– «Β. τι θα κάνεις με τις διακοπές φέτος;»
– «Δεν έχω άδεια, αλλά ούτως η άλλως θα παραιτηθώ οπότε δεν με νοιάζει».
Η Β. είναι νοσηλεύτρια σε δημόσιο νοσοκομείο και βρεθήκαμε τυχαία ένα βράδυ στην ίδια παρέα στα Εξάρχεια. Καθώς αρκετοί φίλοι από την ευρύτερη παρέα είναι υγειονομικοί, πολλές φορές η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το νοσοκομείο και τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα εκεί. Έχω ακούσει απίθανες ιστορίες για αγρίους, με επεισόδια με ξύλο, απειλές, αστυνομία και νοσηλευτές να τρέχουν να ξεφύγουν από κάποιον θυμωμένο συγγενή. Ακούγονται κάπως διασκεδαστικά στην παρέα, αλλά πιθανολογώ ότι μέσα στη βάρδια δεν θα περνάνε τόσο καλά, ειδικά όταν θα τους φωνάζουν εξαντλημένοι ασθενείς και ανυπόμονοι συνοδοί.
Όταν ακούμε τη λέξη νοσοκομείο, η πρώτη μας σκέψη είναι ο γιατρός. Μετά θα σκεφτούμε τον νοσηλευτή/τρια, και ύστερα τις υπόλοιπες ειδικότητες που απαιτούνται για την εύρωστη λειτουργία του. Στην προκειμένη, μας ενδιαφέρει το επάγγελμα του νοσηλευτή/τριας που είναι η πιο κομβική ειδικότητα όσον αφορά τη φροντίδα ενός ασθενή και την ομαλή λειτουργία ενός νοσοκομείου.
Δυστυχώς, όσο αναγκαίο είναι αυτό το επάγγελμα, άλλο τόσο υποβαθμισμένο είναι. Όλα ξεκινούν με τις σπουδές της Νοσηλευτικής που είναι τετραετούς φοίτησης, ενώ πολλοί πλέον συνεχίζουν με μεταπτυχιακά, ειδικότητες και εξειδικεύσεις. Δεν χρειάζεται να έχεις στο περιβάλλον σου νοσηλευτές για να αναγνωρίσεις πόσο απαιτητική δουλειά είναι, ενώ παράλληλα αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του ΕΣΥ. Έτσι, πολλοί νέοι πριν καν βγουν στην αγορά εργασίας αποφασίζουν να βγάλουν εισιτήριο χωρίς επιστροφή για να αντιμετωπίσουν αξιοπρεπέστερες συνθήκες εργασίας. Οι δημοφιλέστεροι προορισμοί είναι κατά σειρά η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, η Σουηδία, το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ελβετία. Τι γίνεται όμως με εκείνους που αποφασίζουν να δοκιμάσουν την τύχη τους σε ένα νοσοκομείο της Ελλάδας του 2023;
Τον τελευταίο καιρό γίνεται λόγος για νέους αλλά και έμπειρους νοσηλευτές που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν ή να απορρίψουν μόνιμες θέσεις (καλά διαβάσατε!) για να γίνουν σχολικοί νοσηλευτές ή να εκπαιδευτούν πάνω σε διοικητικές θέσεις του νοσοκομείου ή απλά να «την κάνουν» για έξω. Brain drain και ξερό ψωμί! Για παράδειγμα, αφού η Β. μου ανακοίνωσε ότι θα παραιτηθεί, τη ρώτησα αν έχει σκεφτεί κάποια εναλλακτική σε άλλο νοσοκομείο της περιφέρειας.
Εγώ τελείωσα με την Ελλάδα. Έχω μια συνέντευξη τον Σεπτέμβρη με ένα νοσοκομείο στην Ιρλανδία και αν με δεχτούν θα πάω. Διαφορετικά no plan, αγαπημένη!
Θα νόμιζε κανείς ότι μετά το πέρας της τριετίας του κορονοϊού οι συνθήκες εργασίας των υγειονομικών θα αναβαθμίζονταν, ύστερα από τις τρομερές ελλείψεις σε οργανωτικό επίπεδο, ανθρώπινο δυναμικό και υλικούς πόρους που ανέδειξε η πανδημία. Ας δούμε τι καλείται να αντιμετωπίσει ένας νοσηλευτής-τρια σήμερα για να αντιληφθούμε πως πίσω από κάθε πρόβλημα υπάρχει και μια αιτία.
Δεν υπάρχει κλάδος νοσηλευτών
Πρωτίστης σημασίας αποτελεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει νοσηλευτικός κλάδος που θα διευκόλυνε την προάσπιση και προώθηση των δικαιωμάτων του επαγγέλματος και θα ασκούσε πιέσεις στην εκάστοτε κυβέρνηση, κάθε φορά που θα διακυβεύονταν τα δικαιώματα τους για μια αξιοπρεπή εργασία. Ενώ έχει προβλεφθεί η σύσταση του κλάδου εδώ και χρόνια, αυτό δεν φαίνεται να πραγματοποιείται σύντομα αφού εντοπίζονται οργανωτικοί παράγοντες που καθυστερούν την ίδρυση του.
Για να καταλάβουμε σε βάθος το πρόβλημα, θα πρέπει να έχουμε υπόψη τη διάκριση της εκπαίδευσης στην Ελλάδα μεταξύ νοσηλευτών και βοηθών νοσοκόμων. Οι νοσηλευτές που έχουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος είναι εκείνοι που έχουν αποφοιτήσει από ανώτατο εκπαιδευτικό ή τεχνολογικό ίδρυμα (ΠΕ και ΤΕ) και ως βοηθοί νοσοκόμοι ορίζονται οι απόφοιτοι επαγγελματικής σχολής (ΔΕ). Οι πρώτοι επιθυμούν τη δημιουργία δύο διαφορετικών κλάδων όπου ο καθένας θα έχει διαφορετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις εφόσον υπάρχει ετερογενής βαθμός ευθύνης και καταμερισμός εργασίας σύμφωνα με την ΕΝΕ (Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος), ενώ οι δεύτεροι διεκδικούν τη δημιουργία ενός ενιαίου κλάδου.
Η έλλειψη ενός κλάδου νοσηλευτών διαιωνίζει την αβεβαιότητα ως προς τα δικαιώματα εργασίας, τον μισθό, τις ώρες εργασίας και συνεπώς των αδειών και της ασφάλισης. Ας μην ξεχνάμε το γεγονός ότι οι νοσηλευτές δεν ασφαλίζονται υπό το καθεστώς των ΒΑΕ και δεν έχουν ειδικό μισθολόγιο, κοινώς αντιμετωπίζονται ως απλοί δημόσιοι υπάλληλοι, χωρίς συνυπολογίζονται οι επιβεβαρυμμένες συνθήκες εργασίας τους. Με τη δημιουργία του κλάδου, υπάρχει η ελπίδα ότι όλα αυτά θα μπορέσουν να λυθούν σε βάθος χρόνου.
Burnout
Παγκόσμιο φαινόμενο αποτελεί η κατακόρυφη αύξηση των κρουσμάτων του συνδρόμου burnout, της επαγγελματικής εξουθένωσης του υγειονομικού προσωπικού κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ύστερα. Ως επαγγελματική εξουθένωση (burnout) ορίζεται η κατάσταση συναισθηματικής, σωματικής και πνευματικής εξάντλησης στο πλαίσιο της εργασίας, φαινόμενο που εμφανίζεται συχνότερα στις «δυτικού τύπου» κοινωνίες και την Ιαπωνία.
Αυτός θεωρείται ένας από τους σημαντικούς λόγους που οδηγεί τους νοσηλευτές/τριες σε παραίτηση, πρόωρη συνταξιοδότηση ή και αλλαγή του επαγγελματικού τους προσανατολισμού. Η νοσηλευτική ήταν μια ανέκαθεν κουραστική εργασία με πολλές ευθύνες, παρ’ όλα αυτά κατά τη διάρκεια του Covid όλοι οι υγειονομικοί ανεξαιρέτως κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν συνθήκες ιδιαίτερα πιεστικές που είχαν αντίκτυπο στη συναισθηματική τους κατάσταση. Στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της πανδημίας παραιτήθηκαν περίπου 100.000 νοσηλευτές/τριες – συμπεριλαμβανομένων αυτών που συνταξιοδοτήθηκαν- ενώ σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε το NCSBN (National Council of State Boards of Nursing) περίπου 610.00 νοσηλευτές/τριες δήλωσαν ότι έχουν την πρόθεση να αποχωρήσουν για τους ίδιους λόγους με αυτούς που παραιτήθηκαν. Παγκοσμίως, μέχρι το 2030 προβλέπεται ότι θα υπάρξει έλλειψη νοσηλευτρών/τριων που θα αγγίξει τα 13 εκατομμύρια.
Η παρατεταμένη εξάντληση, ο βαρύς φόρτος εργασίας, οι διπλοβάρδιες, τα υποστελεχωμένα νοσοκομεία, η κακή ισορροπία εργασίας/ζωής, οι αυξανόμενες κενές θέσεις νοσηλευτών, η αύξηση της αναλογίας νοσηλευτών/ασθενών, η λεκτική και σωματική επίθεση, ακόμη και τεχνολογίες όπως τα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας, όλα συμβάλλουν στην συναισθηματική τους εξάντληση οδηγώντας χιλιάδες σε παραίτηση.
Υποβάθμιση του επαγγέλματος
Δεν θα έλεγε κανείς ότι ένας γονιός που του ανακοινώνει το παιδί του ότι θα δηλώσει νοσηλευτική στο μηχανογραφικό του, θα χαρεί ιδιαίτερα. Στο συγγενικό μου περιβάλλον έχω παράδειγμα ανθρώπου που όταν εξέφρασε την πρόθεσή του να σπουδάσει το συγκεκριμένο επάγγελμα, προσπάθησαν να το μεταπείσουν επιχειρηματολογώντας πόσο ψυχοφθόρο, κουραστικό και πόσο δύσκολο είναι κανείς να ανταποκριθεί σε οικογενειακές υποχρεώσεις λόγω των κυλιόμενων βαρδιών. Και προφανώς, όταν η ίδια η πολιτεία έχει καταφέρει να υπονομεύσει το επάγγελμα σε τέτοιο βαθμό, γιατί ένας μέσος πολίτης να σκεφτεί διαφορετικά; Ποιος θέλει το παιδί του να δουλεύει διπλοβάρδιες, με χρωστούμενα ρεπό, αργίες, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, λαμβάνοντας σχεδόν τον βασικό;
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αναγνώριση και η αξία του επαγγέλματος του νοσηλευτή είναι κρίσιμης σημασίας για την παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας και την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων και θεραπείας για τους ασθενείς. Πρέπει να γίνουν προσπάθειες για την αναβάθμιση του επαγγέλματος, την αύξηση της αμοιβής, την παροχή επαρκούς υποστήριξης και ευκαιριών ανάπτυξης, καθώς και την αύξηση της κοινωνικής αναγνώρισης του ρόλου των νοσηλευτών. Η πολιτεία οφείλει να δώσει επαρκή κίνητρα για να ωθήσει τους νέους να σπουδάσουν αλλά και να συνεχίσουν το επάγγελμα του νοσηλευτή, διαφορετικά κινδυνεύουμε να ψάχνουμε νοσηλευτές με τα «κιάλια» όπως αποδεικνύουν και τα στατιστικά.
Υποστελέχωση των νοσοκομείων
ΠΟΥ: Η καρδιά των συστημάτων υγείας είναι στο ανθρώπινο δυναμικό της… η επάρκεια σε υγειονομικό προσωπικό σώζει ζωές.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε από τον ΚΕΠΥ τον Μάρτιο του 2023, στην αρχική περίοδο της οικονομικής κρίσης 2009-15 το ΕΣΥ απώλεσε το 20% του νοσοκομειακού προσωπικού (απώλεια 18.869 θέσεων εργασίας, εκ των οποίων το 50% αφορούσε σε θέσεις ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού). Αντίθετα, στη δεύτερη περίοδο της οικονομικής κρίσης 2015-19, το νοσοκομειακό προσωπικό του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 7,4% (5.581 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων το 23% αφορούσε σε θέσεις ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού).
Ύστερα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τη χρονική δηλαδή περίοδο 2019-22, το νοσοκομειακό προσωπικό του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 9,4% (7.223 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων η πλειονότητα αφορούσε σε θέσεις νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού).
Αυτό που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι στον Covid το μόνιμο προσωπικό του ΕΣΥ έμεινε στάσιμο, ενώ οι υγειονομικές ανάγκες καλύφθηκαν με επικουρικό προσωπικό μονοετούς ή διετούς σύμβασης.
Με βάση τα δεδομένα αυτά, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι η στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι να καλύψει το έλλειμμα του νοσοκομειακού προσωπικού που δημιουργήθηκε στην οικονομική κρίση, με προσωρινές λύσεις και όχι να αντιμετωπίσει ριζικά το πρόβλημα της υποστελέχωσης των νοσοκομείων με μόνιμο προσωπικό. Το επικουρικό προσωπικό του ΕΣΥ αλλά και οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου αποτελούν βούτυρο στο ψωμί των κυβερνώντων, αφού μπορούν να ισχυριστούν ότι γίνονται συνέχεια προσλήψεις για να αντιμετωπιστεί η νοσοκομειακή υποστελέχωση.
Εξαιρετική συνάφεια με την υποστελέχωση των νοσοκομείων αποτελεί η έλλειψη οργανωτικών διοικήσεων, που θα είχε ως αποτέλεσμα των καταμερισμό των εκπαιδευμένων σε μια ειδικότητα νοσηλευτών, στα αντίστοιχα τμήματα. Για να δώσω ένα παράδειγμα, ένας νοσηλευτής που έχει πραγματοποιήσει ειδίκευση στην Επείγουσα Νοσηλευτική, μπορεί να μεταφερθεί στο καρδιολογικό τμήμα ενός νοσοκομείου γιατί εκεί υπάρχει κενή θέση! Η υποστελέχωση μαζί με την κακοδιοίκηση συμπαρασύρουν τον νοσηλευτή σε μια αέναη μάχη με τον χρόνο σε κάθε βάρδια.
Τελικά είναι ο νοσηλευτής το «παιδί για όλες τις δουλειές»;
Όταν δεν συγκεντρώνονται όλες οι ειδικότητες που είναι αναγκαίες για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία ενός νοσοκομείου, αυτός που θα αναλάβει τις περισσότερες ευθύνες είναι ο νοσηλευτής/τρια. Θα φροντίσει τον ασθενή, θα τον περιποιηθεί, θα του δώσει τα φάρμακα, θα τον ακούσει, θα καθαρίσει τον χώρο και ο κατάλογος με τις δουλειές δεν τελειώνει. Σύμφωνα με πολλούς νοσηλευτές, δεν υπάρχει σαφές καθηκοντολόγιο. Όπου υπάρχει ανάγκη, θα την καλύψουν οι νοσηλευτές, αφού έχουν την πιο άμεση επαφή με τον ασθενή.
Η αγκαλιά μιας νοσηλεύτριας
Πριν από περίπου μια πενταετία η μητέρα μου διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού που ευτυχώς αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά. Τότε, το ογκολογικό νοσοκομείο «Άγιος Σάββας» είχε γίνει το δεύτερο σπίτι μας, ενόσω περιμέναμε με τις ώρες την εξέταση ενός γιατρού, την παραλαβή εξετάσεων και ένα σωρό διαδικαστικά, αλλά αυτό που θυμάμαι πιο έντονα από τους ανθρώπους που συναναστράφηκα εκεί, είναι μια νοσηλεύτρια από το τμήμα Μαστού.
Σε αυτό το τμήμα καθημερινά παρελαύνουν ορδές γυναικών που κάνουν μαστογραφία, παραλαμβάνουν αποτελέσματα εξετάσεων ή περιμένουν να εξεταστούν από ειδικό γιατρό. Η συγκεκριμένη κυρία είναι υπεύθυνη καθημερινά για το συντονισμό και την οργάνωση των ωφελούμενων, πράγμα εξαιρετικά απαιτητικό, λόγω της πολύωρης αναμονής. Είναι μετρίου αναστήματος, τα μαλλιά της είναι μαζεμένα ψηλά κάθε φορά, και έχει υιοθετήσει ένα μάλλον αυστηρό ύφος για να επιβάλλεται στον χώρο. Σε αυτήν τη νοσηλεύτρια -χρόνια τώρα- θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, γιατί ανάμεσα στον χαμό, όταν βλέπει μια γυναίκα που μόλις έχει λάβει ένα δυσμενές αποτέλεσμα εξέτασης, τότε αφήνει για μερικά λεπτά το αυστηρό της ύφος και προσπαθεί να την ενθαρρύνει μέχρι να την ηρεμήσει, και μετά επιστρέφει σαν μην έγινε τίποτα στο πόστο της.
Πριν από έναν μήνα που χρειάστηκε να επισκεφθώ το τμήμα μαστού, με συμπαρέσυρε σε μια ομαδική αγκαλιά, με μοναδικό σκοπό την παρηγοριά μιας γυναίκας, ενός ανθρώπου που για τους επόμενους μήνες θα πρέπει να δώσει μια μάχη με τον καρκίνο. Αν έπρεπε να φανταστώ έναν ήρωα, τότε επιλέγω εκείνη για να πάρει τη μορφή του. Μια νοσηλεύτρια που για πολλά χρόνια ακόμα θα χρειάζεται να δουλεύει σε εξαντλητικές συνθήκες, αλλά παρόλα αυτά θα βρίσκει ένα λεπτό για να δώσει μια στάλα δύναμης σε έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε ανάγκη.
Γιατί λοιπόν να μην δώσουμε σε αυτούς του εργαζόμενους την ευκαιρία να κάνουν σωστά τη δουλειά τους αντί να λειτουργούν σα μηχανές για να τα φέρουν εις πέρας;