ΑΘΗΝΑ
04:53
|
27.04.2024
Θρηνεί σήμερα η Ρωμιοσύνη. Ο ακάματος αγωνιστής και αστείρευτος συνθέτης "έφυγε" στα 96 του. Στο Βραχάτι στις 9 Σεπτεμβρίου η κηδεία του.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Θρηνεί σήμερα η Ρωμιοσύνη για τον Μίκη. Ο άνθρωπος που συνδέθηκε με τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας της, ο αστείρευτος μουσικοσυνθέτης και ακατάβλητος αγωνιστής δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας.

Ο Μίκης Θεοδωράκης “έφυγε” σε ηλικία 96 ετών για τη συνοικία των αγγέλων αφήνοντας πίσω του ανεκτίμητη παρακαταθήκη.

Η κηδεία του κορυφαίου Έλληνα μουσικοσυνθέτη θα γίνει μετά το τριήμερο λαϊκό προσκύνημα στη Μητρόπολη Αθηνών (από την Τρίτη έως την Πέμπτη), όπου θα ψαλεί και η νεκρώσιμος ακολουθία. Μετά την πάροδο τριετίας, η σορός του Μίκη Θεοδωράκη θα μεταφερθεί στον Γαλατά Χανίων, όπως ήταν η τελευταία του επιθυμία.

Η τελευταία επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη, την οποία είχε μεταφέρει στον Δημήτρη Κουτσούμπα, τη γραμματέα του Ρένα Παρμενίδου και τον πρόεδρο του “Παγκρητίου Συλλόγου Φίλων Μίκη Θεοδωράκη”, Γιώργο Αγοραστάκη, ήταν η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή να πραγματοποιηθούν στην πατρίδα του, τον Γαλατά Χανίων.

Ο Μίκης ήταν το σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού και του λαϊκού αγώνα. Μελοποίησε μεγάλους ποιητές, ενέπνευσε, ένωσε, πέρασε από κλυδωνισμούς, ωστόσο, κανένας δεν αμφισβητεί ότι ήταν μέγιστο εθνικό κεφάλαιο για τη χώρα.

Συνέθεσε από όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, ορατόρια, μπαλέτα και χορωδιακή εκκλησιαστική, έως μουσική για αρχαίο δράμα, θέατρο, κινηματογράφο, έντεχνο λαϊκό τραγούδι και μετασυμφωνικά έργα.

Το έργο του μπορεί να διακριθεί σε τρεις κύριες περιόδους: Στην πρώτη περίοδο (1937-1960) συνθέτει έργα συμφωνικά και μουσικής δωματίου σύμφωνα με δυτικοευρωπαϊκές μορφές και σύγχρονες τεχνικές, στη δεύτερη περίοδο (1960-1980) επιχειρεί σύζευξη της συμφωνικής ορχήστρας με λαϊκά όργανα και δημιουργεί νέες φόρμες με βάση τη φωνή, ενώ από το 1981 επιστρέφει στις συμφωνικές μορφές και ασχολείται με την όπερα.

Αγαπήθηκε όμως από τον λαό για τους αγώνες του και για τη μελοποίηση των ποιημάτων των σημαντικότερων Ελλήνων ποιητών όπως οι Άγγελος Σικελιανός, Ανδρέας Κάλβος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιάννης Ρίτσος, Μανόλης Αναγνωστάκης, αλλά και ξένων θρύλων της ποίησης όπως οι Πάμπλο Νερούδα, Λόρκα και Μπέρναρντ Μπίαμ.

Ο Μίκης έφερε την ποίηση κοντά στον λαό, πλαισιώνοντας λαϊκά τραγούδια που θέτουν θεμελιώδεις αξίες και σταθερές στη σύγχρονη ελληνική μουσική δημιουργία.

Ο ίδιος, όταν ήταν κρατούμενος στις φυλακές Ωρωπού, έγραφε: “Εν αρχή ήν ο λόγος….η μεγαλύτερή μου φιλοδοξία είναι να υπηρετήσω πιστά τη νεοελληνική κυρίως ποίηση. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακούγοντας ένα τραγούδι, να μη μπορείς να φανταστείς τη μουσική σε άλλο κείμενο, ούτε όμως και το ποίημα με διαφορετική μουσική”.

Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι εκείνος που δημιούργησε το κίνημα της Μελοποιημένης Ποίησης, συμβάλλοντας στην ανάδυση μιας πλειάδας ποιητών και στην αναβάθμιση του τραγουδιού και βοηθώντας μια ολόκληρη γενιά να αποκτήσει τον δικό της λόγο.

Η φήμη του ξεπέρασε από νωρίς τα σύνορα της χώρας. Συνέθεσε τον πιο αναγνωρίσιμο, ίσως, ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι από την ταινία “Αλέξης Ζορμπάς” (1964), ενώ τραγούδια του ερμηνεύτηκαν από διάσημους καλλιτέχνες, όπως οι Beatles, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ και η Εντίθ Πιάφ.

Επένδυσε μουσικά γνωστές ταινίες, όπως το “Ζ” (1969), που τιμήθηκε με το βραβείο BAFTA πρωτότυπης μουσικής, η “Φαίδρα” (1962), με τραγούδια σε στίχους Νίκου Γκάτσου και “Σέρπικο” (1973), για τη μουσική της οποίας ήταν υποψήφιος για Grammy το 1975 (το ίδιο βραβείο διεκδίκησε και για τη μουσική του “Αλέξη Ζορμπά” το 1966).

Από πολύ νέος εντάχτηκε στην αντίσταση κατά των κατακτητών, συνελήφθη και βασανίστηκε από τους Ιταλούς, καταδιώχθηκε και εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Με ποικίλες παρεμβάσεις του, βιβλία, άρθρα και συνεντεύξεις παρέμεινε ενεργός πολιτικά έως το τέλος της ζωής του.

Ο αγώνας, η δημιουργία και οι κλυδωνισμοί

Ο Μιχαήλ (Μίκης) Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο στις 29 Ιουλίου 1925, από πατέρα Κρητικό και μητέρα Μικρασιάτισσα. Ο πατέρας του ήταν ανώτερος δημόσιος υπάλληλος, γι’ αυτό πέρασε τα παιδικά του χρόνια μετακινούμενος σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, από τη Μυτιλήνη, τη Σύρο και την Αθήνα έως τα Ιωάννινα, το Αργοστόλι, την Πάτρα, τον Πύργο και την Τρίπολη. Τα πρώτα του μουσικά ακούσματα ήταν οι ψαλμωδίες της ορθόδοξης εκκλησίας, στις οποίες έπαιρνε μέρος σαν ψάλτης.

Τη διετία 1937-1939 πήρε τα πρώτα μαθήματα βιολιού στο Ωδείο Πατρών και δημιούργησε τα πρώτα του τραγούδια, συνθέσεις οι οποίες βασίστηκαν σε στίχους των Σολωμού, Παλαμά, Δροσίνη και Βαλαωρίτη, τους οποίους έβρισκε άλλοτε στα σχολικά βιβλία και άλλοτε στη βιβλιοθήκη του σπιτιού του. Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του “Κασσιανή” και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται.

Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου το 1943 ξεκινάει μουσικές σπουδές στο Ωδείο Αθηνών και γνωρίζεται με την έντεχνη ευρωπαϊκή μουσική. Ως εκείνη την εποχή, έχει επηρεαστεί από τη βυζαντινή μουσική, έχει σχηματίσει χορωδία και έχει συνθέσει τραγούδια και κομμάτια για βιολί και πιάνο. Παράλληλα αναπτύσσει αντιστασιακή δράση. Εντάσσεται στην ΕΠΟΝ και το 1944 γίνεται γραμματέας εκπολιτισμού. Τον ίδιο χρόνο εντάσσεται στον εφεδρικό ΕΛΑΣ Αθηνών και λαμβάνει μέρος σε μάχες κατά των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς και στα Δεκεμβριανά. Λόγω των προοδευτικών του ιδεών, καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Το 1947 εξορίζεται στην Ικαρία και ένα χρόνο αργότερα μεταφέρεται στη Μακρόνησο, από την οποία απολύεται τον Αύγουστο του 1949.

Εξαιτίας της πολιτικής του δράσης και των διώξεων που υπέστη καθυστέρησε να πάρει το δίπλωμά του από το Ωδείο στην αρμονία, την αντίστιξη και τη φούγκα, γεγονός που συνέβη το 1950. Από το 1954 μέχρι το 1957, σπούδασε στο Παρίσι με υποτροφία και συνέγραψε τις τρεις μουσικές μπαλέτου “Αντιγόνη”, “Les Amants de Teruel” και “Le Feu aux Poudres”, οι οποίες γνώρισαν επιτυχία στη γαλλική πρωτεύουσα και στο Λονδίνο, ενώ την ίδια περίοδο συνέθεσε και το έργο “Οιδίπους Τύραννος”. Το 1957 λαμβάνει το χρυσό μετάλλιο στο Φεστιβάλ της Μόσχας για την “Πρώτη Συμφωνία για πιάνο και ορχήστρα”.

Το 1960 επέστρεψε στην Ελλάδα. Ήδη από το Παρίσι είχε πάρει τις μεγάλες μουσικές αποφάσεις του. Διαφωνώντας ριζικά με τις νέες τάσεις και φορτωμένος συναισθηματισμό, λυρισμό και παράδοση, συνέθεσε το 1958 τον “Επιτάφιο”, σε στίχους Γιάννη Ρίτσου, έργο που έμελλε να επηρεάσει σοβαρά την εξέλιξη της ελληνικής λαϊκής μουσικής.

Το “Άξιον εστί” θα γίνει το πρώτο μεγάλο έργο του με χορωδία, το οποίο ο συνθέτης ονομάζει “λαϊκό ορατόριο – μετασυμφωνικό”, χαρακτηρισμός που δηλώνει “όχι τόσο την χρονική απόσταση όσο την ποιοτική διαφορά ανάμεσα στη δυτική και την νεοελληνική μουσική τέχνη”. Έμπνευσή του είναι η ποίηση του Ελύτη, αλλά και το δημοτικό τραγούδι, ενώ πολλά είναι τα νεωτεριστικά στοιχεία που πλαισιώνουν το έργο, όπως η ταυτόχρονη παρουσία αφενός του αφηγητή-ψάλτη και του λαϊκού τραγουδιστή και αφετέρου της κλασικής και της λαϊκής ορχήστρας.

Το 1963 ιδρύει μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες σ’ όλη την Ελλάδα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τα αριστουργήματα της συμφωνικής μουσικής. Στο μεταξύ, συνεχίζει την πολιτική του δράση. Γίνεται ιδρυτικό μέλος της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, της οποίας διετέλεσε και πρόεδρος (1964-67), ενώ το 1963 συλλαμβάνεται επειδή έλαβε μέρος στην 1η Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης και ενώ ήταν ήδη γνωστός ως συνθέτης και μάλιστα με μεγάλη δημοτικότητα.

Στην κηδεία του Γρηγόρη Λαμπράκη (ΑΣΚΙ)

Το 1964 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής της ΕΔΑ στη Β’ εκλογική περιφέρεια Πειραιά και, ένα χρόνο αργότερα, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του ίδιου κόμματος. Το 1967, η δικτατορία των συνταγματαρχών απαγορεύει την εκτέλεση, την πώληση και την ακρόαση των τραγουδιών του. Την ίδια χρονιά (1967) γίνεται ιδρυτικό μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης “Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο” (ΠΑΜ) και λόγω της δράσης του συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας και, τέλος, το στρατόπεδο Ωρωπού.

Όλο αυτό το διάστημα συνθέτει συνεχώς, ενώ πολλά από τα έργα του κατορθώνει με διάφορους τρόπους να τα στέλνει στο εξωτερικό, όπου ερμηνεύονται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.

Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται επικίνδυνα. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολιβιέ και Ιβ Μοντάν, δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά, το 1970, υπό τις πιέσεις αυτές και με τη μεσολάβηση του Γάλλου πολιτικού και συγγραφέα Ζαν Ζακ Σρεβάν Σρεμπέρ, η δικτατορία τον αφήνει να φύγει στο Παρίσι.

Το ίδιο έτος γίνεται πρόεδρος του ΠΑΜ και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕεσ. Από την απελευθέρωσή του και μέχρι την πτώση της δικτατορίας τον Αύγουστο του 1974, δίνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο προπαγανδίζοντας την αντίσταση του ελληνικού λαού και ζητώντας την πτώση της δικτατορίας. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα τα τραγούδια του ακούγονται παράνομα και γίνεται σύμβολο αντίστασης.

Το 1972 ιδρύει την πολιτική κίνηση “Νέα Ελληνική Αριστερά” και γίνεται συνιδρυτής του Εθνικού Συμβουλίου Αντίστασης. Το 1974 ήταν υποψήφιος βουλευτής Β΄ Πειραιά με την “Ενωμένη Αριστερά”. Το 1975 επανεξελέγη μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΔΑ, ενώ το 1978 συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές ως υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων υποστηριζόμενος από το ΚΚΕ. Έναν χρόνο αργότερα έγινε ιδρυτικό μέλος της Κίνησης για την Ενότητα της Αριστεράς (ΚΕΑ).

Σε συμπλοκή με την αστυνομία (ΑΣΚΙ)

Μουσικά, στο διάστημα 1967 έως 1980 στρέφεται ιδιαίτερα στη σύνθεση κύκλων τραγουδιών, συνθέτοντας 22 κύκλους, ανάμεσά τους και τα “Τραγούδια του αγώνα”, “Ο ήλιος και ο χρόνος”, “Μυθιστόρημα”, “Αρκαδίες I, II, III, IV, VIII, X, XI”, “Μπαλάντες” και άλλα. Αξιομνημόνευτη είναι η σύνθεση του Canto General, ένα παγκοσμίως αγαπημένο έργο βασισμένο στο ποίημα του Πάμπλο Νερούντα. Το έργο άρχισε να συντίθεται στο Παρίσι το 1972, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε στο φεστιβάλ της Humanité τον Σεπτέμβριο του ’74, ενώ στην Ελλάδα ακούστηκε για πρώτη φορά στις μεγάλες συναυλίες που έγιναν στο Στάδιο Καραϊσκάκη και στο Γήπεδο του Παναθηναϊκού τον Αύγουστο του 1975.

Το 1981 εξελέγη βουλευτής Β΄ Πειραιά με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ και το 1985 βουλευτής Επικρατείας πάλι με το ΚΚΕ. Το 1987 υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνοτουρκικής Επιτροπής Φιλίας. Το 1989 γίνεται, μαζί με τον σκηνοθέτη Θεόδωρο Αγγελόπουλο, ιδρυτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, η οποία απονέμει τα βραβεία “Φελίξ”. Στις 16 Οκτωβρίου 1989 συμπεριλήφθηκε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας. Εξελέγη στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου και επανεξελέγη στις εκλογές του Απριλίου του 1990. Και στις δύο περιπτώσεις κατέθεσε δήλωση ανεξαρτήτου βουλευτή, συνεργαζόμενου με τη ΝΔ. Όπως είχε δηλώσει στον Τύπο, στρατεύτηκε με τη ΝΔ “η οποία είναι η ισχυρή έπαλξη που μπορεί να βγάλει τον τόπο από τα εθνικά αδιέξοδα στα οποία οδηγήθηκε από την οκτάχρονη πολιτική του ΠΑΣΟΚ”. Από τις 29 Νοεμβρίου 1989, έως τις εκλογές της 8ης Απριλίου 1990 υπήρξε ανεξάρτητος βουλευτής συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία.

Τον Απρίλιο του 1990 ανέλαβε για πρώτη φορά κυβερνητικό αξίωμα ως υπουργός Άνευ Χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, μέχρι τον Αύγουστο του 1991, οπότε ανέλαβε υπουργός Επικρατείας. Στις 30 Μαρτίου 1992, παραιτήθηκε από το αξίωμα του υπουργού για να αφοσιωθεί, όπως ανέφερε, στο συνθετικό του έργο. Ταυτόχρονα, δήλωσε υποστήριξη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και συμμετοχή στις εργασίες της Βουλής ως ανεξάρτητος βουλευτής συνεργαζόμενος με τη ΝΔ.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1992 υπέβαλε την παραίτησή του από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου, επειδή δέχθηκε στο διαγωνιστικό της τμήμα ταινία προερχόμενη από τη δημοκρατία των Σκοπίων, ως προερχόμενη από τη “Δημοκρατία της Μακεδονίας”. Το 1992 συνέθεσε τον ύμνο των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης και την ίδια χρονιά, στις 12 Οκτωβρίου, κατέθεσε δήλωση ανεξαρτησίας στο προεδρείο της Βουλής, τερματίζοντας τη συνεργασία του με την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι στηρίζει την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Στις 9 Μαρτίου 1993 παραιτήθηκε από βουλευτής και ανέλαβε γενικός διευθυντής των μουσικών προγραμμάτων της ΕΡΤ.

Στις 16 Ιουνίου 1994 παραιτήθηκε από τη θέση του γενικού διευθυντή των μουσικών συνόλων της ΕΡΤ, καταγγέλλοντας την κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου και τη γενική διεύθυνση της ΕΡΤ για προσπάθεια θανάτωσης του οργανισμού δια της μεθόδου της ασφυξίας. Η παραίτησή του έγινε δεκτή από το ΔΣ της ΕΡΤ στις 5 Οκτωβρίου. Τον Ιούνιο του 1996, ορίστηκε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Τουρισμού που συστάθηκε από την υπουργό Ανάπτυξης Βάσω Παπανδρέου.

Την 1η Δεκεμβρίου του 2010 ανακοίνωσε την ίδρυση Κίνησης Ανεξάρτητων Πολιτών με το όνομα “Σπίθα” ενάντια στο καθεστώς του «Μνημονίου», με στόχο τη συμμετοχή του κάθε ανεξάρτητου πολίτη για την έξοδο της χώρας από τη βαθιά κρίση, στην οποία την υποχρέωσαν η διεθνής κρίση του καπιταλισμού και οι εξαρτημένοι από διεθνή κέντρα εξέχοντες πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι. Την 1η Φεβρουαρίου 2012 μαζί με τον Μανώλη Γλέζο και τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Γιώργο Κασιμάτη παρουσίασαν την πολιτική κίνηση «ΕΛΑΔΑ» (Ενιαία Λαϊκή Δημοκρατική Αντίσταση) με σκοπό τη συγκρότηση ενός μεγάλου αντιμνημονιακού μετώπου.

Στις 19 Σεπτεμβρίου του 2013 ανακοίνωσε την «αποστρατεία» του από την πολιτική ζωή της χώρας, χωρίς ωστόσο να σταματήσει τις παρεμβάσεις ως το τέλος, όπως όταν τον Μάιο του 2017, μαζί με άλλους ανθρώπους του πνεύματος, καλούσε τον κόσμο να κατέβει στο Σύνταγμα για να διαμαρτυρηθεί «ενάντια στο πραξικοπηματικό και καταστροφικό 4ο μνημόνιο».

Τέλος, δυο σημαντικά μουσικά γεγονότα σημάδεψαν το 2017 όσον αφορά τον σπουδαίο συνθέτη: Η συναυλία που έδωσε στις 24 Μαΐου 2017 στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας η ιστορική ορχήστρα της πόλης, παίζοντας τρία συμφωνικά έργα του Μίκη Θεοδωράκη (2η και 3η Συμφωνία και το “Οιδίπους Τύραννος”) υπό τη διεύθυνση του Baldur Brönnimann, καθώς και η παράσταση – αφιέρωμα “ΟΛΗ Η ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΚΗ” στο Καλλιμάρμαρο στις 19 Ιουνίου. Για πρώτη φορά 1.000 χορωδοί από 30 πόλεις της Ελλάδας σχημάτισαν μία πελώρια χορωδία, η οποία με τη συνοδεία Συμφωνικής Μαντολινάτας απέδωσαν μερικά από τα αριστουργήματα του μεγάλου δημιουργού.

Βραβεία και διακρίσεις

Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία και διακρίσεις, όπως το βραβείο ειρήνης “Λένιν” της Σοβιετικής Ένωσης (1983), το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος που του απονεμήθηκε στις 24 Ιουλίου 1995 από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο , καθώς και το παράσημο του αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής, ανώτατη διάκριση της Γαλλικής Δημοκρατίας (Μάρτιος 1996). Στις 27 Μαΐου 1996 το Πανεπιστήμιο Αθηνών τον αναγόρευσε “ομοθύμως” επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Μουσικών Σπουδών και τον Μάρτιο του 2000 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Τον Ιούλιο του 2002 τιμήθηκε με το γερμανικό μουσικό βραβείο “Έριχ Κόρνγκολντ” και τον Μάιο του 2005 με το διεθνές βραβείο μουσικής για το 2005 από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσικής και την UNESCO. Επίσης, τον Μάρτιο του 2007 τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη της Λεγεώνας της Τιμής της Γαλλικής Δημοκρατίας, ενώ τον Μάιο του 2013 η Ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έγινε η επίσημη τελετή υποδοχής του.

Συγγραφή

Πλούσιο είναι και το συγγραφικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη. Μεταξύ άλλων έγραψε τα βιβλία “Το χρέος” (δύο τόμοι), εκδ. Τετράδια της Δημοκρατίας 1970-1971, “Μουσική για τις μάζες”, εκδ. Ολκός, 1972, “Στοιχεία για μια νέα πολιτική”, “Δημοκρατική και συγκεντρωτική αριστερά”, εκδ. Παπαζήση, 1976, “Οι μνηστήρες της Πηνελόπης”, εκδ. Παπαζήσης, 1976, «Περί Τέχνης», 1976, εκδ. Παπαζήση, “Η αλλαγή. Προβλήματα ενότητας της Αριστεράς”, 1978, “Μαχόμενη Κουλτούρα”, 1982, “Για την ελληνική μουσική”, 1983 (το 1986 επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Καστανιώτη), “Ανατομία της σύγχρονης μουσικής”, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1983, “Star Sυstem”, εκδ. Κάκτος, 1984, “Οι δρόμοι του αρχάγγελου” (αυτοβιογραφία σε πέντε τόμους), εκδ. Κέδρος, 1986-1995, “Ζητείται Αριστερά”, εκδ. Σιδέρη, 1989, “Αντιμανιφέστο”, εκδ. Γνώσεις, “Πού πάμε;”, εκδ. Γνώσεις, 1989, “Ανατομία της Μουσικής”, εκδ. Αλφειός, 1990, “Να μαγευτώ και να μεθύσω”, 2000, εκδ. Λιβάνη, “Το μανιφέστο των Λαμπράκηδων”, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2003, η τριλογία “Πού να βρω την ψυχή μου…”, 2003, εκδ. Λιβάνη, με αποσπάσματα από συνεντεύξεις, άρθρα και ομιλίες του της τελευταίας δεκαετίας, “Μάνου Χατζηδάκι εγκώμιον”, 2004, εκδ. Ιανός, “Σπίθα για μια Ελλάδα ανεξάρτητη και δυνατή”, εκδ. Ιανός, 2011, “Διάλογοι στο λυκόφως-90 συνεντεύξεις”, εκδ. Ιανός, 2016, και “Μονόλογοι στο λυκαυγές”, εκδ. Ιανός, 2017.

Επίσης, συνέγραψε πολλούς κύκλους ποιημάτων που μελοποίησε ο ίδιος, μεταξύ των οποίων και “Το τραγούδι του νεκρού αδελφού”, “Ο Ήλιος και ο Χρόνος”, “Αρκαδία Ι”, “Αρκαδία VI” και “Αρκαδία X” και το “Τραγούδι της γης” από τη συμφωνία Νο 2. Έχει επίσης δημοσιεύσει πολλά έργα στα Γαλλικά.

Εθνικό Κεφάλαιο

Η σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την πολιτική υπήρξε σχέση ζωής. Ως τέτοια, πέρασε από κλυδωνισμούς, αφήνοντας συχνά παλιούς ιδεολογικούς συνοδοιπόρους του πικραμένους. Κανένας όμως δεν αμφισβητεί ότι ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν μέγιστο εθνικό κεφάλαιο για τη χώρα.

Ο Μίκης θα μας λείψει. Θα μας λείψει η βαθιά φωνή του, οι χαρακτηριστικές χειρονομίες του στο πόντιουμ, ο λόγος, η ανθρωπιά, η μουσική και τα γραπτά του.

Σε ένα από τα τελευταία άρθρα του που αναρτήθηκε στο in.gr στις 11 Ιανουαρίου 2021, ο Μίκης πραγματεύεται την πορεία της πολιτιστικής ζωής της χώρας, ξεκινώντας από τον Περικλή και καταλήγοντας στο δυσοίωνο παρόν της πανδημίας, στο σήμερα της καλλιτεχνικής απραξίας, της ανεργίας, και των ευθυνών της πολιτείας. Στην κατακλείδα του αναφέρει ξεκάθαρα τι θεωρούσε ο ίδιος εθνικό κεφάλαιο για την χώρα:

Σήμερα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το πλοίο ΕΛΛΑΣ έχουν να κάνουν με το Μηχανοστάσιο και με τον τυφώνα Τουρκία. Το λιμάνι, όμως, στο οποίο θα πρέπει να κατευθύνεται είναι η Παιδεία και ο Πολιτισμός. Και ποιος φροντίζει γι’ αυτή την πορεία, αφού κυβέρνηση και αντιπολίτευση απασχολούνται μονάχα με το Μηχανοστάσιο και τον θυελλώδη καιρό που μας θαλασσοδέρνει χωρίς να υπάρχει πολιτιστικό όραμα; Κάποτε το Μηχανοστάσιο θα διορθωθεί και θα έρθει μπουνάτσα.

Τότε και μόνο τότε, η πολιτική ηγεσία θα ανακαλύψει ότι το λιμάνι στο οποίο θα έχουμε φτάσει, θα είναι μια αδιέξοδη λιμνοθάλασσα με μοναδικό πολιτιστικό ήχο τον κοασμό των βατράχων…»

ΚΚΕ: Αθάνατος Μίκη!

“Με βαθιά συγκίνηση κι ένα ακατάπαυστο χειροκρότημα αποχαιρετούμε τον Μίκη Θεοδωράκη, αγωνιστή-δημιουργό, οδηγητή και πρωτεργάτη μιας νέας, μαχόμενης τέχνης στη μουσική”, αναφέρει η ανακοίνωση του ΚΚΕ.

“Ορμητικός, εμπνευσμένος και φλεγόμενος από το πάθος της προσφοράς στο λαό, ο Θεοδωράκης κατόρθωσε να χωρέσει στο μεγαλειώδες έργο του όλο το έπος της λαϊκής πάλης του 20ου αιώνα στη χώρα μας. Άλλωστε, μέρος αυτού του έπους υπήρξε και ο ίδιος.

Από 17 κιόλας χρονών οργανώθηκε στο ΕΑΜ και λίγο μετά στο ΚΚΕ, παίρνοντας μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Τον Δεκέμβρη του ‘44 πολέμησε στη μάχη της Αθήνας, που πνίγηκε στο αίμα και μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού μοιράστηκε με τους συντρόφους του τις άγριες διώξεις του αστικού κράτους ως εξόριστος στην Ικαρία και τη μαρτυρική Μακρόνησο, όπου βασανίστηκε άγρια. Στη συνέχεια, αγωνίστηκε μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες για την πολιτιστική αναγέννηση, ενώ “πλήρωσε” με νέες δοκιμασίες, φυλακές και εξορίες, την παράνομη δράση του ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967. Συγκλονιστικές ήταν οι συναυλίες που έδινε στο εξωτερικό μέχρι την πτώση της δικτατορίας και στη συνέχεια σε όλη την Ελλάδα. Το 1978 ήταν υποψήφιος δήμαρχος του ΚΚΕ στην Αθήνα, ενώ το 1981 και το 1985 εκλέχτηκε βουλευτής του Κόμματος. “Τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια μου τα έζησα στις γραμμές του ΚΚΕ” είχε δηλώσει στην εκδήλωση που διοργάνωσε το Κόμμα για να τιμήσει τα 90 χρόνια της καλλιτεχνικής και κοινωνικής προσφοράς του.

Πράγματι ο Θεοδωράκης δεν ξέχασε ποτέ τα ιδανικά της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, που έμειναν ανεκπλήρωτα. Το έργο του είναι μια διαρκής αναμέτρηση με την αδικία και την ηττοπάθεια, ένα σάλπισμα πάλης, νέων αγώνων, αντίστασης, ανάτασης κι ελπίδας. “Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις… εκεί που πάει να σκύψει… να την πετιέται από ξαρχής” είναι η απάντησή του στην πίκρα και την απογοήτευση ενός λαού, που τα όνειρά του δεν πήραν ακόμα εκδίκηση.

Αυτή η κατάφαση στη ζωή και τον αγώνα δεν είναι ρηχή και πάντα εύκολη. Κάποιες φορές αναδύεται μέσα από βασανιστικό αναστοχασμό. Χωρίς αμφιβολία ο Μίκης, όσο καλά ήξερε να χτυπά κάθε μικρή και μεγάλη αδικία, το ίδιο καλά ήξερε να εδραιώνει την πίστη ότι η αγάπη, η ευτυχία, η ειρήνη και η ελευθερία είναι πράγματα κατορθωτά. Αλλά κι όσο ρωμαλέα και δυνατά χειριζόταν το “δίκοπο μαχαίρι”, το “αστραφτερό σπαθί” της μουσικής του, τόσο εύκολα ήξερε να απαλαίνει το τραγούδι του, αγγίζοντας με τρυφερή ευαισθησία κάθε καλό και ωραίο στη ζωή και τον κόσμο.

Η μουσική του Μίκη είναι ζυμωμένη με όλα εκείνα τα υλικά που φτιάχνουν τη μεγάλη τέχνη, την τέχνη που συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής της και προαισθάνεται το επερχόμενο. Το αίσθημα, το φρόνημα, η μνήμη και η πείρα του λαού που αγωνίζεται, είναι η πηγή της έμπνευσής του. “Ό,τι φτιάξαμε το πήραμε από το λαό και στο λαό το επιστρέφουμε” έλεγε και αυτό δεν ήταν σεμνοτυφία. Ο Θεοδωράκης είχε βαθιά συνείδηση ότι για το προσωπικό του καλλιτεχνικό κατόρθωμα σπουδαίο ρόλο έπαιξε η εποχή του. Είχε απόλυτη επίγνωση ότι στον ιδιαίτερο τρόπο και τον δυναμισμό της τέχνης του αντανακλούσαν οι πράξεις του λαού κι ότι η δική του συμμετοχή στη λαϊκή δράση, παρότι τον αποσπούσε σε κάποιο βαθμό από τη δημιουργία του, ήταν το οξυγόνο της. “Ο καλλιτέχνης που ζει και δημιουργεί μέσα στην πάλη, εξασφαλίζει ξεχωριστή θέση για το έργο του” δήλωνε. Το έργο του είναι λαμπρή απόδειξη ότι η μεγάλη τέχνη είναι πάντα πολιτική είτε το επιδιώκει είτε δεν το επιδιώκει ο δημιουργός της.

Ο Θεοδωράκης είχε και εμπιστοσύνη στο λαό. Πίστευε ότι ο λαός έχει τη δύναμη να κατακτήσει ό,τι πιο υψηλό και όμορφο δημιουργεί ο άνθρωπος στην ιστορία του. Γι’ αυτό και με ιερή αφοσίωση καλλιέργησε μια τέχνη που ανυψώνει το λαό. Ο Μίκης δεν μελοποίησε μόνο έξοχα τον ποιητικό λόγο χωρίς να τον προδίδει, τον αναδημιούργησε και τον παρέδωσε με εκείνη τη μορφή που μπαίνει κατευθείαν στη λαϊκή καρδιά. “Έφερε την ποίηση στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί του”, όπως έγραφε γι’ αυτόν ο Ρίτσος. Δεν είναι μόνο η ανεπανάληπτη στην ιστορία συνομιλία της μουσικής του με την ποίηση του Ρίτσου στον “Επιτάφιο”, που μέσα και από τις συγκλονιστικές ερμηνείες του Μπιθικώτση και του Χιώτη έγινε ένας διαχρονικός λαϊκός θρήνος και ύμνος μαζί στον θάνατο που γονιμοποιεί το μέλλον. Ο Θεοδωράκης πέτυχε να μιλήσει με την υψιπετή ποίηση στη λαϊκή ψυχή, ακόμα και μέσα από απαιτητικές και ασυνήθιστες στο λαϊκό αυτί μουσικές φόρμες, όπως αυτές στο “Άξιον Εστί” του Ελύτη, στο “Επιφάνεια-Αβέρωφ” του Σεφέρη, στο “Πνευματικό Εμβατήριο” του Άγγελου Σικελιανού κ.ά.

Στον ποταμό του έργου του συνυπάρχουν σχεδόν όλα τα είδη μουσικής: Οι λαϊκοί δρόμοι και το δημοτικό τραγούδι, αλλά και η αρχαία τραγωδία, το βυζαντινό μέλος, το κλασσικό τραγούδι, η συμφωνική μουσική, τα ορατόρια. Πολύπλευρος και πολυτάλαντος, διανοούμενος καθώς ήταν, είχε και ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Στην περίπτωση του Μίκη Θεοδωράκη συναντήθηκε η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα με μια προσωπικότητα ανήσυχη, άγρυπνη και δημιουργική, που ένοιωθε πάντα την ανάγκη να ξεπερνά τον εαυτό της. Η μουσική του έσπασε τα σύνορα της χώρας, καθώς η γλώσσα της έχει την οικουμενικότητα από τα κοινά βάσανα, τις ελπίδες, τα οράματα που μοιράζονται όλοι οι λαοί, όλοι οι ταπεινοί της γης. Η παγκόσμια αναγνώριση της καλλιτεχνικής και κοινωνικής προσφοράς του επισφραγίστηκε με το βραβείο Λένιν για την ειρήνη. Και αύριο με τη δική του μουσική θα τραγουδήσουμε μαζί οι λαοί στην Ελλάδα, την Τουρκία, την Κύπρο, τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, παντού στη γη, το τραγούδι της ειρήνης.

Στον Μίκη άρεσε να περπατά, να αναπνέει “στους μεγάλους δρόμους, κάτω απ’ τις αφίσες”. Και εκεί η μουσική του θα συνεχίζει να ακούγεται, να εμπνέει, να παρακινεί, να διαπαιδαγωγεί. Με τη μουσική του Μίκη θα συνεχίζουμε να πορευόμαστε ώσπου… “να σημάνουν οι καμπάνες” της κοινωνικής απελευθέρωσης. Αλλά και όταν “τελειώσει ο πόλεμος” δεν θα τον ξεχάσουμε… Θα είναι μαζί μας και όταν “κοκκινίζουν τα όνειρα”.

Αθάνατος Μίκη!

Στους οικείους του το ΚΚΕ απευθύνει τα θερμά του συλλυπητήρια και τους εύχεται καλή δύναμη.”

Άξιος Εστί: O πολιτικός κόσμος αποχαιρετά τον Μίκη

Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος αποχαιρετά τον θρυλικό Έλληνα συνθέτη και αγωνιστή. Στη Βουλή τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή τηρήθηκε στη Βουλή για την μεγάλη εθνική απώλεια του Μίκη.Την είδηση του θανάτου γνωστοποίησε στην Ολομέλεια ο αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης. “Δυστυχώς η είδηση επιβεβαιώθηκε. Πριν λίγο ο Μίκης Θεοδωράκης ξεκίνησε το ταξίδι του για την γειτονιά των Αγγέλων για να συναντήσει άλλους μεγάλους εκεί με πρώτο και καλύτερο τον φίλο του τον Μάνο Χατζηδάκι. Η Βουλή την ώρα που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει, θα τιμήσει την μνήμη του Μίκη Θεοδωράκη. Εμείς όμως σήμερα να κρατήσουμε ενός λεπτού σιγή για την μεγάλη απώλεια“, τόνισε.

Ο Μίκης Θεοδωράκης, την απώλεια του οποίου πενθούμε σήμερα, υπήρξε ένας πανέλληνας και ταυτόχρονα οικουμενικός δημιουργός, ένα ανεκτίμητο κεφάλαιο του μουσικού μας πολιτισμού. Του χαρίστηκε μια πλούσια και γόνιμη ζωή που την βίωσε με πάθος, μια ζωή ταγμένη στη μουσική, τις τέχνες, τον τόπο μας και τους ανθρώπους του, αφοσιωμένη στις ιδέες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της κοινωνικής αλληλεγγύης” γράφει στο συλλυπητήριο μήνυμά της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Πάντα ‘πολιτικός’, συνέδεσε την πολιτική πράξη με την υπέρβαση και τον αγώνα. Ο ίδιος αυτοχαρακτηρίστηκε ‘μόνος, ανένταχτος, ανεξάρτητος, αυτοστρατευμένος’. Ταγμένος στην εθνική αξιοπρέπεια, την ανθρωπιά και την ομοψυχία, δεν έπαψε ποτέ να είναι ένας βαθύς, πολυσχιδής δημιουργός, κι ένας καλλιτέχνης που επέμενε ως το τέλος να βλέπει τον κόσμο με τον ρομαντισμό και την εμπιστοσύνη μιας αιώνιας, ακατάλυτης νιότης” καταλήγει η ΠτΔ.

Mητσοτάκης: H Ρωμιοσύνη κλαίει

Τη σημερινή μας συνεδρίαση σκιάζει δυστυχώς μία πολύ θλιβερή είδηση: Ο Μίκης Θεοδωράκης περνά πια στην αιωνιότητα. Η φωνή του σίγησε και μαζί του σίγησε και ολόκληρος ο Ελληνισμός” τόνισε ο πρωθυπουργός κηρύσσοντας τριήμερο εθνικό πένθος στη χώρα.

Όπως είχε γραφτεί και για τον Παλαμά, ‘όλοι είχαμε ξεχάσει πως είναι θνητός’. Όμως, μας αφήνει παρακαταθήκη τα τραγούδια του, την πολιτική του δράση, αλλά και την εθνική του προσφορά σε κρίσιμες στιγμές.Η Ρωμιοσύνη σήμερα κλαίει.Και γι’ αυτό και με απόφαση της κυβέρνησης από σήμερα κηρύσσεται τριήμερο εθνικό πένθος.Όπως ξέρετε, είχα την τιμή να τον γνωρίζω για πολλά χρόνια και σχετικά πρόσφατα μάλιστα τον είχα επισκεφτεί. Οι συμβουλές του ήταν πάντα πολύτιμες για μένα, κυρίως αυτές που αφορούσαν στην ενότητα του λαού μας και στην υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών.Πιστεύω πως η καλύτερη τιμή προς αυτόν τον παγκόσμιο Έλληνα θα είναι εμείς, με το καθημερινό μας έργο, να κάνουμε πράξη αυτό ακριβώς το μήνυμά του. Ο Μίκης είναι η Ιστορία μας και πρέπει να τη συνεχίσουμε όπως θα ήθελε και εκείνος”, κατάληξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Σήμερα χάσαμε ένα κομμάτι από την ψυχή της Ελλάδας” τόνισε στο συλλυπητήριο μήνυμά της η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη: “Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μίκης όλων μας, ο δάσκαλος, ο διανοούμενος, ο ριζοσπάστης έφυγε. Εκείνος που έκανε όλους τους Έλληνες να τραγουδήσουν τους ποιητές. Έζησε όλη του τη ζωή δημιουργώντας. Αγωνίστηκε, πέρα από τα όρια, ξεπερνώντας τις ανθρώπινες  αδυναμίες που θέτουν πλαίσια και καθορίζουν τυπικές συμπεριφορές. Δεν απέφυγε ποτέ να δίνει όλες τις μάχες, σε όλα τα μέτωπα, καθώς το εύρος της προσωπικότητας και του ταλέντου του δεν μπορούσε ούτε να περιοριστεί, ούτε να χαλιναγωγηθεί. Ο Μίκης ήταν κι έκανε όσα ξεπερνούν την ανθρώπινη φύση. Με το έργο του, την έντονη κοινωνική και πνευματική παρουσία, τον βαθύ πατριωτικό του λόγο, ο Μίκης Θεοδωράκης σημάδεψε την Ελλάδα του 20ου αιώνα. Ο Μίκης ήταν παγκόσμιος και το έργο του ανήκει σε όλο τον κόσμο. Έργο τεράστιο, οικουμενικό, που άγγιξε και θα συνεχίσει να αγγίζει εκατομμύρια καρδιές. Δεν θα είναι πια μαζί μας, αλλά ο Γαλαξίας του έργου του θα μας περιβάλλει και θα μας φωτίζει. Οι Έλληνες πενθούμε σήμερα” καταλήγει η Λίνα Μενδώνη. 

Τσίπρας: Έδωσε φως στις ψυχές μας

Tον δημιουργό που με το έργο του και τον τρόπο ζωής του “έδωσε φως” στις ψυχές των Ελλήνων αποχαιρέτισε με ανάρτησή του στο Facebook ο Αλέξης Τσίπρας.

“Ο Μίκης έδωσε φως στις ψυχές μας.
Σημάδεψε με το έργο του τη ζωή και τη διαδρομή όσων διάλεξαν το δρόμο της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ο αξεπέραστος συνθέτης, ο αγωνιστής, ο κομμουνιστής, ο ακτιβιστής, μέσα από τη μουσική, τη ζωή, τις μάχες και τις αντιφάσεις του, έδωσε νέο νόημα στην ελευθερία, τον πολιτισμό, την τέχνη, τη συμμετοχή.
Τον αποχαιρετούμε με τη βεβαιότητα ότι αυτό που αφήνει πίσω του είναι ανεξίτηλο.
Στην ψυχή του λαού μας, στην ταυτότητα της πατρίδας μας, στην πολιτιστική κληρονομιά της οικουμένης.

Γεννηματά: Ο Μίκης της νιότης μας, των αγώνων μας και της καρδιάς μας

Αποχαιρετούμε με θλίψη, σεβασμό και τιμή τον Μίκη Θεοδωράκη. Τον αστείρευτο συνθέτη, τον Μίκη του πολιτισμού και των αγώνων“, αναφέρει σε δήλωσή της η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά.

Ο Μίκης Θεοδωράκης δημιούργησε ένα τεράστιο πολιτιστικό κεφάλαιο για τον τόπο, ενώ οι ιδέες του και οι πολιτικοί του αγώνες που ενέπνευσαν περισσότερες από μία γενιά, αποτελούν παρακαταθήκες για τη δημοκρατία, την ελευθερία, την εθνική αξιοπρέπεια. Με το έργο του ενέπνευσε και εξέφρασε όλη τη ρωμιοσύνη που θρηνεί σήμερα. Πρόβαλε το όνομα της Ελλάδας, μέσα από τη μουσική του και το κύρος του ονόματός του σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Συνέβαλε στην προβολή της ελληνικής ποίησης, μελοποιώντας Έλληνες ποιητές που ο λόγος τους έφτασε στα πέρατα του κόσμου. Στις δύσκολες στιγμές για τη δημοκρατία, τα τραγούδια του ήταν φάρος ελπίδας που δεν έσβησε ποτέ για εκατομμύρια Έλληνες. Όλοι μεγαλώσαμε, ερωτευτήκαμε, γίναμε ενεργοί πολίτες, πιαστήκαμε χέρι – χέρι σε συγκεντρώσεις και συναυλίες, τραγουδήσαμε, κλάψαμε από συγκίνηση κάτω από τους ήχους της μουσικής του. Ο ίδιος θα μας λείψει. Το έργο του θα είναι εδώ να μας εμπνέει και κυρίως να μας ενώνει όλους, να αγωνιστούμε για την Ελλάδα που ονειρευόμαστε, την Ελλάδα που μπορεί. Γιατί αυτό θα ήθελε κι ο ίδιος ο Μίκης. Ο Μίκης της νιότης μας, των αγώνων μας και της καρδιάς μας!” καταλήγει η Φώγη Γεννηματά.

“Αντίο Μίκη… Η Ρωμιοσύνη φτώχυνε σήμερα” δήλωσε ο επικεφαλής του ΜέΡΑ25 Γιάνης Βαρουφάκης.

Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ… Μίκη φωτεινέ έφυγες. Σκοτείνιασε η Ελλάδα“, ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος.

Ο Μίκης Θεοδωράκης, με την απαράμιλλη δημιουργία του στο πεδίο της Μουσικής, σε παγκόσμια κλίμακα,  και με την υποδειγματική αφοσίωσή του, λόγω και έργω, στην Δημοκρατία και στην Ελευθερία, ανήκει πλέον στην χορεία των σπάνιων προσωπικοτήτων, για τις οποίες ο θάνατος σηματοδοτεί το πέρασμα στην αθανασία” υπογράμμισε ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος.

Μεσίστιες οι σημαίες στον Δήμο της Αθήνας

Ο δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάνης, δήλωσε για την απώλεια του μεγάλου Έλληνα, Μίκη: “Οικουμενική συγκίνηση έχει προκαλέσει ο θάνατος του σπουδαίου Έλληνα μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Πλήρης ημερών κι έχοντας φιλαράκο του τον Χάρο (επίλογος του τελευταίου του βιβλίου ‘Μονόλογοι στο λυκαυγές’), έφυγε αφήνοντας πίσω του μια τεράστια παρακαταθήκη. Το έργο του, το αυθεντικό ταλέντο του, αλλά και η ίδια του η ζωή αποτελούν για εμάς εφόδια. Ασπίδα μα και συνάμα λόγχη για να συνεχίσουμε προς τα εμπρός. Πνευματικός και λαϊκός. Αγωνιστής και ιδεολόγος. Βασανισμένος και λατρεμένος. Έπασχε από ένα βάθος απύθμενο και φωτεινό. Τα έζησε όλα.

Προσπαθώντας να απαντήσω στο μεγαλύτερο υπαρξιακό ερώτημα ‘γιατί ζούμε’, σκέφτομαι το παράδειγμα του Μίκη. Ζούμε για να δημιουργούμε. Ζούμε για να είμαστε η δράση κι όχι η αντίδραση. Το φως και η γνώση είναι η λευτεριά μας. Μίκη σε ευχαριστούμε για όλα.

Από σήμερα και για τρεις ημέρες οι σημαίες του Δημαρχιακού Μεγάρου θα κυματίζουν μεσίστιες σε ένδειξη πένθους και για την απότιση φόρου τιμής στον σπουδαίο Μίκη Θεοδωράκη”. 

Θρηνεί όλος ο κόσμος για τον Μίκη

Τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη κάνουν εκτενείς αναφορές στη ζωή και το έργο του Μίκη Θεοδωράκη.

Reuters: Ο συνθέτης του “Ζορμπά” πεθαίνει σε ηλικία 96 ετών

Με τίτλο “ο Έλληνας συνθέτης του Ζορμπά πεθαίνει σε ηλικία 96 ετών”, το πρακτορείο ειδήσεων Reuters αναφέρεται συνοπτικά στη ζωή του Μίκη Θεοδωράκη, τονίζοντας ότι έφυγε από τη ζωή ο πανύψηλος άνδρας “με τα πυκνά κυματιστά μαλλιά που είχε λαχτάρα για μία προοδευτική, δημοκρατική εκδοχή του κομμουνισμού”.

“Δεν είμαι κομμουνιστής ή σοσιαλδημοκράτης ή κάτι άλλο. Είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος”

Το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) μετέδωσε επίσης την είδηση του θανάτου του μεγάλου έλληνα συνθέτη κάνοντας λόγο για έναν “αντιστασιακό, πολέμιο της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, ο οποίος έγινε γνωστός από την μουσική που συνέθεσε για ταινία ‘Ζορμπάς’, η οποία τραγουδήθηκε σε όλο τον κόσμο”.

Το AFP συνεχίζει γράφοντας ότι ο Θεοδωράκης υπήρξε “ο δημιουργός ενός γιγαντιαίου έργου και ο διασημότερος έλληνας συνθέτης”, ο οποίος έγινε “το σύμβολο της αντίστασης στην Ελλάδα στη διάρκεια των χρόνων”.

Παραγωγικό ταλέντο, που ενσάρκωνε το σύγχρονο πρόσωπο της ελληνικής μουσικής, “έκανε μέσα από τη μουσική του προσιτή σε όλους την υψηλή τέχνη των τιμημένων με Νόμπελ ποιητών Οδυσσέα Ελύτη και Γιώργου Σεφέρη”, όπως είχε πει η βιογράφος του Γκάιλ Χολστ-Βάλχαφτ, προσθέτει το AFP.

“Όταν είχα πάει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μπορούσες να βάλεις λεφτά σε ένα τζουκμπόξ και να ακούσεις τους σπουδαιότερους ποιητές της Ελλάδας μέσα από την μουσική του”, είχε δηλώσει η βιογράφος το 2018 στο αμερικανικό ραδιόφωνο NPR.

Το πρακτορείο αναφέρεται στην περίοδο της εξορίας του στη Μακρόνησο και σημειώνει ότι κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, που έπληξε την Ελλάδα, ο μεγάλος συνθέτης τάχθηκε κατά των μέτρων λιτότητας που επιβλήθηκαν στη χώρα.

Ακόμα και σε μεγάλη ηλικία, συνεχίζει το πρακτορείο, ο μεγάλος συνθέτης διατήρησε ενεργό το ενδιαφέρον του για την πολιτική της χώρας του αποτραβηγμένος από το δημόσιο βίο στο σπίτι του κάτω από την Ακρόπολη.

“Δεν είμαι κομμουνιστής ή σοσιαλδημοκράτης ή κάτι άλλο. Είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος”, είχε πει κάποτε σε συνέντευξή του στο Ρόιτερς, υπενθυμίζει από την πλευρά του το διεθνές πρακτορείο.

The New York Times: Πέθανε στα 96 του ο Μίκης Θεοδωράκης, Έλληνας συνθέτης και μαρξιστής αγωνιστής

Οι “New York Times” εστιάζουν στον αγώνα του Μίκη κατά της Χούντας “που τον φυλάκισε και τον εξόρισε ως επαναστάτη”.

Μνημονεύουν επίσης συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Μίκης στην αμερικανική εφημερίδα το 1970, όπου τόνιζε: “Πάντα ζούσα με δύο ήχους – έναν πολιτικό, ένα μουσικό”.

 Γερμανικά ΜΜΕ: “Η μουσική του θεωρήθηκε παρηγοριά, αλλά και ένδειξη αντίστασης”

Η είδηση του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη κυριαρχεί και στα γερμανικά ΜΜΕ, τα οποία αναφέρονται τόσο στην μουσική παρακαταθήκη όσο και στην πολιτική δράση του μεγάλου Έλληνα συνθέτη.

“Ο Θεοδωράκης θεωρείτο ο διασημότερος συνθέτης της Ελλάδας στον 20ό αιώνα. Ειδικά, η μουσική του για την ταινία ‘Αλέξης Ζορμπάς’ και το “Κάντο Χενεράλ” σε στίχους του Πάμπλο Νερούντα τον έκαναν διάσημο παγκοσμίως” αναφέρει στην ιστοσελίδα της η Γερμανική Ραδιοφωνία, ενώ το περιοδικό Focus κάνει λόγο για τον θάνατο του δημιουργού της σύνθεσης “Συρτάκι”.

“Κανένας άλλος δεν κατάφερε να ερμηνεύσει την ελληνική νοοτροπία με τόσο πρωτότυπο τρόπο και να την κάνει γνωστή σε όλον τον κόσμο. Όμως ο Μίκης Θεοδωράκης δεν ήταν απλώς ένας συνθέτης, ένας μουσικός και μαέστρος. Ήταν αντιστασιακός και πολιτικός”, τονίζει το περιοδικό και παραθέτει βιογραφικά στοιχεία του συνθέτη, ενημερώνοντας ότι στην Ελλάδα τα ΜΜΕ έχουν διακόψει τη ροή του προγράμματός τους και προβάλλουν ειδικά αφιερώματα.

“Συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους συνθέτες της Ελλάδας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος με τη μουσική για τον Αλέξη Ζορμπά έγραψε κινηματογραφική ιστορία, πέθανε στα 96 του χρόνια” γράφει η εφημερίδα Die Zeit και αναφέρεται στο “ηρωικό” στάτους που κέρδισε με τους αγώνες του. “Για πολλούς Έλληνες ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν μέχρι και σήμερα η φωνή του λαού. Η μουσική του θεωρήθηκε παρηγοριά, ειδικά σε ιστορικά δύσκολες εποχές, όπως η στρατιωτική δικτατορία, αλλά και ένδειξη αντίστασης”, γράφει η εφημερίδα.

Στην είδηση του θανάτου του Έλληνα συνθέτη αναφέρθηκε και το πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, επισημαίνοντας ότι στην πολιτική δράση του Μίκη Θεοδωράκη εντάσσεται και η προσπάθεια βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Ιταλικά ΜΜΕ: “Σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού, αφιέρωσε τη ζωή του στη μουσική και στην πολιτική”

Πρώτη είδηση αποτελεί και στα μέσα ενημέρωσης της Ιταλίας ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη.

“Πένθος, έφυγε ο Μίκης Θεοδωράκης, ο συνθέτης του ‘Ζορμπά’ που δημιούργησε το συρτάκι, Ο πιο γνωστός έλληνας συνθέτης κάθε εποχής, πέθανε σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 96 ετών, μετά από μια μακρά ζωή, γεμάτη τιμές, πόνο, συνυφασμένη με ορισμένα από τα τραγικότερα γεγονότα του περασμένου αιώνα”, γράφει το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων Ansa.

Η εφημερίδα La Stampa, στην ηλεκτρονική της έκδοση αναφέρει επίσης ότι “ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού” και ότι “αφιέρωσε την ζωή του στην μουσική και στην πολιτική”.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Μέρες Καριέρας αύριο σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Κληρώθηκαν οι δικαιούχοι του προγράμματος Τουρισμός για Όλους 2024

Αμερική: Γη της υποκρισίας, της καταστολής και της βίας…

Φωτιά στη Νέα Σμύρνη: Απεγκλωβίστηκε γυναίκα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα