Χώρα: Πακιστάν-Περιοχή: Καράτσι-Γειτονιά: Ρέρι Γκόθ-Τοποθεσία: Μονόχωρη, με ημι-μπετόν καλύβα-Κεντρικός ήρωας: Η Χακού-Οικογενειακή κατάσταση: Παντρεμένη σχεδόν 40 χρόνια με 3 ενήλικα παιδιά-Θέμα: Η επιβίωση της οικογένειας της Χακού με μόνο σύμμαχο την ίδια και το ψάρεμα.
Η Χακού, περίπου 60 ετών, είναι η μόνη γυναίκα στην κοινότητα του Ρέρι Γκοθ (43.000 κάτοικοι) που ψαρεύει από την παιδική της ηλικία. Πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος, πακετάρει τον εξοπλισμό της (σκοινί, δίχτυα ψαρέματος, βάρη για τον βυθό, δόλωμα) και κατευθύνεται προς το λιμάνι. Πριν λίγα χρόνια, το ψάρεμα για αυτήν γινόταν με τη βοήθεια μιας βάρκας, που της είχε κατασκευάσει ο σύζυγός της Ουμάρ, τώρα όμως που χάλασε, την πούλησαν για 385 δολάρια και τη θέση της έχει πάρει μια πιο μικρή αλλά και επικίνδυνη για τη σωματική της ακεραιότητα βάρκα, κατασκευασμένη με πιο φθηνά υλικά.
«Έφτιαξε μια πιο ελαφριά βάρκα, που μπορώ να τη μεταφέρω πιο εύκολα» θα πει η Χακού, με τον Ουρμάν να τονίζει «Αλλά αυτή η νέα βάρκα είναι πιο αναξιόπιστη. Αν υπάρξει ισχυρή ριπή ανέμου, θα ανατραπεί. Είναι επικίνδυνο να μπεις στον ωκεανό με αυτή τη βάρκα. Επίσης, δεν μπορείς να κανονίσεις το φαγητό μέσα σε αυτή, δεν μπορείς να κοιμηθείς, μετά βίας δεν μπορείς να καθίσεις».
(Τι άλλο μπορεί να κάνει όμως η οικογένεια για να επιβιώσει; Ειδικά τα τελευταία χρόνια που ο Ουρμάν λόγω υγείας δεν μπορεί να δουλέψει και όταν το αλεύρι μέσα σε ένα χρόνο από 0,46 δολάρια κοστίζει πλέον 0,85; Όταν οι πατάτες, τα κρεμμύδια, οι κολοκύθες και οι ντομάτες μέσα σε ένα χρόνο έχουν φτάσει τη διπλάσια τιμή σε σχέση με πέρυσι; Όταν το γάλα πέρυσι κόστιζε 0,40 δολάρια και φέτος κοστίζει 0,70;).
«Όλα εξαρτώνται από τη θάλασσα, πόσα μπορούμε να πιάσουμε» θα πει η Χακού…
Από το Πακιστάν, στο Καράτσι, στο Ρέρι Γκοθ
Το Καράτσι (η πόλη που περιλαμβάνει το Ρέρι Γκοθ) είναι η πρωτεύουσα της πακιστανικής επαρχίας Σιντ (νότιο Πακιστάν). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πόλη και το κύριο λιμάνι της χώρας (το λιμάνι του Καράτσι και το Πορτ Μπιν Κασίμ), ενώ αποτελεί το σημαντικό εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο του Πακιστάν. Επιπλέον, η μεγάλη αυτή πόλη διαθέτει και το πιο πολυσύχναστο αεροδρόμιο του Πακιστάν. Αν και η περιοχή του Καράτσι κατοικείται εδώ και χιλιετίες, ιδρύθηκε επίσημα ως μικρό ψαροχώρι το 1729, με την ονομασία Καράτσι-Τζο-Γκοθ, που σήμαινε «το χωριό Καλάτσι» (το Καλάτσι ήταν το όνομα ενός παλιού αρχηγού του οικισμού).
Το Καράτσι είναι χτισμένο σε παράκτιες πεδιάδες με διάσπαρτες βραχώδεις εκβολές, λόφους και παράκτιες ελώδεις εκτάσεις. Παράκτια, επίσης, δάση μαγκρόβων1 αναπτύσσονται στα υφάλμυρα νερά γύρω από το λιμάνι του Καράτσι και πιο νοτιοανατολικά προς το εκτεταμένο Δέλτα του ποταμού Ινδού. Πρόκειται για την καρδιά της πακιστανικής οικονομίας καθώς και η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη πόλη στον κόσμο μετά τη Σαγκάη, καθώς το 2018 εκτιμάται ότι στην πόλη οι κάτοικοι έφταναν τους 15.400.000.
Το Καράτσι, όπως και ολόκληρη η χώρα, κατακτήθηκε από τους Βρετανούς αποικιοκράτες στα μέσα του 18ου αιώνα και όπως είναι φυσικό η περιοχή είναι σχεδιασμένη σε σχέδιο σκακιέρας, παρουσιάζοντας έντονα ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.
Με τη δημιουργία του Πακιστάν στις 14 Αυγούστου 1947 (που γιορτάζεται κάθε χρόνο ως Ημέρα της Ανεξαρτησίας από τη βρετανική κυριαρχία) το Καράτσι έγινε το κορυφαίο λιμάνι της νέας χώρας, αλλά και κέντρο βιομηχανίας, επιχειρήσεων και διοίκησης.
Τα υφάσματα και τα υποδήματα είναι τα κύρια προϊόντα που κατασκευάζονται και μετά ακολουθούν τα μεταλλικά προϊόντα, τα τρόφιμα, τα ποτά, το χαρτί, το ξύλο, τα έπιπλα, μηχανήματα, το πετρέλαιο, το δέρμα και τα ηλεκτρικά είδη. Στο Καράτσι παράγονται επιπλέον, χειροποίητα υφάσματα, δαντέλες, χαλιά, είδη από ορείχαλκο και μέταλλο καμπάνας, αγγεία, δερμάτινα είδη, κεντήματα χρυσού και ασημιού. Τέλος, το Καράτσι διαχειρίζεται ολόκληρο το θαλάσσιο εμπόριο του Πακιστάν και του κλειστού Αφγανιστάν.
Γυναίκες: Τα χειρότερα θύματα της φτώχειας
Οι άνθρωποι στο Ρέρι Γκοθ, μια από τις γειτονιές στο Καράτσι, ζουν σε συνθήκες φτώχειας, στερούμενοι ορισμένες από τις βασικές ανάγκες και ανέσεις. Ωστόσο, οι γυναίκες και τα παιδιά είναι τα χειρότερα θύματα της φτώχειας. Για τις γυναίκες, η εμπειρία της φτώχειας είναι πιο έντονη και διαδεδομένη λόγω της ανισότητας των δυο φύλων που επικρατεί. Αν και παραδοσιακά, οι σύζυγοι αναμένεται να παρέχουν την οικονομική και υλική υποστήριξη στην οικογένεια, οι γυναίκες στα χαμηλότερα στρώματα πρέπει να εργαστούν για την απόλυτη επιβίωση των οικογενειών τους.
Γυναίκες εργαζόμενες με απίστευτα χαμηλό εισόδημα αναγκάζονται να κάνουν διπλά καθήκοντα- από τη μια η συντήρηση του σπιτιού και οι οικογενειακές ευθύνες και από την άλλη η εργασία τους. Για να επιβιώσουν λοιπόν, από όλους αυτούς τους στρεσογόνους παράγοντες πρέπει να αναπτύξουν τεράστια εσωτερική δύναμη.
Οι γυναίκες στα κατώτερα στρώματα λοιπόν, βιώνουν τη φτώχεια όχι μόνο ως προς τα χρήματα και την έλλειψη βασικών ανέσεων αλλά και ως προς την ποιότητα και τον χρόνο που έχουν στη διάθεσή τους. Έτσι, εκτός από τις συνθήκες της φτώχειας που αντιμετωπίζουν, προσπαθούν παράλληλα να διαθέσουν πρώτα τα διαθέσιμα πράγματα σε άλλους και ό,τι έχει απομένει σε αυτές. Με λίγα λόγια το άγχος που βιώνουν οι γυναίκες είναι υψηλότερο από αυτό των ανδρών.
Το ψάρεμα ως όπλο επιβίωσης
Η αλιεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση του εθνικού εισοδήματος της χώρας. Ο τομέας αυτός στην περιοχή Ρέρι Γκοθ παρέχει απασχόληση σε 300.000 ψαράδες. Πρόκειται για κληρονομικό επάγγελμα, καθώς οι φτωχές οικογένειες εξαρτώνται από τη θάλασσα για τον βιοπορισμό τους.
Έτσι λοιπόν, ένα από τα πολλά αλλά και κύριο επάγγελμα που κάνουν οι γυναίκες -εκτός από τις δουλειές του σπιτιού- για να βγάλουν τα προς το ζην είναι το ψάρεμα (σύμφωνα με τις διεθνείς στατιστικές το 80% των γυναικών ασχολούνται με δουλειές που αφορούν την αλιεία). Οι δουλειές πολλές: Ψαρεύουν, βγαίνουν στα ανοιχτά με τις βάρκες, ξεφλουδίζουν και στέγνωναν τα ψάρια, πλέκουν τα δίχτυα2.
Κάτω από άθλιες και πολύωρες συνθήκες, οι γυναίκες αγωνίζονται σκληρά για να παρέχουν τα βασικά στις οικογένειές τους, με αποτέλεσμα εκτός του άγχους που αναφέρθηκε παραπάνω, να αντιμετωπίζουν και σωματικά προβλήματα, όπως μυοσκελετικά, δερματικά, πονοκεφάλους. Ωστόσο, οι κόρες αυτών των γυναικών, ακόμα και σήμερα, μαθαίνουν από μικρά παιδιά τη δουλειά του ψαρέματος (περνάει από γενιά σε γενιά), παγιδευμένες στον ίδιο φαύλο κύκλο της φτώχειας και της στέρησης (Nasreen Aslam Shah, Women Working In Fisheries At Ibrahim Hydri, Rehri Goth And Arkanabad, 214).
Η Χακού παλεύει μόνη της
Μια από αυτές τις γυναίκες είναι και το κεντρικό μας πρόσωπο η Χακού. Την τέχνη του ψαρέματος την έμαθε από τον πατέρα της, όταν ήταν ακόμα μικρό κορίτσι, ο οποίος όχι μόνο την ενθάρρυνε αλλά και τον συνόδευε στα μικρά του ταξίδια με το καΐκι.
«Πριν από το γάμο μου, ο πατέρας μου έδωσε εντολή στον Ουμάρ, να μην με εμποδίσει ποτέ να κάνω αυτό που αγαπούσα, το ψάρεμα», θα πει η Χακού. «Και ποτέ δεν το έκανα», παρεμβαίνει ο Ουμάρ.
Τα χρόνια όμως πέρασαν και οι δυσκολίες αυξήθηκαν, καθώς η Χακού δεν είναι πλέον το μικρό κορίτσι, ούτε έχει τις ίδιες αντοχές. «Γερνάω, κουράζομαι», τονίζει η Χακού. Πρόσφατα, επισκέφτηκε δύο γιατρούς, οι οποίοι της είπαν, ότι η αρτηριακή της πίεση ήταν υψηλή λόγω του στρες.
«Είναι λόγω όλων των εξόδων, της οικονομικής επιβάρυνσης» διαπιστώνει και μόνη της. «Δουλεύει πολύ σκληρά» θα πει ο Ουμάρ, ο οποίος λόγω προβλημάτων στα νεφρά του, δεν μπορεί να βοηθήσει την Χακού. «Πριν από δεκαπέντε χρόνια, άρχισα να αντιμετωπίζω επιπλοκές στην υγεία μου. Δεν μπορώ να κρατήσω ούτε ένα μολύβι πια. Τα χέρια μου τρέμουν».
«Όλα πιο ακριβά»
-Το αλεύρι ολικής αλέσεως (ή αλλιώς atta) που χρησιμοποιούν για την παρασκευή ψωμιού κοστίζει 241 ρουπίες (0,85 δολάρια) τα δύο κιλά, ενώ πέρυσι κόστιζε 132 ρουπίες (0,46 δολάρια).
-Το γάλα είναι το δεύτερο μεγαλύτερο κόστος μετά το αλεύρι. Ένα λίτρο γάλα, το οποίο πίνουν καθημερινά, κοστίζει 200 ρουπίες (0,70 δολάρια), από 120 ρουπίες (0,40 δολάρια) που κόστιζε πέρυσι.
-Η οικογένεια πίνει δύο φλιτζάνια τσάι την ημέρα. Ένα κουτί τσάι, που διαρκεί περίπου δύο ημέρες, κοστίζει 180 ρουπίες (0,60 δολάρια), σε σύγκριση με 113 ρουπίες (0,40 δολάρια) πέρυσι.
-Τα ψάρια (που ψωνίζουν κάθε τόσο, εκτός από τα δικά τους που πιάνουν μέσω του ψαρέματος) κοστίζουν 500 ρουπίες (1,76) το κιλό.
-Τα ξύλα κοστίζουν 100.000 ρουπίες (350 δολάρια), ενώ πέρυσι δεν κόστιζα τίποτα.
-Το σαπούνι κοστίζει 130 ρουπίες (0,46 δολάρια), ενώ πέρυσι ήταν κάτω από 100 ρουπίες (0,35 δολάρια).
-Το σχοινί ψαρέματος (απαραίτητο εργαλείο για την εργασία της) κοστίζει 1.200 ρουπίες (4 δολάρια), όταν πέρυσι κόστιζε 700 ρουπίες (2 δολάρια).
-Το πιο ακριβό αντικείμενο είναι το δόλωμα, το οποίο η Χακού παίρνει από έναν κρεοπώλη δύο φορές την εβδομάδα, με κόστος 1.000 ρουπίες (3,50 δολάρια).
«Μερικές φορές, ο καταστηματάρχης μας δίνει δάνειο. Άλλες φορές όμως όχι», τονίζει η Χακού και συνεχίζει «Όταν μεγάλωνα στο Κετί Μπαντάρ, συνηθίζαμε να πίνουμε φρέσκο βουβαλίσιο γάλα κάθε μέρα. Τρώγαμε τα καλύτερα ψάρια, το βούτυρο ήταν φρέσκο. Τώρα, τίποτα δεν είναι φρέσκο στην πόλη, γι’ αυτό αντιμετωπίζουμε όλα αυτά τα προβλήματα υγείας».
«Το νερό τώρα δεν είναι καθαρό»
Με τα χρόνια τα πράγματα γίνονται χειρότερα, η ποσότητα της θαλάσσιας ζωής έχει μαραζώσει, καθώς εργοστάσια και αγροκτήματα έχουν ξεφυτρώσει κατά μήκος της ακτογραμμής, ρίχνοντας βιομηχανικά και βιολογικά απόβλητα μέσα στο νερό. Πολλά είδη ψαριών που κάποτε ήταν άφθονα σε αυτά τα νερά έχουν μειωθεί ή εξαφανιστεί εντελώς.
«Ο ρόλος των γυναικών στο ψάρεμα τερματίστηκε απότομα όταν το ψάρεμα εμπορευματοποιήθηκε το 1979 και οι συνθήκες διαβίωσης των ψαράδων επιδεινώθηκαν», δήλωσε ο πρόεδρος του Πακιστανικού Fisherfolk Forum, Μοχάμεντ Άλι Σαχ.
Ο ίδιος (μίλησε στο tribune.com.pk) πιστεύει, ότι η κυβέρνηση πρέπει να βοηθήσει να σωθούν οι ψαράδες της χώρας. «Η αλιευτική κοινότητα παραμελείται και περιθωριοποιείται από το κράτος και τίποτα δεν έχει γίνει για την ευημερία ή την επιβίωσή της». Πρότεινε επίσης, ότι το Ρέρι Γκοθ θα πρέπει να αναπτυχθεί σύμφωνα με το πρότυπο του Καράτσι και ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να εισαγάγει πακέτα ανάπτυξης αλιέων καθώς τα κονδύλια που διατίθενται επί του παρόντος στην περιοχή είναι ανεπαρκή και συχνά γεμίζουν μόνο τις τσέπες διεφθαρμένων πολιτικών.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι για έναν πληθυσμό 60.000 ατόμων του Ρέρι Γκοθ, δεν υπάρχουν κρατικά νοσοκομεία, σχολεία ή κολέγια. Οι κάτοικοι ζουν χωρίς βασικές εγκαταστάσεις όπως ρεύμα, πόσιμο νερό και συστήματα φυσικού αερίου και αποχέτευσης.
«Τα λύματα πέφτουν στη θάλασσα και καταστρέφουν τα μαγκρόβια οικοσυστήματα».
«Συζητήσαμε αυτό το σχέδιο με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αλλά κανείς δεν ξέρει πότε θα εφαρμοστεί. Η Metropolitan Corporation του Καράτσι και οι ιδιωτικές βιομηχανίες μπορούν επίσης να παίξουν τον ρόλο τους, αλλά κανείς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για αυτήν την περιοχή».
Επισημάνσεις:
1) Τα Μαγκρόβια δάση αποτελούνται από μικρά ξυλώδη δέντρα, ανθεκτικά στο αλάτι και απαντώνται στις αβαθείς παραλίες περιοχών με τροπικά και υποτροπικά κλίματα. Σε αυτό το περιβάλλον ζει μια πλούσια πανίδα, που σε μεγάλο βαθμό είναι αμφίβια (καβούρια, ψάρια, έντομα). Η 26η Ιουλίου έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO ως Διεθνή Μέρα για την προστασία των Μαγκρόβιων Οικοσυστημάτων, αφού κινδυνεύουν με εξαφάνιση λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας.
2) Διεθνείς έρευνες έχουν δείξει, ότι στις χώρες του τρίτου κόσμου η οικονομική συμμετοχή των γυναικών δεν τονίζεται σε αντίθεση με τους άνδρες. Ο ρόλος των γυναικών στις αλιευτικές εργασίες παραμένει διεθνώς κρυφός αν και χωρίς τη συμμετοχή των γυναικών, οι άνδρες δεν θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν μόνοι τους με την αλιεία.
Πληροφορίες από το aljazeera.com.
Διαβάστε επίσης: