ΑΘΗΝΑ
18:41
|
26.04.2024
Εάν ήταν έξυπνες οι δυτικές ορχήστρες θα έπρεπε να «αγκαλιάσουν» τους συνθέτες που θεωρούνταν «ξένοι» προς τους ιδεολογικούς σκοπούς του κράτους του Πούτιν.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η παράνοια του αντιρωσισμού σε στρώματα της κουλτούρας στις μέρες μας αποκαλύπτει την αβάσιμη και συνάμα ανορθολογική στερεότυπη εντύπωση, θλιβερό κατάλοιπο της αντίληψης για το Υψηλό που μας κληροδότησε το Ρομαντικό κίνημα. Εκείνη την εύπεπτη για το ακοινώνητο ή καταναλωτικό της κουλτούρας κοινό και την υπεροπτική και ναρκισσιστική αυτοπροβολή για τον καλλιτέχνη, πεποίθηση πως η τέχνη αυτόχρημα είναι φορέας της αλήθειας, του δικαίου και των δημοκρατικών ιδανικών.

Μόνο που η άποψη αυτή, πέρα από το γεγονός ότι αρθρώνεται υπό το πρίσμα της Hochkultur, σε αντίθεση με την ποπ-λαϊκή και στρατευμένη τέχνη, αφενός αναφέρεται σε μία υπερβατικού και υποκειμενικού τύπου αλήθεια και δίκαιο του δημιουργού/ιεροφάντη, που αποσπάται από τις συμβάσεις του πλήθους, κι αφετέρου επικαλείται σε δημοκρατικά ιδεώδη, που ταυτίζονται με την αστική ιδεολογία του Jusnaturalismus και του πνευματικού, ανάλογου με το οικονομικό laissez-faire. Για τον λόγο αυτό, κενόδοξα και σε ρόλο ανώτατου κριτή, ορισμένοι φορείς του πολιτισμού -υποταγμένοι επίσης σε συμφέροντα πέραν της τέχνης- αναλαμβάνουν μονομερώς τον εξοστρακισμό των ρωσικών δημιουργιών, στο όνομα μίας νεφελώδους οικουμενικής αρχής, χωρίς κριτήρια και χωρίς ορθολογισμό. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα δύο εκατομμύρια ευρώ που αποφάσισε να χορηγήσει σε ιταλικά πολιτιστικά ιδρύματα για να δημιουργηθούν καλλιτεχνικές εστίες (residencies) για Ουκρανούς καλλιτέχνες, ο υπουργός Πολιτισμού Ντάριο Φραντσεσκίνι (πρώην Χριστιανοδημοκράτης, νυν σοσιαλδημοκράτης του Pd). Λησμονώντας όμως πως παράλληλα υπάρχουν και Ρώσοι διαφωνούντες στην Ιταλία, που πολύ πρωτύτερα υπέφεραν απάτριδες στην Ιταλία, μη έχοντας άλλους δεσμούς με τη χώρα τους. Κι ας μην μελετήσουμε τους χιλιάδες Ιταλούς καλλιτέχνες που η οικονομική κρίση κι η πανδημία τους εξουθένωσαν οδηγώντας τους σε κινητοποιήσεις… φωνή (και τραγουδιστών) βοώντος για τον Φραντσεσκίνι. 

Αλλά και το ευρύτερο θεσμικό και «χρηματιστηριακό» κατεστημένο των εικαστικών τεχνών -που σταθερά «αναδεικνύει» μία περιφερειακή σκηνή ή στρατευμένο κίνημα (πχ φεμινιστική ή «μαύρη» τέχνη ανάλογα με την επικαιρότητα) για να ανανεώσει το στάσιμο, ελλείψει πλέον μεγάλων και πρωτοποριακών ρευμάτων στην τέχνη, διεθνές αγοραστικό ενδιαφέρον- είναι βέβαιο πως σύντομα θα εκτοξεύσει στο προσκήνιο και στις τιμές σημερινούς, άγνωστους και «περιφερειακούς» Ουκρανούς καλλιτέχνες. Ήδη, η χρηματιστηριακή-συλλεκτική αξιοποίηση της εν πολλοίς ασήμαντης ουκρανικής σκηνής έχει ξεκινήσει είτε εκθειάζοντας το σθένος των φορέων και των δημιουργών που συνεχίζουν παρά τους βομβαρδισμούς, είτε με τη μορφή ψυχολογικής αρωγής, υλικής βοήθειας και πρωτοβουλιών για ψηφίσματα διαμαρτυρίας και αλληλεγγύης. Χορηγούνται επίσης κινήσεις εντυπωσιασμού (και προπαγάνδας από το Κίεβο ή τη Δύση), όπως το δρώμενο  με χάρτινες σαΐτες στο Guggenheim από Ουκρανούς καλλιτέχνες με αίτημα τη δημιουργία «Ζώνης Αεροπορικού Αποκλεισμού» κατά της Ρωσίας. Εκδηλώσεις που αφήνουν όμως απέξω ή καταδικάζουν ουσιαστικά σε σιωπή και αποκλεισμό τους Ρώσους δημιουργούς, συχνά διαφωνούντες με τα κρατούντα στη χώρα τους. Όπως για παράδειγμα, η συμβολική παραίτηση του Φραντσέσκο Μανακόρντα από διευθυντή του ιδρύματος V-A-C Institution για την ενίσχυση των καλλιτεχνικών σχέσεων με τη Μόσχα. Μία κίνηση, υποτίθεται αλληλεγγύης στην Ουκρανία, που ασκεί όμως έμμεσα λογοκρισία σε όποιον Ρώσο καλλιτέχνη θα ήθελε να δείξει την αντίθεσή του στον πόλεμο.

Οι αποφάσεις και κινήσεις με μόνο κίνητρο την πολιτική σκοπιμότητα και τον εντυπωσιασμό συνεχίζονται. Αποτέλεσμα; Να αποκαλύπτουν, όχι μόνον τη λογική, αλλά και τη γενικότερη γύμνια κι ακαλλιεργησία, την άγνοια αλλά και την καλλιτεχνική κι επιστημονικο-ιστορική μονομέρειά τους. Δεν είναι τυχαίο, που εκτός κάποιων ελαχίστων περιπτώσεων (πχ Ντοστογιέφσκι στην Ιταλία) τα περισσότερα κρούσματα για τέτοιους ιταμούς αποκλεισμούς καταγράφονται σε τομείς των τεχνών της όρχησης, όπου εκεί η έννοια του «βιρτουόζου», του ταλαντούχου που αίρεται πάνω από τον vulgus profanum (χυδαίο όχλο), έχει περιβληθεί με ιερατική τρόπον τινά συθεντία.

Παρά τις νουνεχείς και ψύχραιμες προσπάθειες πολλών μουσικών και ορχηστρικών σχημάτων να υπερασπισθούν το έργο και τη σημασία του και να αποδείξουν τον παραλογισμό  για την προγραφή συνθετών, όπως ο Τσαϊκόφσκι από τα προγράμματα των συναυλιών, είτε η εμφατική προσήλωση στο ιδεώδες ότι η τέχνη ξεπερνά τις εθνικές και πολιτικές διαφορές και τα στερεότυπα, όπως στο ανέβασμα των μπαλέτων του Μπαλανσίν στη Σκάλα, ακόμη συνεχίζουν να εκπλήσσουν οι εμμονές κάποιων να συσχετίζουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία με τα έργα Ρώσων δημιουργών και μάλιστα του παρελθόντος, που σχέση ουδεμία έχουν με την ενεστώσα πολεμική σύρραξη. Έργα που έκπαλαι έχουν πρωτοκολληθεί στους καταλόγους με τα αριστουργήματα και πνευματικά κληροδοτήματα της ανθρωπότητας.

Ο φαρισαϊσμός μάλιστα, όπως πχ των ορχηστρών των παν/μιών Trinity και UCD στην Ιρλανδία να απαλείψουν Ρώσους από το πρόγραμμά τους, ή προηγουμένως και της ορχήστρας του Κάρντιφ τάχα για συμπαράσταση στην Ουκρανία, περιλαμβάνει και συνθέτες που κανονικά η προσωπικότητά τους και το έργο τους προκαλούν δυσθυμία σε όσους στη Ρωσία, παλιότερα και σήμερα, θεωρούν πως δεν συμβαδίζει με τα χρηστά ήθη και τα θέσμια και ιδεώδη της χώρας. Οι δύο ορχήστρες, όπως κι άλλες σε άλλες χώρες, μηδέ της Ελλάδας εξαιρουμένης, σπεύδουν για παράδειγμα να αποκλείσουν τα έργα και τα μπαλέτα που συνέθεσε ο Πιοτρ Τσαϊκόφσκι. Έναν συνθέτη που ο τρόπος ζωής του και η ομοφυλοφιλία του ακόμη και σήμερα στη Ρωσία του ομοφοβικού Βλαντίμιρ Πούτιν προκαλεί αμηχανία, μην πούμε απέχθεια. Το λογικό στην περίπτωση αυτή θα ήταν όλες οι ορχήστρες του κόσμου, προκειμένου να πλήξουν πολιτιστικά και πολιτισμικά την όλο και πιο θρησκόληπτη, συντηρητική, καταπιεστική της διαφορετικότητας και της καινοτομίας, ρωσική κοινωνία υπό τον Πούτιν, όχι να αποβάλουν, αλλά να εντάξουν και να προτάξουν το ρεπερτόριο του Τσαϊκόφσκι. Καλύτερη μομφή κατά της θρησκευτικής, εθνικιστικής και σκοταδιστικής Ρωσίας δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

Επίσης το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με συνθέτες όπως τον Σαστακόβιτς, τον Προκόφιεφ ή τον Χατσατουριάν, που καταδιώχθηκαν ή βρέθηκαν σε δυσμένεια υπό το σταλινικό καθεστώς, ως «φορμαλιστές» (τη βαρύτερη κατηγορία για κάποιον καλλιτέχνη, που έτσι θεωρείτο ή ότι δεν υπηρετούσε τον σκοπό της επανάστασης, ή ότι τον υπέσκαπτε). Ιδίως θα έπρεπε αυτήν την εποχή οι ορχήστρες να εκτελούν έργα του Ντμίτρι Σαστακόβιτς, που για τους ανήξερους, που στέκονται μόλις στο γεγονός ότι συνέθεσε την 7η συμφωνία του για το Στάλινγκραντ, θεωρείται υμνητής του Σταλινικού καθεστώτος. Ενώ στην ουσία, ο Σαστακόβιτς ήταν ένας από τους δημιουργούς που σχεδόν καταδιώχθηκαν, υποβαθμίσθηκαν, γελοιοποιήθηκαν κι απειλήθηκαν από το καθεστώς της ΕΣΣΔ. Ο Σαστακόβιτς γλίτωσε «παρά τρίχα» τα γκουλάγκ ή την εκτέλεση και ζούσε μέσα σε ένα διαρκές κράτος φόβου, με τη βαλίτσα του έτοιμη για τον εκτοπισμό του, με τις αρχές να τον υποπτεύονται διαρκώς, είτε για το ύφος («φορμαλιστικό», άρα μη σοσιαλιστικό) και περιεχόμενο των συνθέσεών του, είτε για την αγάπη του για την εβραϊκή λαϊκή μουσική και τις φιλίες του με «επικίνδυνους» για τον Σταλινισμό διανοούμενους και καλλιτέχνες. Περίφημο έχει μείνει στην ιστορία της μουσικής το επεισόδιο με τον Στάλιν να παρακολουθεί το 1934 το ανέβασμα του «Λαίδη Μάκβεθ της περιφέρειας Μτσένσκοβο» και να φεύγει πριν το τέλος: η πλατεία είδε έναν «κάτωχρο» Σαστακόβιτς να τη χαιρετά μετά την αυλαία, αναμένοντας την καρατόμησή του. Και την άλλη ημέρα ένα άρθρο στην «Πράβδα» με τίτλο «Βόρβορος αντί μουσικής», που λέγεται ότι γράφηκε από το χέρι του ίδιου του Στάλιν, να προειδοποιεί (εάν δεν ανήγγειλε κιόλας) την προγραφή του.

Αλλά και στον χώρο της ποπ μουσικής, όπου συνήθως κι ανάλογα με τη μόδα ημίγυμνες καλλονές τραγουδίστριες και ζάμπλουτοι μαύροι ράπερς αναλαμβάνουν να ευαισθητοποιήσουν, πουλώντας δίσκους και glamour, το κοινό τους για τα κινήματα #metoo και Black Lives Matter, από τα φαντασμαγορικά πλατώ και σκηνές, η χρυσοφόρα μουσική βιομηχανία θα μπορούσε να δώσει κι εκείνη ένα «μάθημα». Αντί να ακυρώνει συναυλίες και να απαγορεύει τις κυκλοφορίες τραγουδιών στη Ρωσία, να αναδείξει σημαντικές φωνές που έχουν σε διάφορες εποχές αντισταθεί πολιτιστικά και πολιτικά στις εκάστοτε εκφάνσεις των κοινωνικών και καθεστωτικών συμβάσεων στη Ρωσία. Κι όχι μόνον, γιατί μορφολογικά ταιριάζει στη δέουσα φαντασμαγορία, να προάγει τον καιροσκοπικό και διαφημιστικό σε πολλά σημεία του ψευδο-ακτιβισμό, που στηρίζεται στο σκάνδαλο, ακτιβισμό των Pussy Riot.

Η παρούσα συγκυρία είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για να αναδειχθεί σε παγκόσμια κλίμακα το μουσικό ταλέντο, η ιδιαίτερη φωνή κι η λυρική στιχουργική ιδιοφυΐα του Βλαντίμιρ Βισότσκι, του μεγαλύτερου και ίσως πιο καταδιωγμένου από το σοβιετικό καθεστώς τραγουδοποιού της χώρας. Ο Ρώσος «Μπομπ Ντίλαν» όπως συνηθίζεται να τον αποκαλούν, ακόμη και σήμερα συνεγείρει με τους συμβολισμούς και τα κρυφά του νοήματα που κατήγγειλαν την καταπίεση εκείνης της εποχής, που πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά υπό άλλη όμως μορφή συνεχίζεται και σήμερα υπό τον Πούτιν. Κομμάτια όπως το «Δε μου αρέσει…» (Я НЕ ЛЮБЛЮ) που αποτελούν ένα «κατηγορώ» της ελεύθερης σκέψης απέναντι στις επιβεβλημένες κι επιτρεπτές συμπεριφορές ή το με επίκαιρη σημασία σήμερα «τόσο τραγικά κυνικό «Πες κι ευχαριστώ, είσαι ζωντανός» (СКАЖИ ЕЩЕ СПАСИБО, ЧТО ЖИВОЙ) θα ήταν τα καλύτερα αντίποινα που ο πολιτισμός θα μπορούσε να αντιτάξει στην πολεμόχαρη μηχανή του Πούτιν, από το να απαγορευθεί κάθε ελευθερόφρων, ακμαία δημιουργική και διεκδικητική φωνή που έχει αναδείξει η Ρωσία σε πείσμα των καταπιέσεων είτε του Τσάρου, είτε του Σταλινισμού ή σήμερα του καθεστώτος Πούτιν.

Δυστυχώς πολλές δυτικές ορχήστρες κι οργανισμοί ή πολιτιστικοί θεσμοί στερούνται γενικής κατάρτισης και παιδείας και είναι εξίσου με άλλα κοινωνικά στρώματα παγιδευμένες σε ανυπόστατα στερεότυπα και μηχανιστικές συμπεριφορές. Εάν ήταν έξυπνες οι δυτικές ορχήστρες και δεν ήταν έρμαια στις αντινομίες του αστικού και οικονομικά εργαλειοποιημένου στερεώματος της μουσικής βιομηχανίας του θεάματος -ακόμη και στην «υψηλή» τέχνη- θα έπρεπε να εντάξουν στο  πρόγραμμά τους ακριβώς εκείνους τους συνθέτες που τα έργα τους θεωρούνταν για καιρό ξένα προς τους ιδεολογικούς σκοπούς του κράτους και την «ψυχοσύνθεση» του λαού, όπως τα εννοεί ο Πούτιν. Για όλα τα καθεστώτα άλλωστε η μουσική πρέπει να αναδίνει αισιοδοξία, να τέρπει και να διασκεδάζει μόνον, να μην προβληματίζει κι εάν πρέπει να αναφέρεται σε κάποια παθήματα, ξώπετσα τότε μόνο οφείλει να τα ακροθίγει κα να «καταδικάζει την αμαρτία κι όχι τον αμαρτωλό». Όπως πχ στα καθ’ ημάς τη ‘μετανάστευση’, είτε η ‘ξενιτιά’ , που ως αφηρημένη έννοια «μυστικοποιείται λογικά» και από κατηγόρημα γίνεται το υποκείμενο. Κι είναι εκείνη που κατατρύχει τον φτωχό βιοπαλαιστή που αναγκάζεται να φύγει κι όχι οι συνθήκες κι οι πρωταίτιοι που παράγουν τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, την αγανάκτηση στην ψυχή του ανθρώπου -όλες εκείνες τις αιτίες που τον ωθούν να πάρει των ομματιών του.

Έτσι και σήμερα, τούτοι οι κοντόφθαλμοι θεσμοί πυροβολούν όχι τον θύτη, αλλά το θύμα γιατί ο πολιτισμός σε καταπιεστικές συνθήκες πάντοτε λειτουργούσε ως μέσο διαφυγής κι εναλλακτικής έκφρασης ακόμη κι εάν ήταν κεκαλυμμένη. Ιδίως στις εποχές τις δικές μας, που για να θυμηθούμε τον ποιητή (Τ. Πατρίκιος και ξαναπιασμένο από τον Μ. Αναγνωστάκη) «γιατί …κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες/ κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα». Είναι λοιπόν, σημαντικό να φωτισθεί η συμβολική μεν, αλλά τόσο καίρια, πτυχή των έργων, να αναδειχθεί η σημασία που έχει ο δημιουργός τους, αντί να παρασιωπηθεί στο όνομα μίας ανούσιας τιμωρίας, που ουσιαστικά βλάπτει το νόημα και την αξία του έργου και του δημιουργού του καθαυτού. Με τέτοιες απαγορεύσεις είναι η κριτική δύναμη και το πνεύμα που χάνει και όχι ο κυρίαρχος που θέλει να καταστρέψει λαούς, ταυτότητες και πολιτισμούς.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

«Η Ευρώπη το σπίτι μας» μένει χωρίς στέγη σε Ισπανία και Πορτογαλία

Τι θα ζυγίσει την ψήφο στις Ευρωεκλογές; Πλημμυρίδα εξώσεων, αύξηση ενοικίων, αντικειμενικών αξιών. Ισπανοί και Πορτογάλοι νιώθουν πως η καθημερινότητα διαψεύδει τις προβλέψεις των Βρυξελλών.

Μπιενάλε: Το Περίπτερο του Ισραήλ κλείνει για τους ομήρους αλλά όχι για τους νεκρούς Παλαιστίνιους

Η γενοκτονία στη Γάζα δεν επιτρέπεται να περνά απαρατήρητη σε ένα παγκόσμιο γεγονός, που υποτίθεται ότι προωθεί τις υψηλές αξίες της ανθρωπότητας.
ΣΥΝΑΦΗ

Δολοφονία στου Ρέντη: Ελεύθεροι οι 7 κατηγορούμενοι

Τον Ερντογάν σουλτάνο αποδομεί ο ΥΠΕΞ του Ισραήλ

Στο πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης και ο Δημήτρης Κουτσούμπας

Τον Ιούνιο η δίκη Κασιδιάρη-Σπαρτιατών για εξαπάτηση εκλογέων

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα