παίρνουν χρήματα και για τα σάιτ τους, αλλά το 105,5 ΣτοΚόκκινο όχι. Γιατί τo Press Project ή το the faq, δεν πήραν τίποτα, παρότι ήταν στο μητρώο ψηφιακών μέσων (πολλά σάιτ που πήραν χρήματα δεν ήταν) και η επισκεψιμότητά τους είναι σχετικά υψηλή – το Press Project έχει και διαδικτυακό ραδιόφωνο μάλιστα.
Και μια που αναφέραμε το μητρώο ψηφιακών μέσων. Αν δεν χρησιμοποιηθεί σε παρόμοιες περιπτώσεις, σε τι είναι χρήσιμο; Υποτίθεται πως είναι το μητρώο που ξεχωρίζει κάπως την ήρα από το σιτάρι, προκειμένου να μην υπάρχουν ζητήματα με πιθανή κρατική διαφήμιση σε ανύπαρκτους ιστοχώρους. Γιατί παρακάμφθηκε; Γιατί υπάρχουν σάιτ στη λίστα που εξαιρέθηκαν, και σάιτ εκτός λίστας που συμπεριλήφθησαν;
Την κατάσταση ανάλυσαν και παρουσίασαν πολλοί, ενδεικτικά το περιοδικό Solomon, και ο Άρης Χατζηστεφάνου στο Info-War (που επίσης προφανώς δεν πήραν ούτε ευρώ)
Οι αντιδράσεις για την λίστα έχουν πολλαπλασιαστεί από την στιγμή της καθυστερημένης δημοσιοποίησής της. Πέρα από το “μπαμ” της ανακοίνωσης του Ομίλου Μαρινάκη, και τα εξώδικα της Αυγής και του 105,5 Στο Κόκκινο, ή του Documento, υπάρχει και η άρνηση σάιτ της επαρχίας, της Λάρισας, της Λαμίας και του Ηρακλείου να δεχθούν τα χρήματα καταγγέλοντας την διαδικασία. Επίσης το θέμα ανακίνησαν και οι ενώσεις συντακτών.
Πέραν από το άμεσο θέμα, της εκμετάλλευσης, για άλλη μια φορά, της πανδημίας από την κυβέρνηση για να μοιράσει χρήματα σε όποιο μέσο της αρέσει, υπάρχει κάτι ακόμα ανησυχητικότερο. Αυτές οι ad hoc χρηματοδοτήσεις μοιάζουν να αποτελούν το σχέδιο για όλο τον κρατικό μηχανισμό, και τον επικοινωνιακό πόλεμο της κυβέρνησης. Χθες, η Εφημερίδα των Συντακτών παρουσίασε ένα αντίστοιχο σκάνδαλο αυθαίρετης και χωρίς κριτήρια διαφημιστικής δαπάνης, εν μέσω πανδημίας και διαμέσου ιδιώτη αναδόχου, στην ΔΕΗ.
Το κεντρικό σκάνδαλο της “λίστας Πέτσα”, είναι πως η ξεδιάντροπη αυθαιρεσία της αποτελεί, καθώς φαίνεται, το πρότυπο για το πώς θα μοιράζονται λεφτά στα φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση ΜΜΕ και στους φίλους της κυβέρνησης από εδώ και πέρα.