ΑΘΗΝΑ
17:41
|
30.04.2024
«Καμία μόνη Ελενίτσα μου, καμία μόνη».
Φόβος
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Την καλημέρα μου σε όλες τις απελπιστικά αγανακτισμένες υπάρξεις,

Κλάμα. Ξύπνησε σαν από κακό όνειρο στις πέντε τα χαράματα, την πρώτη του Απρίλη. Για κάποιον λόγο τη μισούσε αυτή τη μέρα από παιδί. Έμοιαζε από πάντα με κακό ανέκδοτο. Το μωρό συνέχισε να κλαίει. Της ήταν δύσκολο να σηκωθεί σ’ αυτή την κατάσταση. Πήρε όση φόρα μπορούσε κι έριξε όλο το βάρος του σώματός της στην αριστερή της πλευρά. Κατάφερε να γυρίσει. Κατέβασε πρώτα το δεξί πόδι και μετά το αριστερό. Κατάφερε να κάτσει στον κώλο της. Έβαλε το δεξί της χέρι στην κοιλιά. Η μικρή κλωτσούσε.

Πήγε να ελέγξει γιατί κλαίει η μεγάλη. «Γιατί κλαις Ελενίτσα μου;», τη ρώτησε. «Βαβάμαι μαμά», είπε το παιδί. «Τι φοβάσαι Ελενίτσα μου;», έκανε εκείνη κι άναψε τα φώτα. «Τέλας μαμά, πιπί». Είχε κατουρήσει το κρεβάτι της. «Δεν είναι κανείς κάτω απ’ το κρεβάτι σου αγάπη μου, να δες», είπε και σήκωσε την άκρη της κουβέρτας. Η Ελενίτσα τώρα κοιτούσε την ντουλάπα. «Ούτε εδώ είναι κανείς, να δες». Άνοιξε τα φύλλα.

Πλησίασε, τη χάιδεψε, την ηρέμησε, τη σήκωσε, την έπλυνε. Ξέστρωσε τα σεντόνια. Καθάρισε το στρώμα και το έβγαλε στο μπαλκόνι. Έβαλε πλυντήριο. Έβαλε το παιδί στο δικό της το κρεβάτι και ξάπλωσε δίπλα του, μέχρι να το πάρει ο ύπνος. Έφτιαξε πρωινό. Πήγε την μεγάλη στον παιδικό. Γύρισε σπίτι. Σκούπισε, σφουγγάρισε, συμμάζεψε, δίπλωσε τα πλυμένα ρούχα κι έβαλε κι άλλο πλυντήριο. Πήγε στο οδοντιατρείο. Δούλευε, ως γραμματέας, «μόνο τέσσερεις ώρες λόγω προχωρημένης εγκυμοσύνης», όπως της είχε πει ο γιατρός. Λες και της έκανε χάρη. Σχόλασε στις πέντε το απόγευμα, γιατί είχε έρθει «έκτακτο οδοντιατρικό περιστατικό». Μέχρι να φτάσει σπίτι πήγε έξι.

Ξεφόρτωσε τα πράγματα της δουλειάς και πήγε να πάρει το παιδί απ’ τον παιδικό. Η ώρα είχε πάει εφτά παρά τέταρτο. Είχε αργήσει για έκτη συνεχόμενη φορά, όπως της επεσήμανε με αυστηρό τόνο η νηπιαγωγός. «Θα σας παρακαλούσα να είστε πιο συνεπής. Καταλαβαίνω τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια γυναίκα μόνη, αλλά και η υπομονή έχει τα όριά της». Την κοίταξε και δεν είπε κουβέντα, από φόβο κι από ανάγκη. Γενικά όταν έμενε σιωπηλή, ήταν πάντα από φόβο ή από ανάγκη. Είχε παρατηρήσει πως κι η Ελενίτσα είχε κληρονομήσει αυτό το χούι. Πήρε το παιδί και γύρισε σπίτι. Έβαλε να φάνε. Άπλωσε το πλυντήριο που είχε βάλει, έπλυνε τα πιάτα, έκατσε να παίξει λίγο μαζί της. Μετά σηκώθηκε, τακτοποίησε κάποια απ’ τα πράγματα που είχαν μείνει μέσ’ στις σακούλες του σούπερ μάρκετ και έπιασε να συναρμολογεί την κούνια της μικρής. Έκανε μπάνιο την μεγάλη και την έβαλε για ύπνο. Έπιασε να σιδερώνει.

Στις 23.36 και αφού είχε συμπληρώσει τις αιτήσεις για το επίδομα στέγασης, της ήρθε ειδοποίηση ενός tweet. «Άγιοι Ανάργυροι: Άνδρας μαχαίρωσε την πρώην σύντροφό του έξω από αστυνομικό τμήμα». Έμεινε να κοιτάει το κινητό της. Οκτώ λεπτά αργότερα. «Νεκρή η γυναίκα που μαχαιρώθηκε από τον πρώην σύντροφό της». Τρεισήμισι λεπτά μετά η Ελενίτσα είχε κατουρήσει πάλι στον ύπνο της. Αυτή την φορά δεν μπορούσε να της πει πως το τέρας δεν κρύβεται κάτω απ’ το κρεβάτι, πίσω απ’ την πόρτα, στις σκιές του δρόμου, στη ντουλάπα, στα σκοτεινά στενά της Βικτώριας, πως δεν το χει δει και πως δεν είναι αλήθεια.

«Καμία μόνη Ελενίτσα μου, καμία μόνη».

Από την εμπόλεμη Αθήνα,

Για το Κοσμοδρόμιο,

Η Γειτόνισσα.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Διαθέσιμη η τηλεφωνική γραμμή 10201 για την προστασία των ανηλίκων

Η διεθνής κοινότητα ξέχασε τους πεινασμένους Σουδανούς

Παραδοχή της AstraZeneca για παρενέργειες του εμβολίου της κατά του κορονοϊού

Τέσσερις αστυνομικοί νεκροί σε πιστολίδι ταμπουρωμένου ενόπλου στη Β.Καρολίνα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα