ΑΘΗΝΑ
12:52
|
28.04.2024
Γιατί ναι μεν νικητής υπήρξε, αλλά δεν ανήκει σε εκείνους που φαινομενικά επικράτησαν και δεν ανήκει στις αμιγώς δημοκρατικές δυνάμεις.
Και στην Πορτογαλία οι κάλπες έβγαλαν αβεβαιότητα
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Μέχρι πριν λίγους μήνες  η Πορτογαλία θεωρείτο ως μία από τις λιγοστές χώρες στην Ε.Ε. με σταθερή, αυτοδύναμη, κυβέρνηση και μία από τις ελάχιστες που είχαν, με τους Σοσιαλιστές, μία προοδευτική κυβέρνηση. Από την Κυριακή 10 Μαρτίου, η χώρα ανήκει πλέον στον κανόνα που έχει αρχίσει να εγκαθίσταται παντού στον πολιτικό χάρτη της ηπείρου. Η Πορτογαλία, όπως και στη γειτονική Ισπανία και σε άλλες χώρες, δεν ανέδειξε από τις πρόωρες εκλογές της Κυριακής έναν μεγάλο νικητή, τουλάχιστον μεταξύ των κομμάτων που πρώτευσαν. Γιατί ναι μεν νικητής υπήρξε, αλλά δεν ανήκει σε εκείνους που φαινομενικά επικράτησαν και δεν ανήκει στις αμιγώς δημοκρατικές δυνάμεις.

Από τις κάλπες την Κυριακή το μόνο που βγήκε είναι η αβεβαιότητα για την κυβερνησιμότητα της Πορτογαλίας, καθώς η νίκη της κεντροδεξιάς συμμαχίας Δημοκρατική Συμμαχία (AD) επί του απερχόμενου από την κυβέρνηση Σοσιαλιστικού Κόμματος σημειώθηκε με διαφορά στήθους: το 29,5% της AD(έναντι του 28,66% του PS). Αποτέλεσμα που  δίνει στη νικήτρια Συμμαχία μόλις δδύο βουλευτές περισσότερους (79 έναντι 77) και φυσικά καθιστά αδύνατη τη συγκρότηση μίας κυβέρνησης χωρίς την ουσιαστική συνδρομή άλλων κομμάτων, που όμως καθίσταται σχετικώς αδύνατη. Αιτία; Η εκκωφαντική άνοδος της ακροδεξιάς, με το Chega (Φτάνει) του Αντρές Βεντούρα με το αδιανόητο για ένα κόμμα με ιστορία μόλις πέντε χρόνων ποσοστό του 18,06% και τους 48 βουλευτές (από 12 το 2022) να αναδεικνύεται σε ρυθμιστή του πολιτικού γίγνεσθαι.

Ήδη από την επομένη των εκλογών, ο πρόεδρος Μαρσέλου Ρεμπέλου Σόουζα, αλλά και όλοι οι πολιτικοί και θεσμικοί φορείς στην Πορτογαλία είναι υποχρεωμένοι να ασχοληθούν με τα μετεκλογικά σενάρια και τα μαθηματικά, μιας και το αποτέλεσμα οδηγεί σε ένα σχετικό αδιέξοδο. Καμία από τις δύο πρωτεύσασες δυνάμεις δεν έχει επιτύχει τέτοια κοινοβουλευτική δύναμη ώστε να αρκεσθεί στη συνδρομή άλλων μικρότερων κομμάτων για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία του 115+1 εδρών στη Βουλή. Το AD δεν μπορεί να κυβερνήσει χωρίς το Chega και οι Σοσιαλιστές δεν έχουν συμμάχους από τα αριστερά ή το κέντρο με επαρκή βουλευτική δύναμη για να διατηρηθεί στην εξουσία. Οι σύμμαχοί του, σε προηγούμενες κυβερνήσεις, απέτυχαν παταγωδώς: το Bloco de Esquerda έμεινε στην πέμπτη θέση με 4,46% και πέντε βουλευτές, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα στην έκτη με μόλις 3,3% και τέσσερις βουλευτές. Άλλωστε, η ηττοπαθής δήλωση του ηγέτη του PS Πέντρου Νούνου Σάντους πως το κόμμα του θα ασκήσει σθεναρή αντιπολίτευση και κυρίως «ούτε το AD, ούτε το Chega, θα πρέπει να ελπίζουν στους Σοσιαλιστές για να κυβερνήσουν», φανερώνουν πως ακόμη και η πιθανότητα σχηματισμού μίας «μεγάλης συμμαχίας» α λα Γερμανία απομακρύνεται. Πολλοί έχουν ήδη αρχίσει να υπολογίζουν εάν και πότε υπάρξουν και νέες εκλογές.

Ο ηγέτης της AD  από την άλλη διακηρύσσει orbi et urbi πως δεν πρόκειται να καταφύγει στη βοήθεια του Chega. Με δεδομένο όμως τη φτωχή συγκομιδή της συμμαχίας των κομμάτων της δεξιάς (το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PPD/PSD), το CDS – Λαϊκό Κόμμα (CDS-PP), το Λαϊκό Μοναρχικό Κόμμα (PPM) και ανεξάρτητες προσωπικότητες) που αύξησε μόλις κατά 2 τις έδρες που είχε συγκεντρώσει το 2022 και τη στασιμότητα της Φιλελεύθερης Πρωτοβουλίας IL στις 8 έδρες, δυσκολεύουν την αμετακίνητη τούτη στάση. Ακόμη και εάν ο ηγέτης του PSD κι επικεφαλής της Συμμαχίας Λουίς Μοντενέγκρου αναμένει να του δοθεί από τον πρόεδρο η εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας, οι δυνατότητες να περάσουν νομοσχέδια δίχως τη σύμπραξη του Chega είναι αδύνατη. Κυρίως, όταν το PS του Νούνου Σάντους απορρίπτει διαρρήδην το σχέδιο προϋπολογισμού της AD και όλοι γνωρίζουμε τι μπορεί να συνεπάγεται η μη ψήφισή του, το κόμμα του Βεντούρα γίνεται εν τοις πράγμασιν ο μόνος ρυθμιστής. O ίδιος ο Βεντούρα άλλωστε, στην επινίκια ομιλία του άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μίας συνεργασίας, δηλώνοντας «πως ο λαός αποφάσισε για μία κυβέρνηση AD και Chega». Από την άλλη, ούτε και η ίδια η Συμμαχία είναι τόσο συμπαγής, όσο η ευκαιριακή κι εκ των πραγμάτων αναγκαία συγκρότησή της άφηνε να φανεί. Ο πρώην πρωθυπουργός Πέντρου Πάσους Κουέλιο εξέφρασε διαλλακτικότητα για μία τέτοια συνεργασία, ενώ παράλληλα, οι Μοναρχικοί ήδη μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας είχαν εκφράσει πολλές αντιρρήσεις εν σχέσει προς το πρόγραμμα του Μοντενέγκρου. Διαφωνίες που μπορεί να ανακύψουν και στη διάρκεια του κοινοβουλευτικού και του κυβερνητικού έργου.

Είναι πλέον προφανές πως η Πορτογαλία βρίσκεται στο κατώφλι μίας πολιτικής και ενδεχομένως κυβερνητικής κρίσης, που εν πολλοίς αντανακλά τη δυσαρέσκεια στην κοινωνία. Μπορεί μεν το Σοσιαλιστικό Κόμμα υπό τον Αντόνιο Κόστα, στη 8ετή διακυβέρνησή του να φαντάζει ως επιτυχημένο, έχοντας μειώσει την ανεργία και αυξήσει τους αναπτυξιακούς ρυθμούς (+2,3% το περασμένο έτος), όμως ο μέσος πολίτης δεν είναι ευχαριστημένος. Η τεράστια υποχώρηση του PS (77 από 120 βουλευτές το 2022) δεν οφείλεται μόνο στην πτώση της κυβέρνησης Κόστα από το οικονομικό σκάνδαλο, ούτε και στην παρουσία του «άψυχου» Νούνου Σάντους στο τιμόνι του, αλλά κυρίως από την ευρύτερη κοινωνική απαξίωσή του. Όχι ότι η διαφθορά, που ασμένως διακηρύττει ως κύριο σύνθημά του το Chega και οι λοιπές ακροδεξιές δυνάμεις στην Ευρώπη δεν έχει παίξει τον ρόλο της. Εκείνο όμως που ζύγισε τελικά στην κάλπη είναι ο ογκηρός συνδυασμός πολλών χρόνιων προβλημάτων που απασχολούν τη χώρα.  Οι  χαμηλές ιατρικές υπηρεσίες, η κρίση στην εκπαίδευση, οι ελλείψεις και οι  αδιάκοπες απεργίες–από τα μέσα μεταφοράς έως τους ένστολους -που τροφοδοτούνται από τους χαμηλούς μισθούς (παρά την αύξηση του κατώτατου στα 820 ευρώ που άφησε «προίκα» ο Κόστα πριν παραιτηθεί) και την ακρίβεια στα τρόφιμα και το κόστος ζωής, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια για την εγκληματικότητα και τη χαλαρή πολιτική για τη μετανάστευση: αυτά ήσαν τα κύρια διακυβεύματα στις εκλογές, όχι οι λογιστικοί ισολογισμοί για την οικονομία, που δεν αντανακλούν στην in situ κατάσταση στην κοινωνία και στα πορτοφόλια των πολιτών.

Έτσι, μπορεί η αποχή του 33,77% να ήταν από τα χαμηλότερα ποσοστά από το 1995, όμως η κινητοποίηση των πολιτών για την εκλογική τούτη αναμέτρηση, απ’ ότι φαίνεται ευνόησε μόνον την ακροδεξιά, μιας και η ψήφος διαμαρτυρίας δεν διοχετεύθηκε σε άλλα μικρότερα κόμματα.  Πολύ περισσότερο δε στα κόμματα της Αριστεράς.

Τώρα, η επιτυχία που καρπώθηκε το Chega δημιουργεί σαφώς πονοκέφαλο. Όχι μόνον στο πορτογαλικό πολιτικό σύστημα, αλλά τώρα πιά και στο ευρωπαϊκό πανόραμα, μιάς και πλησιάζουν οι ευρωεκλογές. Η κεκτημένη ταχύτητα του Chega από τις εκλογές του Μαρτίου, είναι βέβαιο πως θα προσδώσει ακόμη μεγαλύτερη ορμή στις ακροδεξιές τάξεις της ευρωομάδας των Μαρίν Λεπέν, Ματέο Σαλβίνι και Σαντιάγο Αμπασκάλ του ομογάλακτου Vox στην Ισπανία. Μία ορμή που μπορεί να αλλάξει άρδην τις ισορροπίες στο Ευρωκοινοβούλιο και φυσικά να προσθέσει έναν αναπόφευκτο παράγοντα (κακής) επιρροής στις κεντρικές αποφάσεις που θα καθορίζουν το μέλλον της ηπείρου μας.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

«Η Ευρώπη το σπίτι μας» μένει χωρίς στέγη σε Ισπανία και Πορτογαλία

Τι θα ζυγίσει την ψήφο στις Ευρωεκλογές; Πλημμυρίδα εξώσεων, αύξηση ενοικίων, αντικειμενικών αξιών. Ισπανοί και Πορτογάλοι νιώθουν πως η καθημερινότητα διαψεύδει τις προβλέψεις των Βρυξελλών.

Μπιενάλε: Το Περίπτερο του Ισραήλ κλείνει για τους ομήρους αλλά όχι για τους νεκρούς Παλαιστίνιους

Η γενοκτονία στη Γάζα δεν επιτρέπεται να περνά απαρατήρητη σε ένα παγκόσμιο γεγονός, που υποτίθεται ότι προωθεί τις υψηλές αξίες της ανθρωπότητας.
ΣΥΝΑΦΗ

Ο Στόλος της Ελευθερίας αναβάλλει το ταξίδι του στη Γάζα

Οργή κατά Μπάιντεν στο ετήσιο δείπνο της Ένωσης Ανταποκριτών του Λευκού Οίκου

Θεσσαλονίκη: Υπό έλεγχο η φωτιά σε κέντρο διασκέδασης στο λιμάνι

Δικαιωματισμὸς: ἡ μεταφυσικὴ οὐτοπία τοῦ ἀπόλυτου αὐτοπροσδιορισμοῦ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα