Η χώρα αντιμετωπίζει σωρεία επειγόντων και σοβαρών προβλημάτων. Για να φέρουμε ένα μόνο παράδειγμα, κάθε μέρα διαβάζουμε αποσβολωμένοι ότι κάποιος πέθανε γιατί δεν είχε έρθει το ασθενοφόρο. Διερωτώμαι μήπως η τακτική των ιθυνόντων (και των συστημικών μέσων μαζικής αποβλάκωσης) είναι να μας κάνουν να συνηθίσουμε απλώς και να μη δίνουμε σημασία. Δεν λογαριάζουμε τους θανάτους που δεν μετράμε εξαιτίας ενός καταρρέοντος ΕΣΥ, διαλυόμενου και διαρκώς λεηλατούμενου από τον περίφημο «ιδιωτικό τομέα» (παράδειγμα: έχουμε τους περισσότερους τομογράφους σε όλη την Ευρώπη ανά κάτοικο, αλλά τους λιγότερους ανά δημόσιο νοσοκομείο, και ενίοτε δεν δουλεύουν καν, ώστε η τεράστια ζήτηση να κατευθύνεται στους ιδιώτες εμπόρους υγείας). Αν η κυβέρνηση ήθελε να αντιμετωπίσει αυτό το μείζον εθνικό πρόβλημα θα συγκαλούσε μια ευρύτατη σύσκεψη γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού, ειδικών της υγείας, πολιτικών κομμάτων και κοινωνικών φορέων, θα ζητούσε τις προτάσεις τους, ώστε να καταρτίσει ένα επείγον σχέδιο σωτηρίας του ΕΣΥ (και όχι των ιδιωτικών επιχειρήσεων υγείας).
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα; Εγώ θα έτρεμα αν βρισκόμουν στη θέση της κυβέρνησης με την Αθήνα να είναι μια ωρολογιακή «θερμική βόμβα», χωρίς κανένα σχέδιο δράσης για την άμυνα, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, του πληθυσμού της πρωτεύουσας, σχεδόν του μισού της χώρας, από τους όλο και μεγαλύτερης διάρκειας, όλο και πιο θανατηφόρους καύσωνες, περιλαμβανομένης ιδίως της προστασίας των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού (εργαζόμενοι εκτός κτιρίων, ασθενείς και ηλικιωμένοι, άνθρωποι που δεν έχουν κλιματισμό ή τη δυνατότητα να πληρώσουν μεγάλους λογαριασμούς ρεύματος). Πόσο μάλλον που η Αττική μπορεί να απειληθεί ταυτόχρονα, στο πιο εφιαλτικό σενάριο, από μπλακ άουτ, πυρκαγιές και αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση, όπως έγινε το 2021.
Το 2021 βέβαια λύθηκε αυτό το πρόβλημα γιατί κανείς δεν κάθισε να μετρήσει τους νεκρούς από την ταυτόχρονη παρατεταμένη ζέστη και τον καπνό από τις πυρκαγιές στο Τατόι και τη Βαρυμπόμπη που έπνιξε το Λεκανοπέδιο. Για την ακρίβεια τους μέτρησε ένας, ο καθηγητής Ιωαννίδης, δηλαδή συνέκρινε τον Αύγουστο 2021 με τους συνήθεις Αυγούστους και ανακάλυψε το πλεόνασμα νεκρών. Το είπε μια μέρα στο κανάλι «Κόντρα» ουδείς όμως ενδιαφέρθηκε να ψάξει περαιτέρω και να αναδείξει την υπόθεση, ούτε καν η αντιπολίτευση, που τώρα διερωτάται, και θα διερωτάται για πολύ καιρό ακόμα, κατά τα φαινόμενα, τι της συνέβη στις εκλογές. Δύο χρόνια αργότερα κανείς δεν ασχολείται με ένα θέμα που συνιστά μείζονα απειλή για τη χώρα.
Η όλη υποδομή της χώρας ήταν ανεπαρκής και ανεπαρκώς συντηρούμενη ήδη πριν έρθει η κλιματική κρίση. Τώρα είναι ακόμα περισσότερο. Βέβαια, δεν είναι μόνο η ανεπάρκεια των υποδομών, είναι και η διάλυση του κράτους. Αλλά το κράτος δεν μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματικό με εισαγωγή υπολογιστικών αλγορίθμων. Δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικό κράτος όταν η χώρα ολόκληρη πνίγεται από τις αναθυμιάσεις της διαφθοράς και του εγκλήματος.
Ενώ αυτά και άλλα πολλά συμβαίνουν στη χώρα, ενώ ο Πρωθυπουργός αρχίζει τον περίφημο διάλογο με την Τουρκία, ξαφνικά, μέσα στο κατακαλόκαιρο, η κυβέρνηση αποφάσισε χρησιμοποιώντας πανηγυρικούς τόνους να εισηγηθεί την πλήρη άρση των περιορισμών στο δικαίωμα ψήφου των αποδήμων. Πού άραγε οφείλεται αυτό το ξαφνικό κατεπείγον ενδιαφέρον; Ποια «μύγα» την τσίμπησε; (Βέβαια το πιθανότερο είναι ότι δεν την τσίμπησε καμιά μύγα. Είχε ετοιμάσει το νομοσχέδιο της και ήταν έτοιμη από καιρό, ώστε εκμεταλλευόμενη και το κατακαλόκαιρο και το σοκ που έχει υποστεί η αντιπολίτευση να το περάσει χωρίς πολλά, πολλά). Πολλά λέγονται και για παρασκηνιακές συναλλαγές της κυβέρνησης με κόμματα της αντιπολίτευσης, πλην ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τις πληροφορίες που έρχονται.
Το ενδιαφέρον της Αθήνας για τους ομογενείς
Τίποτα στα έως τώρα πεπραγμένα της κυβέρνησης δεν πείθει για το ενδιαφέρον της για τους ομογενείς. Όλες άλλωστε σχεδόν οι ελληνικές κυβερνήσεις φημίζονται για τα πολύ παχιά λόγια και το ελάχιστο ενδιαφέρον για τους απόδημους Έλληνες. Υπάρχει ένα εργαλείο για τους απόδημους Έλληνες, το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού, που δημιούργησε η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου το 1995 και είναι ο επίσημος σύμβουλος του κράτους για τα θέματά τους. Πρακτικά δε λειτουργεί και η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να λειτουργήσει.
Ο κυριότερος παραγωγικός πόρος της Ελλάδας, οι νέοι επιστήμονες, μεταναστεύουν μαζικά στο εξωτερικό. Δεν υπάρχει κανένα σοβαρό πρόγραμμα για να επαναπατριστούν, όσο αυτό είναι δυνατό.
Πέραν ορισμένων δηλώσεων, δεν είδαμε καμία αποτελεσματική δράση, ανάλογη με τη σημασία του θέματος, για την υπεράσπιση και απελευθέρωση του Δημάρχου Χειμάρρας, δηλαδή για την τύχη του εναπομένοντος ελληνισμού στη γειτονική χώρα, ένα θέμα στρατηγικής σημασίας για τον Ελληνισμό. Ο κ. Μητσοτάκης έσπευσε να δηλώσει το μεγάλο, κατά προτεραιότητα ενδιαφέρον του για τους αποδήμους την ίδια στιγμή ακριβώς που η κυβέρνησή του αγνοεί πλήρως τις δραματικές εκκλήσεις της ελληνικής παροικίας της Βενεζουέλας και κλείνει την ελληνική πρεσβεία στο Καράκας. Από παντού άλλωστε έρχονται διαμαρτυρίες για τη διάλυση, και επί των ημερών της κυβέρνησης αυτής, των ελληνικών σχολείων στο εξωτερικό. Δες ενδεικτικά εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.
Στην πρεμούρα της όχι απλώς να ταχθεί με το ΝΑΤΟ στο Ουκρανικό, αλλά να δείξει ότι είναι «βασιλικότερη του βασιλέως», η ελληνική κυβέρνηση αγνόησε εξάλλου παντελώς τα συμφέροντα της μεγάλης ελληνικής παροικίας στο Ντονμπάς. Να υπογραμμίσουμε ότι η Ουκρανία «εξαφάνισε» με νόμο την ελληνική, όχι όμως και την ταταρική (προστατευόμενη της Τουρκίας) μειονότητα, χωρίς αυτό, όχι να προκαλέσει τις έντονες διαμαρτυρίες της Ελλάδας, αλλού ούτε και να κάμψει στο παραμικρό την αποφασιστικότητα της Αθήνας να υποστηρίξει το Κίεβο, περιλαμβανομένων ακόμα και των Νεοναζί της πολιτοφυλακής Αζόφ που μίλησαν μάλιστα και στην ελληνική Βουλή.
Εξίσου άσχημα είναι τα πράγματα με τον ιστορικό ελληνισμό της Κριμαίας. Οι ελληνικές αρχές, μετά το 2014, πιστές στο δόγμα «πρώτα η Αμερική» αρνούνται να δώσουν ακόμα και βίζα στους Έλληνες της περιοχής για να επισκεφθούν τους συγγενείς τους στην Ελλάδα. Ο λόγος; Δεν αναγνωρίζουν τα χαρτιά τους ως πολιτών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, επειδή δεν αναγνωρίζουν την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία (για την οποία βεβαίως δεν ευθύνονται οι ελληνικής καταγωγής πολίτες της!). Πρόκειται για μια ακόμα απάνθρωπη εκδήλωση φιλο-ΝΑΤΟϊκού πρωταθλητισμού. Γιατί φυσικά μπορεί να βρεθεί μια λύση να έρχονται οι άνθρωποι στην Ελλάδα αν το θέλουν. Δε σημαίνει ασφαλώς αυτό αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας! Σημαίνει αντιμετώπιση ενός ανθρωπιστικού προβλήματος που αφορά τους ομογενείς μας στην Κριμαία και τους συγγενείς τους στην Ελλάδα.
Τι να πούμε εξάλλου για το γεγονός ότι ομογενείς, διαπρεπείς επιστήμονες, ενίοτε και κορυφαίοι από την πρ. ΕΣΣΔ, φυτοζωούν, όσοι επιβιώνουν, έχοντας χάσει, χάρη στα μνημόνια, και την προθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων να τα εφαρμόσουν, τα μικρά, γλίσχρα επιδόματα που τους έδινε το ελληνικό κράτος και που ήταν μια μικρή βέβαια, ζωτικής όμως σημασίας ανάγκη τους; Άλλοι ομογενείς από την πρώην ΕΣΣΔ βρίσκονται, 25 χρόνια μετά τον ερχομό τους στην Ελλάδα σε διοικητική ομηρεία και απειλούνται με απέλαση.
Αν λοιπόν αυτή είναι η κατάσταση και αυτό είναι το εν τοις πράγμασι ενδιαφέρον της Αθήνας για τους απόδημους και τους ομογενείς, γίνεται ακόμα πιο εύλογο το ερώτημα γιατί η κυβέρνηση επείγεται τόσο πολύ και θεωρεί τόσο σημαντική την εξασφάλιση της δυνατότητας σε έναν Ελληνοαμερικανό, Ελληνοαυστραλό ή Ελληνονεοζηλανδό τρίτης γενεάς, να ψηφίζει στην Ελλάδα, ακόμα και αν ενδεχομένως δεν έχει πατήσει ποτέ το πόδι του στη χώρα, ή δεν έχει εκπληρώσει την υποχρέωση της στρατιωτικής θητείας που οφείλουν όλοι οι Έλληνες άρρενες πολίτες; Και είναι εν τέλει σωστό να έχουν πλήρη εκλογικά δικαιώματα αυτοί οι άνθρωποι, όσο τουλάχιστον δεν κατοικούν και δεν έχουν πραγματικούς δεσμούς με την Ελλάδα; Τι επιδιώκεται με αυτή τη ρύθμιση; Μια πρώτη απάντηση στο επόμενο άρθρο μας.