ΑΘΗΝΑ
22:50
|
05.05.2024
Αν υπάρχει κάτι που ενώνει τις τελείες, θα το έψαχνα περίπου σε αυτό: το τέλος της υπόσχεσης του μοντέρνου.
Disiecta membra #1
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η θετική μου παιδεία, η πρώτη δέσμη, θετική κατεύθυνση ή όπως αλλιώς λέγεται κατά καιρούς στο εκπαιδευτικό μας σύστημα με φύλαξε από το να διδαχτώ λατινικά. Δεν με γλίτωσε από τα αρχαία αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Τα λατινικά μου λοιπόν είναι αυτά του ανθρώπου που διάβαζε Αστερίξ και μετά «Το όνομα του Ρόδου».

Όταν έφτιαχνα τη μικρού μήκους Cargo, αυτό που υπήρξε η τελική μορφή ενός πρότζεκτ από τις μέρες του λοκντάουν, στις πρόβες αναζητούσα τη φράση που σήμερα δίνει τον τίτλο σε αυτήν τη στήλη. Τη θυμόμουν στο περίπου, από τις διάφορες αναγνώσεις μου στο «Όνομα του Ρόδου». Όχι ότι αν έβρισκα την ακριβή φράση θα άλλαζε τίποτα, εκτός ίσως από το ότι θα είχα την κάλυψη μιας αυθεντίας στη δυσπιστία που προκαλούσε η αποσπασματικότητα των εικόνων μου. Κάποτε την βρήκα, αφού είχαν ήδη γίνει τα γυρίσματα, το μοντάζ, το ποστ και τελικά η πρεμιέρα. Νομίζω την φωτογράφισα με το κινητό -τη φράση-  έτσι που να φαίνεται ο αριθμός σελίδας και να την έχω πρόχειρη και τώρα πάλι, δεν τη βρίσκω. Ίσως ήταν κάτι κοντά σε αυτό που περιγράφει ο Άντσο, όταν χρόνια μετά την καταστροφή περιπλανιέται στο γεμάτο ερείπια οροπέδια και μαζεύει στον σάκο του αποκαΐδια περγαμηνών: «σχηματίστηκε μπροστά μου μια ελάσσων βιβλιοθήκη, σημείο της μεγαλύτερης που χάθηκε, μια βιβλιοθήκη φτιαγμένη από χωρία, αποσπάσματα, ημιτελείς φράσεις, ακρωτηριασμένα βιβλία». Η φράση ωστόσο που έψαχνα δεν ήταν αυτή, θυμάμαι ότι περιελάμβανε τις λατινικές λέξεις «disiecta membra», ίσως αναφέρεται στο κεφάλαιο με τις λειψανοθήκες του μοναστηριού, δεν θυμάμαι και έχει μικρή σημασία, εξάλλου δεν έχει εφευρεθεί ακόμα το ctrl+f για τυπωμένα σε χαρτί κείμενα. Σίγουρα αφορά και την οπτική του συγγραφέα, τη διακυρηγμένη πίστη του στην αλήθεια των σημείων, σε αντιδιαστολή με τις καθολικές αλήθειες των μεγάλων αφηγήσεων.

Στο Cargo, η τύπισσα – ο ομώνυμος χαρακτήρας του έργου – ζούσε στη διάρκεια ενός απροσδιόριστου εγκλεισμού ανάμεσα σε σπαράγματα αναμνήσεων, αποθηκευμένα στα μαγνητικά πεδία από κασέτες και σκληρούς δίσκους, μέσα σε μια «βιβλιοθήκη του μερικού», προσπαθώντας να ανασυνθέσει ένα κόσμο μέσα από αποσπάσματα που δεν έφεραν νόημα περισσότερο από την ίδια τη μορφή τους. Μια συνθήκη μάλλον αποϋλοποιημένη, όπως μοιάζουν σε αυξανόμενο βαθμό και οι δικές μας υπάρξεις, όλο και περισσότερο ψηφιακές. Από την άλλη και το υλικό των αναμνήσεων δεν είναι παρά ηλεκτρικά και ηλεκτρομαγνητικά σήματα, είτε μέσα σε ανθρώπινα σώματα είτε σε ψηφιακά μέσα.

Οι δυο αυτές λέξεις επανήλθαν στη μνήμη μου πρόσφατα, όταν απομόνωσα μεσοτοιχίες από τραβηγμένες με τηλεφακό όψεις της Αθήνας. Οι μπεζ μεσοτοιχίες και πίσω όψεις των πολυκατοικιών μου θύμισαν σκισμένα, μισοκαμμένα χαρτιά, τα κομμάτια από βιβλία και αποκαΐδια περγαμηνής που περιλαμβάνουν μια φράση, κομμάτι αφήγησης όπως αυτή του βιβλίου. Ήταν και οι ίδιες θραύσματα εικόνων, κάθε παράθυρο η πιθανή αρχή μιας ιστορίας. Ανέσυρα τότε ένα κείμενο που είχα γράψει παλιότερα, με άλλες αφορμές, και το «Disiecta Membra» έγινε ο τίτλος του επόμενου pet-project μου που ίσως σε μήνες ή χρόνο θα είναι εικόνες μπροστά στον φακό και αργότερα σε κάποια οθόνη.

Βρήκα επίσης ότι είναι ένας πολύ ταιριαστός τίτλος για μια στήλη που γράφεται μπροστά στο μηχάνημα με τους χίλιους περισπασμούς και αποσπάσεις, το ίδιο μηχάνημα στο οποίο μπορώ να φτιάξω εικόνες ή να γράψω σενάριο ή να μιλήσω με φίλους. Το «Όνομα του Ρόδου» είναι ένα ανάμεσα στα κολλήματά μου, εδώ και καιρό έχω θελήσει να γράψω ένα μεγάλο κομμάτι για αυτό αλλά δεν το έχω κάνει ακόμα. Είναι επίσης ένα κόλημμα του οποίου όποια άκρη και αν τραβήξω φαίνεται να συγκλίνει κάπου, στο ίδιο σημείο. Το βιβλίο, ανάμεσα σε πολλά άλλα θα έλεγα ότι είναι μια μεταμοντέρνα σύνοψη του μοντερνισμού, ή μια μεταμοντέρνα αναδρομή στη γέννηση του μοντερνισμού και αν υπάρχει κάτι που ενώνει τις τελείες ανάμεσα στις εμμονές, τις εμπνεύσεις και τα ενδιαφέροντά μου, θα το έψαχνα περίπου σε αυτό: το τέλος της υπόσχεσης του μοντέρνου.

Και κάπου εδώ ξαναγυρίζουμε στο λοκντάουν, όπου ήταν και η αρχή εκείνης της διαδικασίας που έφτιαξε το Cargo. Ο κόσμος που εγκαινίασε αναθεωρεί βεβαιότητες δεκαετιών για την αντοχή των ελευθεριών μας, την ισότητα, την αξία της ανθρώπινης ζωής. Όχι λόγω του λοκντάουν βέβαια, ο Ουελμπέκ υπάρχει ήδη χρόνια πριν, και κατα τη δική μου θεώρηση έχει να κάνει με μια συνολική χρεοκοπία της υπόσχεσης του μοντερνισμού.

Μου φαίνεται συνεπές ότι μια στήλη που θα γράφω θα λέγεται έτσι, μια προσπάθεια συγκρότησης, ενοποίησης πολλών διαφορετικών ερεθισμάτων, εμμονών.

«Δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω», είπε ο Χ (για να μην σποϊλάρω), «η περηφάνεια σου σε ωθεί να μου δείξεις ότι ακολουθώντας τη λογική σου έφτασες σε εμένα, όμως μου δείχνεις ότι έφτασες εδώ ακολουθώντας μια λανθασμένη λογική. Τι προσπαθείς να μου πεις;»

«Σε εσένα τίποτα. Είμαι ασυνάρτητος, αυτό είναι όλο. Μα δεν πειράζει. Είμαι εδώ».

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Πέθανε ο Αντώνης Τουρκογιώργης στα 73 του χρόνια

Ιουλιανό και Γρηγοριανό ημερολόγιο: Μια ιστορία, δύο φορές… Πάσχα

Οι ψηφοφόροι του Παναμά θα εκλέξουν νέο πρόεδρο

Νεκρή ανασύρθηκε η γυναίκα που έπεσε με αυτοκίνητο στο λιμάνι της Πάτρας

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα